Η πρόσφατη αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody’s, η οποία έδωσε στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα, σηματοδοτεί μια νέα εποχή για τη χώρα.
Με αυτή την εξέλιξη, η ελληνική οικονομία έχει πλέον λάβει την «ψήφο εμπιστοσύνης» όλων των μεγάλων οίκων αξιολόγησης, δημιουργώντας προϋποθέσεις για μεγαλύτερη σταθερότητα, προσέλκυση επενδύσεων και, το κυριότερο, φθηνότερο κόστος δανεισμού για το Δημόσιο, τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις.
Η κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αποτελεί ένα σημαντικό ορόσημο, καθώς όχι μόνο ενισχύει τη θέση της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές, αλλά και βελτιώνει τις προοπτικές χρηματοδότησης σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Το φθηνότερο χρήμα που θα εισρεύσει στην αγορά θα έχει πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην ανάπτυξη, επιτρέποντας σε επιχειρήσεις και ιδιώτες να αποκτήσουν πρόσβαση σε πιο ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης.
Πώς επηρεάζονται τα επιτόκια και η ρευστότητα
Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας μιας χώρας σημαίνει χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού, καθώς μειώνεται ο κίνδυνος που αποτιμούν οι επενδυτές όταν δανείζουν σε αυτήν. Ήδη, το ελληνικό δεκαετές ομόλογο έχει καταγράψει σημαντική πτώση στο επιτόκιό του, πλησιάζοντας ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Αυτή η εξέλιξη έχει θετικές επιπτώσεις όχι μόνο για το Δημόσιο, αλλά και για το σύνολο της οικονομίας.
Για τις τράπεζες, η αναβάθμιση μεταφράζεται σε χαμηλότερο κόστος άντλησης κεφαλαίων από τις διεθνείς αγορές. Αυτό τους επιτρέπει να προσφέρουν δάνεια σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά με χαμηλότερα επιτόκια, καθιστώντας τη χρηματοδότηση πιο προσιτή. Επιπλέον, η αυξημένη εμπιστοσύνη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα μπορεί να προσελκύσει νέες καταθέσεις, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο τη ρευστότητα.
Επενδύσεις και οικονομική ανάπτυξη
Η πρόσβαση σε φθηνότερο χρήμα ενισχύει την επιχειρηματικότητα και την οικονομική δραστηριότητα. Οι επιχειρήσεις θα μπορούν να επενδύσουν σε νέες τεχνολογίες, να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και να δημιουργήσουν περισσότερες θέσεις εργασίας, χωρίς να επιβαρύνονται από υψηλά κόστη δανεισμού. Παράλληλα, η βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας καθιστά την Ελλάδα πιο ελκυστική για ξένους επενδυτές, οι οποίοι αναζητούν ασφαλείς και αποδοτικές τοποθετήσεις κεφαλαίων.
Ένας από τους βασικούς παράγοντες που καθιστούν τις επενδύσεις πιο ελκυστικές είναι η μείωση του λεγόμενου «country risk», δηλαδή του κινδύνου που σχετίζεται με την οικονομική και πολιτική σταθερότητα μιας χώρας. Με την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, οι επενδυτές θεωρούν πλέον την Ελλάδα ως μια ασφαλή επιλογή, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένες ξένες επενδύσεις, τόσο σε ομόλογα όσο και σε επιχειρηματικά έργα.
Οι προοπτικές των τραπεζών και της στεγαστικής πίστης
Ένας από τους τομείς που αναμένεται να επωφεληθεί σημαντικά είναι η στεγαστική πίστη. Με τα επιτόκια δανεισμού να μειώνονται, η αγορά ακινήτων μπορεί να γνωρίσει νέα δυναμική, καθώς περισσότεροι πολίτες θα έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν δάνειο για αγορά κατοικίας με ευνοϊκότερους όρους.
Επιπλέον, οι ελληνικές τράπεζες, μετά από χρόνια κρίσης και περιορισμένης ρευστότητας, βρίσκονται πλέον σε θέση να ενισχύσουν τη χορήγηση δανείων προς επιχειρήσεις και ιδιώτες. Η βελτίωση της κεφαλαιακής τους επάρκειας, σε συνδυασμό με τη φθηνότερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση, δημιουργεί προοπτικές για μια πιο υγιή και δυναμική τραπεζική αγορά.
Παράλληλα με τις θετικές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, ένας ακόμη κρίσιμος παράγοντας είναι η στάση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Αν η ΕΚΤ επιλέξει να μειώσει σταδιακά τα επιτόκια τους επόμενους μήνες, το κόστος δανεισμού θα μειωθεί περαιτέρω, επιταχύνοντας τη θετική επίδραση των αναβαθμίσεων. Ωστόσο, οι προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων έχουν μετριαστεί λόγω των πληθωριστικών πιέσεων. Σε κάθε περίπτωση, η επενδυτική βαθμίδα που πλέον κατέχει η Ελλάδα θωρακίζει τη χώρα έναντι ενδεχόμενων αναταράξεων στις διεθνείς αγορές.
Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον σε μια φάση οικονομικής σταθεροποίησης, με προοπτικές για ακόμη καλύτερες συνθήκες χρηματοδότησης στο άμεσο μέλλον. Αν οι θετικές αυτές εξελίξεις συνεχιστούν και συνοδευτούν από συνετή δημοσιονομική πολιτική, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και πολιτική σταθερότητα, η ελληνική οικονομία μπορεί να εδραιώσει τη θέση της ως αξιόπιστος επενδυτικός προορισμός, διασφαλίζοντας διατηρήσιμη ανάπτυξη και ευημερία τα επόμενα χρόνια.
- Ο Χρήστος Κουπελίδης είναι Οικονομολόγος – Σύμβουλος Επιχειρήσεων. Συνεργάτης της Products & Investment – Business Management Consulting & πρώην Διευθυντής Εισηγμένων Εταιρειών του Χρηματιστηρίου Αθηνών.