Η κυρία Αχτσιόγλου καταγγέλλει αήθεις επιθέσεις εναντίον της από συντρόφους της και σοσιαλμιντιακά κέντρα. Κανονικά δεν θα έπρεπε να γράψω τίποτα άλλο, μόνο αυτήν τη φράση να αφήσω να τρέξει στο λευκό της οθόνης μου χίλιες φορές – και πάλι λίγες θα ήταν για να χωνέψω πώς αυτό το κορυφαίο και προβεβλημένο στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρήκε φωνή να σταθεί μπροστά στην κάμερα, με πλάτη στη βιβλιοθήκη, να απευθύνει –σε ποιον, αλήθεια;– αυτόν τον λίβελο, παράπονο, θυμό, δεν είμαι σίγουρη.
Αγαπητή Έφη, θυμάστε επί πόσον καιρό σύντροφοι και συνοδοιπόροι σας κοσμούσαν τα σόσιαλ μίντια και τα φίλια μέσα ενημέρωσης με εκείνα τα «Μητσοτάκη, γ@μιέσαι», τα «ΝΔ παιδοβιαστές» – και πολλά άλλα για παιδιά, συζύγους και συγγενείς μέχρι τετάρτης γενεάς; Ούτε εσείς τα θυμάστε ούτε εγώ θυμάμαι να τα καταδικάσατε έστω με μια λέξη σας.
Σας κατανοώ, σας συμπαρίσταμαι και καταδικάζω όλον αυτόν τον στρατό που σας επιτέθηκε – κι εσείς καλά κάνατε και μιλήσατε χθες κοιτώντας κατάματα την κάμερα, τώρα όμως βρείτε λίγο χρόνο να κοιτάξετε στον κόρφο σας: εκεί εμφώλευαν αυτά τα ύπουλα θηλαστικά των σκοτεινών κέντρων, από τη ζεστή ανάσα του κόμματός σας έπαιρναν δύναμη να δολοφονούν χαρακτήρες και υπολήψεις διαφωνούντων, εκεί γαλουχήθηκαν και θέριεψαν κι έγιναν ύαινες που δεν χορταίνουν ποτέ, ούτε νοιάζονται ποιον θα κατασπαράξουν. Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνετε, αλλά είναι η φύση του σαρκοβόρου τέτοια – τρώει ό,τι βρίσκει, ακόμη και την τροφό του.
Λυπηρό, όπως λέτε, να πρέπει να αποδείξετε πως δεν είστε ελέφαντας – επικίνδυνο να μη βλέπετε τόσα χρόνια ότι υπήρχε ελέφαντας στο δωμάτιο…