Ήταν 5 Ιουλίου 2015 όταν ο ελληνικός λαός οδηγήθηκε στις κάλπες για το μοναδικό δημοψήφισμα της Μεταπολίτευσης που δεν είχε ως αντικείμενο το... πολιτειακό, αλλά την ίδια τη λογική. Και την έχασε.
Το ερώτημα καλούσε τους πολίτες να εγκρίνουν ή να απορρίψουν μια πρόταση των θεσμών, η οποία –ειρωνικά– είχε ήδη αποσυρθεί. Και η απάντηση –ένα περήφανο «Όχι» υπό capital controls και ουρές στα ΑΤΜs– μεταφράστηκε αυθαιρέτως μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα σε ένα ηχηρό «Ναι» με νέο μνημόνιο. Ή, αλλιώς, σε ένα ακριβοπληρωμένο κεφάλαιο της ελληνικής πολιτικής παρωδίας με υπογραφή Τσίπρα-Βαρουφάκη-Κωνσταντοπούλου.
Κι η Ζωή... χορεύει
Οι χοροί στο Σύνταγμα, με φόντο τα 60 ευρώ ανά ημέρα, έγραψαν Ιστορία. Το ίδιο και η τότε πρόεδρος της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία δέκα χρόνια μετά επιμένει ότι το «Οχι» «παραμένει άσβεστο», έστω και αν πολιτικά... αυτοπυρπολήθηκε από τους ίδιους που το διαχειρίστηκαν. Μάλιστα, σε μία ακόμη παρέμβασή της, υπενθύμισε πως το δημοψήφισμα αποτέλεσε «την πρώτη γνήσια έκφραση άμεσης δημοκρατίας από τη Μεταπολίτευση», παραλείποντας βέβαια να διευκρινίσει πως η ίδια κυβέρνηση που το προκάλεσε ήταν εκείνη που πρώτα το ακύρωσε – και μετά το εξαργύρωσε με τρίτο μνημόνιο και νέα δάνεια.
Ποιος μπορεί, άλλωστε, να ξεχάσει εκείνη τη βραδιά, όταν εμφανίστηκε με υψωμένη γροθιά στο Σύνταγμα, σαν να είχε μόλις απελευθερωθεί η χώρα από ξένη κατοχή; Το στιγμιότυπο εκείνο –υψωμένο χέρι, βλοσυρό βλέμμα– αποτέλεσε το εμβληματικό καρέ μιας παράστασης που έμελλε να διαψευστεί πριν καλά καλά ξημερώσει. Γιατί, αν η γροθιά της Ζωής Κωνσταντοπούλου σήκωνε τότε ένα «Όχι» υψηλών τόνων, ο Αλέξης Τσίπρας την ίδια ώρα προετοίμαζε ήδη την κάθοδό του στον ρεαλισμό – κοινώς στο τρίτο μνημόνιο.
Την ίδια στιγμή, ο τότε υπουργός Επικρατείας, Νίκος Παππάς, εξερχόμενος από τη θυελλώδη συνεδρίαση της Βουλής, προφήτευε: «Ξημερώνει μία ημέρα υπεροχής». Τελικά ξημέρωσε μια δεκαετία ύφεσης, capital controls και πισωγυρισμάτων. Και αν πιστέψει κανείς τους υπολογισμούς του ίδιου του Δημήτρη Μάρδα, η «υπεροχή» κόστισε… μόλις 33 δισ. ευρώ!
Και σαν να μην έφτανε η ζημιά στην οικονομία, η τότε κυβέρνηση δέχτηκε και με ευγνωμοσύνη την ψήφο της Χρυσής Αυγής, με την οποία συμπορεύτηκε στην έγκριση της πρότασης για το δημοψήφισμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που στον δημόσιο λόγο κατακεραύνωνε τους νεοναζί, πανηγύρισε μαζί τους το «Όχι» της εθνικής υπερηφάνειας, αφού νωρίτερα διαμαρτύρονταν μαζί στην πάνω και την κάτω πλατεία. Ένα «Όχι» που έμεινε μετέωρο μόλις για λίγες ώρες, προτού μετατραπεί –μετά την ηρωική 17ωρη διαπραγμάτευση Τσίπρα στις Βρυξέλλες– σε ένα νέο «συμβόλαιο υποτέλειας» με τη σφραγίδα του ίδιου πρωθυπουργού.
Ο δε Γιάνης Βαρουφάκης, αρχιτέκτονας του… ολέθριου πειράματος, αποχώρησε την επομένη της κάλπης με ένα λακωνικό «minister no more», αφού πρώτα είχε εξηγήσει πως οι δανειστές ήθελαν «να μας επιβάλουν δήλωση μετανοίας». Εκείνος αρνήθηκε να δηλώσει μεταμέλεια. Ο μοιραίος Αλ. Τσίπρας, όμως, το έκανε στην πράξη.
Νωρίτερα, στην Πλατεία Συντάγματος είχε στηθεί γλέντι. Σημαίες, τύμπανα, χοροί και συνθήματα για «λαϊκή υπερηφάνεια» διαμόρφωσαν την πιο σουρεαλιστική εικόνα της δεκαετίας: ο κόσμος χόρευε, κυριολεκτικά, πάνω στα αποκαΐδια του δημοψηφίσματος. Κανείς από τους υποστηρικτές του «Όχι» δεν κατάλαβε πως η νίκη στο δημοψήφισμα δεν θα ήταν τίποτε άλλο παρά το εισιτήριο για ένα νέο, σκληρότερο μνημόνιο. Αλλά αυτό θα το μάθαιναν την επομένη – όταν οι χοροί θα είχαν κοπάσει και οι τράπεζες θα παρέμεναν κλειστές.
Μια μαύρη επέτειος
«Δεν ξεχνάμε», τόνισε –δικαίως– η Νέα Δημοκρατία με αφορμή τα δέκα χρόνια από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015, μια καθοριστική στιγμή για τη σύγχρονη ελληνική ιστορία που τη στιγμάτισε βαθιά τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά. Με αφορμή αυτήν τη μαύρη επέτειο, η Νέα Δημοκρατία έκανε λόγο για «δημοψήφισμα της ντροπής» που, όπως τονίζει, δίχασε την κοινωνία, επιβάρυνε τη χώρα με κόστος 100 δισ. ευρώ και έθεσε σε κίνδυνο τη θέση της Ελλάδας στο κοινό νόμισμα.
Συγκεκριμένα, ανέφερε στο post της: «10 χρόνια από το δημοψήφισμα που δίχασε τους Έλληνες, κόστισε 100 δισ. ευρώ και διακινδύνευσε τη θέση της Ελλάδας στο ευρώ».
Και δυστυχώς μέχρι και σήμερα η χώρα πληρώνει τα σπασμένα του πρώην προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος πλέον μέσω rebranding θέλει να επιστρέψει ως άλλος μεσσίας που δήθεν δικαιώθηκε από την Ιστορία.