«Σε όσους ανησυχούν για την ενότητα της Νέας Δημοκρατίας, θα τους συνιστούσα μάλλον να κοιτάξουν σε άλλους πολιτικούς χώρους. Εκεί θα βρουν ουσιαστικά προβλήματα. Η Νέα Δημοκρατία μια χαρά είναι», ήταν η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη σε ερώτηση αναφορικά με την κατάσταση στην κυβερνώσα παράταξη κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης συνέντευξης Τύπου στο πλαίσιο της παρουσίας του στη Διεθνή Εκθεση της Θεσσαλονίκης. Μια απάντηση που επί της ουσίας περιγράφει πλήρως το πολιτικό σκηνικό που έχει διαμορφωθεί –και συνεχίζει να διαμορφώνεται, δεδομένων των εξελίξεων σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ– και που αναδεικνύει τις μεγάλες διαφορές μεταξύ των κομμάτων εξουσίας, όπως αυτά έχουν καταγραφεί, έχοντας κυβερνήσει τη χώρα.

Η Νέα Δημοκρατία παραμένει η σταθερά στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Ακόμη και μέσα στο μνημόνιο, όπου κόμματα ξεπετάχθηκαν εκμεταλλευόμενα την κρίση και την αγανάκτηση των πολιτών, έδειξε ότι εκτός από κόμμα είναι μια μεγάλη παράταξη, η διεύρυνση της οποίας κατέστη εφικτή μέσα από την κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη στον χώρο που εκτείνεται από τη Δεξιά μέχρι το Κέντρο. Κυριαρχία που παραμένει ισχυρή παρά τη φυσιολογική φθορά που ένα κόμμα καταγράφει μέσα από τη διακυβέρνηση και τη λήψη αποφάσεων που έχουν και πολιτικό κόστος.

Είναι αλήθεια ότι το τελευταίο διάστημα, ειδικά μετά τις ευρωεκλογές, έγινε μια προσπάθεια να εμφανιστεί η Νέα Δημοκρατία -και κατ’ επέκταση η κυβέρνηση- ως αποσταθεροποιημένη. Οτι το ποσοστό που έλαβε προκάλεσε εσωκομματικά προβλήματα και αντιδράσεις. Σε αυτό συνέβαλε φυσικά και η κοινή παρουσία δύο πρώην πρωθυπουργών σε εκδήλωση κατά τη διάρκεια της οποίας ασκήθηκε κριτική και παρουσιάστηκαν διαφοροποιημένες θέσεις αναφορικά με ζητήματα που αφορούν τη διακυβέρνηση της χώρας.

Ο πρωθυπουργός ήταν σαφής: «Η Νέα Δημοκρατία είναι και ισχυρή και ενωμένη και γνωρίζετε πολύ καλά ότι έχω μία ειλικρινή σχέση με τους προκατόχους μου και έχουν το απεριόριστο δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης άποψης. Και η άποψή τους είναι πάντα σεβαστή, την ακούω με προσοχή. Δεν σημαίνει πάντα ότι πρέπει να συμφωνώ με αυτή». Η Νέα Δημοκρατία είναι ενωμένη. Και αυτό το γεγονός επιτρέπει και στην κυβέρνηση να προχωρά τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Τις τομές που απαιτούνται και για τις οποίες –όπως κατ’ επανάληψη τόνισε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης– θα κριθεί στο τέλος της κυβερνητικής θητείας, σε τρία περίπου χρόνια από τώρα, την άνοιξη του 2027.

Η σταθερότητα που υπάρχει, η συνεκτικότητα -με τις όποιες κατά καιρούς διαφοροποιήσεις εντός των πλαισίων της λειτουργίας ενός κόμματος- και η ενότητα αποδεικνύουν το γεγονός ότι πρόκειται για μια μεγάλη παράταξη εντός της οποίας έχουν ενταχθεί στελέχη και ψηφοφόροι από ένα μεγάλο φάσμα του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου. Η Νέα Δημοκρατία παραμένει η σταθερά του πολιτικού συστήματος. Ενός συστήματος το οποίο στον άλλο... πόλο καταγράφει ένα δυσθεώρητο κενό που προβληματίζει. Κυρίως ως προς το σκέλος της απουσίας εναλλακτικών προτάσεων και λύσεων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων των πολιτών αλλά και της χώρας συνολικά.

«Εμείς δεν μπορούμε να καθορίσουμε το τι γίνεται στον χώρο της αντιπολίτευσης, ούτε της αξιωματικής αντιπολίτευσης ούτε στον χώρο του ΠΑΣΟΚ», δήλωσε ο πρωθυπουργός προσθέτοντας: «Προφανώς είναι πάντα καλό για την ισορροπία του πολιτικού συστήματος ανά πάσα στιγμή να υπάρχει μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Σήμερα δεν υπάρχει. Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλη πρόταση διακυβέρνησης για τη χώρα εκτός από αυτήν την οποία εκφράζει η κυβέρνηση. Μπορεί κάποιος να συμφωνεί ή να διαφωνεί μαζί της, είναι όμως μια συγκροτημένη πρόταση, με αρχή, μέση και τέλος. Και κυρίως είναι μια κοστολογημένη πρόταση».

Στην αντίπερα όχθη η κατάσταση είναι σχεδόν τραγελαφική. Ο... νικητής των ευρωεκλογών Στέφανος Κασσελάκης που, σύμφωνα με τον ίδιο, οδήγησε τη Νέα Δημοκρατία στο 28% και κατάφερε -πάντα σύμφωνα με τον ίδιο- να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ δεύτερο κόμμα, κηρύχθηκε... έκπτωτος. Στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης επικρατεί το απόλυτο μπάχαλο. Εχει κηρυχθεί ένας εμφύλιος πόλεμος που δύσκολα θα λήξει με το κόμμα ενωμένο και τους βουλευτές με τα στελέχη να συνεχίζουν όλοι μαζί. Ο κίνδυνος να χαθεί η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ορατός. Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και ο χρόνος που απομένει περιορισμένος.

Περιορισμένος όμως είναι ο χρόνος και για το ΠΑΣΟΚ, το οποίο σύντομα θα αποκτήσει αρχηγό και ενδεχομένως και τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης –εφόσον η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ αποδειχθεί νομοτελειακή– χωρίς όμως να έχει την ψυχοσύνθεση που απαιτείται για τον ρόλο αυτό. Μέχρι σήμερα υπό την ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη έδωσε την εικόνα ενός κόμματος που ακολουθούσε την τοξική και καταστροφολογική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Οπως χαρακτηριστικά σημείωσε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης «το ΠΑΣΟΚ, το οποίο γιόρτασε κι αυτό τα 50 χρόνια του, δύναμη, υποτίθεται, προοδευτική και εκσυγχρονιστική, καταψήφισε όλες τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις τις οποίες υλοποιήσαμε τους πρώτους 12 μήνες: τα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια, τον δικαστικό χάρτη, μια σειρά από παρεμβάσεις που θεωρούμε ότι είναι σε προοδευτική κατεύθυνση».

Εν κατακλείδι, ακόμη και το «ενάμισι κόμμα» δείχνει στην παρούσα φάση να γίνεται «ένα κόμμα» που επενδύει στη σταθερότητα και την ανάπτυξη κόντρα στη λογική του «όχι σε όλα», κόντρα στην καταστροφολογία και τις υπαρξιακές αναζητήσεις της κεντροαριστεράς.

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»