Ο ΣΥΡΙΖΑ και τα φιλικά σε αυτόν έντυπα επανέρχονται στον ισχυρισμό ότι η κυβέρνηση δεσμεύτηκε δήθεν στην Κομισιόν για αυξήσεις στις ασφαλιστικές εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών που φτάνουν το 14% και ότι δήθεν αποκρύπτει το σχέδιό της.
"Αναφέρονται" όπως υποστηρίζουν πηγές της ΝΔ, "στην αύξηση εισφορών που έγινε στις αρχές του 2023 κατά 9,6% λόγω πληθωρισμού του 2022 και στην επόμενη αύξηση αρχές 2024 με βάση τον πληθωρισμό το 2023. Μιλούν για δήθεν κρυφή ατζέντα προφανώς για να καλύψουν τις αποκαλύψεις Κατρούγκαλου την ίδια στιγμή που η αναπροσαρμογή των εισφορών λόγω πληθωρισμού έχει γίνει από τις αρχές του χρόνου και προφανώς δεν είναι κρυφή.
Προσποιούνται πως δεν ξέρουν ότι οι εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών ακόμη και μετά την αναπροσαρμογή αυτή παραμένουν σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση με εκείνες που επέβαλε το 2017 ο νόμος Κατρούγκαλου, αλλά και σε σχέση με τις εισφορές που καθιερώθηκαν το 2019 από την Κυβέρνησή τους, μετά από την θύελλα αντιδράσεων που προκάλεσε ο νόμος Κατρούγκαλου. Προσποιούνται ακόμη πως δεν ξέρουν ότι οι εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών κλιμακώνονται -με το νόμο της Νέας Δημοκρατίας- σε έξι διαφορετικές κλάσεις και οι ασφαλισμένοι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν ελεύθερα την κλάση των εισφορών που θα πληρώνουν".
Ενδεικτικά, ένας ελεύθερος επαγγελματίας με ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ, ο οποίος με το νόμο Κατρούγκαλου πλήρωσε αρχικά 449 ευρώ τον μήνα και με τον νόμο 4670/2020 (νόμος Βρούτση) για την κατώτερη ασφαλιστική κατηγορία πλήρωνε 210 ευρώ, ενώ τώρα πληρώνει 230 ευρώ. Αντίστοιχα ένας ελεύθερος επαγγελματίας με εισόδημα 30.000 ευρώ, ο οποίος με το νόμο Κατρούγκαλου πλήρωνε αρχικά 674 ευρώ και με το νόμο Βρούτση περιόρισε τις εισφορές του μόνο στα 210 ευρώ, πληρώνει επίσης 230 ευρώ. Σημειώνεται ότι την κατώτερη ασφαλιστική κατηγορία έχει επιλέξει πάνω από το 80% των ελευθέρων επαγγελματιών.
Η αναπροσαρμογή των εισφορών λόγω πληθωρισμού ήταν απαραίτητη προκειμένου οι συντάξεις των ελευθέρων επαγγελματιών να τους εξασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης στο μέλλον, αλλά και για να διατηρούνται οι δημοσιονομικές ισορροπίες με δεδομένη την αύξηση των συντάξεων που έγινε μετά από 12 χρόνια και θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια.