Το 2015, εν μέσω ασφυκτικής δημοσιονομικής πίεσης και εφαρμογής λυσσαλέων μνημονιακών δεσμεύσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ υφάρπαξε την ψήφο των Ελλήνων πολιτών λαϊκίζοντας αναίσχυντα και τάζοντας στους πάντες τα πάντα. Οπως έλεγε ο τέως ηγέτης του κόμματος, «επιχειρούμε ένα πολιτικό πείραμα με ιστορική σημασία για ολόκληρη την Ευρώπη και τον κόσμο». Ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάστηκε ως ένα αριστερό κόμμα στην εξουσία που προτίθεται να κυβερνήσει διατηρώντας την αριστερή ατζέντα του. Το όλο πείραμα συνοψίστηκε στον όρο «κυβερνώσα Αριστερά», ένας όρος που έκτοτε καθιερώθηκε και χρησιμοποιείται συχνά από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Το τι έγινε από το 2015 έως σήμερα είναι γνωστό σε όλους. Το πείραμα απέτυχε από τους πρώτους κιόλας μήνες, ο ΣΥΡΙΖΑ εφάρμοσε τις μνημονιακές δεσμεύσεις, ψήφισε νέο –χειρότερο– Μνημόνιο, βάφτισε το κρέας ψάρι, εξαπάτησε συνειδητά και συστηματικά τους ψηφοφόρους του και τελικώς το 2019 έχασε πανηγυρικά τις εκλογές από τη Νέα Δημοκρατία. Ωστόσο, η ιδέα της «κυβερνώσας Αριστεράς» δεν τους εγκατάλειψε. Επί τέσσερα χρόνια το ίδιο αποτυχημένο βιολί συνέχισε να παίζει μονότονα το έργο «η Αριστερά θα μας σώσει». Και φτάσαμε στη συντριβή των διπλών εκλογών του 2023 και στην (αργοπορημένη) παραίτηση Τσίπρα, την οποία διαδέχτηκε η αναπάντεχη εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη. Πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να τα αλλάξει όλα για να παραμείνει η «κυβερνώσα Αριστερά».
Δεν θα ασχοληθώ με το εάν ο Κασσελάκης μπορεί να εμπνεύσει τη βάση του κόμματος ή να πείσει για τα «αριστερά του πιστεύω» ή έστω εάν μπορεί να εκφέρει έναν κάποιον πολιτικό λόγο. Αυτά έχουν μικρή έως ελάχιστη σημασία τώρα. Εφόσον τον έκαναν πρόεδρο, εμάς μας περισσεύει. Το ζητούμενο είναι εάν μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να πείσει ότι μπορεί κάποια στιγμή μελλοντικά να γίνει ένα κόμμα που ίσως διεκδικήσει την εξουσία με αξιώσεις. Και αυτό δεν πρόκειται να γίνει βάζοντας νέο φανταχτερό περιτύλιγμα σε ένα ληγμένο προϊόν.