Το βράδυ της 27ης Μαΐου 2019 ο Αλέξης Τσίπρας, μετά τη συντριπτική ήττα που υπέστη, ανακοινώνει ότι αμέσως μετά τον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών –ο πρώτος συνέπεσε τότε με τις ευρωεκλογές– θα μεταβεί στον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας και θα ζητήσει προκήρυξη εθνικών εκλογών. Ο δεύτερος γύρος των αυτοδιοικητικών εκλογών έλαβε χώρα στις 2 Ιουνίου. Την επομένη όμως ο τότε πρωθυπουργός δεν μετέβη στο Προεδρικό Μέγαρο όπως είχε δεσμευθεί. Πήγε μια εβδομάδα μετά και αφού έφερε άρον άρον τον νέο Ποινικό Κώδικα στη Βουλή.

Πρόκειται για τον Ποινικό Κώδικα που έχει κατ’ επανάληψη τα πέντε τελευταία χρόνια απασχολήσει την κοινή γνώμη και την πολιτική σκηνή. Γιατί; Μα διότι προέβλεπε μια σειρά ποινών για διάφορα αδικήματα που ήταν μικρότερες από τον προηγούμενο και δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις που εκδικάζονται από τότε εφαρμόζεται, παρά τις αλλαγές και την αυστηροποίησή τους από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Δεδομένου ότι, όπως είπε και ο υφυπουργός Παρά τω Πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, «υποχρεωτικά, κάθε κατηγορούμενος δικάζεται με βάση την επιεικέστερη νομοθεσία που έχει ισχύσει –έστω και για μία ημέρα– από τον χρόνο τέλεσης της πράξης του μέχρι την αμετάκλητη εκδίκαση της απόφασης», ο Ποινικός Κώδικας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ παράγει ακόμη και σήμερα αποτελέσματα.

Είναι αυτός για τον οποίο ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, Σταύρος Κοντονής, έχει καταγγείλει δημοσίως κατ΄ επανάληψη, την ώρα που έχει υποστηρίξει πως στο Μαξίμου επί κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσε ένα «παραϋπουργείο Δικαιοσύνης».

Είναι αυτός για τον οποίο καθυστέρησε μια εβδομάδα να προκηρύξει εκλογές ο τότε πρωθυπουργός ώστε η κυβέρνησή του να τον φέρει στη Βουλή και να τον ψηφίσει. Κυβέρνηση, μέλη της οποίας είναι και σήμερα κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και βρίσκονται δίπλα στον Στέφανο Κασσελάκη, κουνώντας διαρκώς το δάχτυλο στη σημερινή κυβέρνηση, σηκώνοντας και τη ρομφαία της κάθαρσης αλλά και αυτήν του Κράτους Δικαίου.

Είναι αυτός ο Ποινικός Κώδικας που κατατέθηκε στη Βουλή στις 3 Ιουνίου –ημέρα που θα ζητούσε την προκήρυξη εκλογών όπως είχε πει ο Αλέξης Τσίπρας– και ψηφίστηκε στις 6 Ιουνίου λαμβάνοντας ΦΕΚ στις 11 Ιουνίου, ώστε να έχει ισχύ ό,τι και να γίνει.

Είναι αυτός που έχει δημιουργήσει συνθήκες περίεργων αποφυλακίσεων ποινικών και άλλων κρατουμένων, είναι αυτός που έριξε στα μαλακά τα μέλη της Χρυσής Αυγής που κατηγορήθηκαν και φυλακίστηκαν για διεύθυνση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, είναι αυτός που αθώωνε όσους κουβαλούσαν μολότοφ εφόσον δεν έκαναν… χρήση.

Και είναι αυτός με τον οποίο η Δικαιοσύνη επέβαλε ποινές για την τραγωδία στο Μάτι, προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις των συγγενών των 104 θυμάτων της καταστροφικής πυρκαγιάς πάνω στην οποία έστηνε παράσταση η τότε κυβέρνηση κάνοντας συσκέψεις και ρωτώντας πότε θα σηκωθούν την επόμενη ημέρα τα αεροσκάφη ενώ η φωτιά είχε σβήσει φτάνοντας στη θάλασσα από την προηγούμενη ημέρα.

Στο πλαίσιο αυτό δικαίως ο Παύλος Μαρινάκης επισήμανε ότι «προκαλεί ευλόγως εντύπωση η αφωνία εκείνων που, αναλόγως την υπόθεση, μετατρέπονται σε λαϊκούς δικαστές και σήμερα δεν έχουν να πουν ούτε μισή λέξη για το νομικό πλαίσιο κάτω από το οποίο εξεδόθη αυτή η απόφαση». Το μόνο που έκαναν είναι να πανηγυρίζουν την απόφαση αθώωσης στελεχών τους, την ώρα που οι συγγενείς των θυμάτων αναζητούσαν δικαίωση.

Οι ίδιοι που εμφανίζονται να στήνουν λαϊκά δικαστήρια για πολιτικούς αντιπάλους τους εργαλειοποιώντας μια άλλη τραγωδία, αυτήν των Τεμπών. Οι ίδιοι που εμφανίζονται να δικάζουν και να καταδικάζουν με δικά τους κατηγορητήρια σε μια διαρκή τυμβωρυχία και αέναη εκμετάλλευση του πόνου των συγγενών των θυμάτων.