Η οργή των συγγενών των 104 θυμάτων της ασύλληπτης τραγωδίας στο Μάτι για την απόφαση της Δικαιοσύνης είναι ασφαλώς δικαιολογημένη. Το δικαστήριο επέβαλε ποινές φυλάκισης πέντε ετών σε βαθμό πλημμελήματος σε πέντε πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής, καθώς και τριών ετών στον ιδιώτη που ήταν εκείνος που έβαλε τη φωτιά σε ξερόκλαδα στην Πεντέλη και στη συνέχεια επεκτάθηκε λόγω των ισχυρών ανέμων και των καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν στην περιοχή της Αττικής την αποφράδα ημέρα της 23ης Ιουλίου του 2018. Στην πλειονότητά τους μάλιστα οι ποινές είναι εξαγοράσιμες.

Γράφει η Έρση Παπαδάκη

Αυτό σημαίνει ότι το δικαστήριο απάλλαξε –παρά την αντίθετη εισαγγελική πρόταση για κάποιους εξ αυτών– όλα τα στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που ήταν αρχικά κατηγορούμενοι στην υπόθεση, συμπεριλαμβανομένης της τότε περιφερειάρχη Αττικής, Ρένας Δούρου, όπως επίσης και άλλα υπηρεσιακά στελέχη της Πυροσβεστικής. Παράλληλα αναγνώρισε και ελαφρυντικά σε όσους καταδικάστηκαν εν τέλει, με αποτέλεσμα να πλανάται και πάλι το ερώτημα εάν και σε ποιο βαθμό αποδόθηκε δικαιοσύνη...

Αίσθηση ατιμωρησίας

Ασφαλώς για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα θα πρέπει να ξεκαθαριστεί το βασικό. Οτι δηλαδή είναι διαφορετική η πραγματική διάσταση της υπόθεσης –και οι πολιτικές ευθύνες για τα πολιτικά πρόσωπα– και διαφορετική η νομική διάσταση. Και αυτό που έχει σημασία για να κατανοήσουμε την απόφαση του δικαστηρίου είναι το δεύτερο, ήτοι το ατελές νομοθετικό πλαίσιο και η σύγχυση αρμοδιοτήτων που οδηγούν σ’ αυτές τις αποφάσεις και τη γενικότερη αίσθηση της κοινής γνώμης ότι οι υπεύθυνοι μιας τραγωδίας όπως αυτή παραμένουν ατιμώρητοι.

Εξάλλου, σε ό,τι αφορά το πολιτικό σκέλος, δεν προβλέπεται κάποια ποινή για τον κυνισμό και το θέατρο του Αλέξη Τσίπρα και των υπουργών του σ’ εκείνη την περιβόητη σύσκεψη στο συντονιστικό κέντρο της Πυροσβεστικής το βράδυ της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι και η άγνοια, τάχα, για την εκατόμβη νεκρών. Ομως, κατά μία έννοια, η ποινή επιβλήθηκε με το αποτέλεσμα των εκλογών και του 2019 και του 2023...

Για παράδειγμα, το νομοθετικό πλαίσιο είναι περισσότερο ξεκάθαρο σε σχέση με τις πλημμύρες και τις ευθύνες των αυτοδιοικητικών στελεχών σε σχέση με τις πυρκαγιές – το πλαίσιο π.χ. για τον καθαρισμό οικοπέδων αυστηροποιήθηκε πρόσφατα ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, ενώ την πραγματικότητα αυτήν την είδαμε στην περίπτωση της Μάνδρας, όπου απλώς η εισαγγελική έφεση που ασκήθηκε κατά της πρωτόδικης αθώωσης της κυρίας Δούρου ήταν εκπρόθεσμη και άρα απορρίφθηκε για τυπικούς λόγους και όχι για λόγους ουσίας.

Επίσης, η στοιχειοθέτηση κακουργηματικών ευθυνών για μία τραγωδία όπως αυτή στο Μάτι ενώπιον του δικαστηρίου απαιτεί πολύ ισχυρά τεκμήρια, οπότε κρίνοντας από τις ποινές πλημμεληματικού χαρακτήρα που τελικώς επιβλήθηκαν χθες από το δικαστήριο θεωρείται εξαιρετικά πιθανό να μην είχαν επιβληθεί καν ποινές ή να είναι σε κάθε περίπτωση μικρότερες εάν οι κατηγορούμενοι είχαν παραπεμφθεί αρχικά σε βαθμό κακουργήματος ή είχε αναβαθμιστεί το κατηγορητήριο, όπως ζητούσαν οι συγγενείς των θυμάτων.

Ελλιπές «οπλοστάσιο»

Τι σημαίνουν πρακτικά όλα αυτά; Οτι το δικαστήριο στηρίχθηκε ακριβώς στα «εργαλεία» που είχε, συνεπώς επέβαλε τις ποινές που έκρινε στους κατηγορουμένους με βάση το νομικό «οπλοστάσιο» που υπάρχει και το οποίο κατά γενική παραδοχή σε κάποια σημεία του είναι ελλιπές. Το ζήτημα ωστόσο είναι άλλο, ιδιαίτερα εάν κάποιος βάλει την υπόθεση στο ζύγι με την τραγωδία στα Τέμπη.

Διότι η δίκη για το Μάτι και η καταδικαστική απόφαση ήρθε έξι χρόνια μετά, ενώ αντιθέτως για τα Τέμπη η Δικαιοσύνη έχει προχωρήσει στην ολοκλήρωση της δικαστικής έρευνας σχεδόν σε 14 μήνες από το δυστύχημα που στοίχισε τη ζωή σε 57 συνανθρώπους μας και σύντομα θα στείλει στο σκαμνί αυτούς που θεωρεί υπεύθυνους για την τραγωδία, προκειμένου να διεξαχθεί η δίκη τους.

Η δικαίωση των νεκρών και των συγγενών των θυμάτων σε κάθε περίπτωση, σε κάθε τραγωδία είναι, δυστυχώς, μόνο ηθική. Οσο κι αν αλλάξει η νομοθεσία και γίνουν πιο αυστηρές οι ποινές, όσο κι αν η ταχύτητα της απονομής της δικαιοσύνης γίνει πιο γρήγορη...