Ενα από τα σφάλματα που συχνά κάνουν ακόμη και έμπειροι πολιτικοί είναι να υποτιμούν το εκλογικό κοινό – και όταν το κάνουν βέβαια, το πληρώνουν ακριβά. Αποδείχθηκε άλλωστε αυτό με τον καταποντισμό του ΣΥΡΙΖΑ στις διπλές εθνικές εκλογές του 2023, αφού νωρίτερα ο Αλέξης Τσίπρας και τα στελέχη του, με προεξάρχοντα τον Παύλο Πολάκη, είχαν εκτιμήσει ότι οι ψηφοφόροι θέλγονται από την τοξικότητα και το λαϊκισμό ή τις δολοφονίες χαρακτήρων, στις οποίες είχαν προχωρήσει επώνυμα και ανώνυμα τρολ της διαβόητης «υπόγας» της Κουμουνδούρου.
Γράφει η Έρση Παπαδάκη
Αλλά και στο παρελθόν, πρόσφατο και μη, οι ψηφοφόροι είναι αυτοί που με την ψήφο τους έχουν τιμωρήσει κυβερνήσεις, πρωθυπουργούς ή ακόμη και απλούς βουλευτές που τους έχουν υποτιμήσει και έχουν επιχειρήσει να παίξουν με τη νοημοσύνη τους – και ασφαλώς όχι μόνο στην Ελλάδα. Τούτο αφορά π.χ. ακόμη και τους περίφημους εξαπατηθέντες ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής το 2012, καθώς το ακροδεξιό μόρφωμα εξαφανίστηκε οριστικά από τον πολιτικό χάρτη στις εθνικές εκλογές του 2019 και όχι με τις δικαστικές αποφάσεις και τον εγκλεισμό στη φυλακή του αρχηγού και των στελεχών του.
Μάταιες προσπάθειες
Και όμως: Εν έτει 2024 και μετά τον πολιτικό σεισμό που προκάλεσε το αποτέλεσμα των περσινών εθνικών εκλογών, κάποιοι εξακολουθούν να εμφανίζονται αμετανόητοι. Συνεχίζουν να επενδύουν στο διχασμό, στην τοξικότητα, στις «εργολαβίες» κατά των πολιτικών αντιπάλων τους, στις ύβρεις, στην απαξίωση, στις συκοφαντίες, στον πόλεμο μέσα από τα social media και τις χυδαιότητες, ξεχνώντας ωστόσο το πλέον βασικό: ότι την Κυριακή των ευρωεκλογών δεν θα μετρήσουμε... likes και retweets, «καρδούλες» και «χεράκια», αλλά τις ψήφους που θα πέσουν στην κάλπη. Διότι το αποτέλεσμα της κάλπης θα είναι εκείνο που θα κρίνει και θα διαμορφώσει τις πολιτικές ισορροπίες και πάνω σ’ αυτό θα γίνει εφεξής η συζήτηση και όχι στη λογική των τάσεων που επικρατούν στα social media, όπως πιθανότατα θα ήθελαν – μάταια όμως– όσοι επενδύουν σε αυτά.
Με άλλα λόγια, οι ψηφοφόροι που θα πάνε στην κάλπη και στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου και σε κάθε άλλη εκλογική αναμέτρηση είναι νοήμονες άνθρωποι, οι οποίοι δεν επηρεάζονται από τα social media, ασχέτως του αν ασχολούνται με αυτά ή όχι. Και τούτο διότι οι πολίτες θέλουν να κρίνουν με την ψήφο τους αυτόν που είναι καλύτερος και πιο ικανός να διαχειριστεί τις καταστάσεις και όχι αυτόν που θα γράψει ή θα εκστομίσει την πιο εντυπωσιακή ατάκα ή θα «γράψει» καλύτερα στο τηλεοπτικό γυαλί και θα τρέχει στις lifestyle εκπομπές. Οι συγκρίσεις είναι προφανείς, όπως και οι απαντήσεις μέσα από τις δημοσκοπήσεις και κυρίως τα ποιοτικά στοιχεία τους και όχι μόνο την πρόθεση ψήφου.
Αλλωστε και το (φορτισμένο) 2012 και το 2019 αποδείχθηκε ότι οι εκλογές δεν κρίνονται στο timeline των social media και όσα περνούν από τις οθόνες των κινητών τηλεφώνων και των υπολογιστών μας. Ακόμη και το 2015, στο απόγειο του λαϊκισμού και του διχασμού, και παρά την κόπωση που είχαν προκαλέσει η οικονομική κρίση και τα Μνημόνια, η πλειονότητα των πολιτών δεν παρασύρθηκε και δεν υπέκυψε στα παιχνίδια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Η προσπάθειά τους από τον κυβερνητικό θώκο να μετουσιώσουν μετεμφυλιακά σύνδρομα και να φτάσουν ακόμη και σε διώξεις με πολιτικό πρόσημο δεν πέρασε, ακριβώς διότι η κοινωνία ήταν εκείνη που αντιστάθηκε και κατανόησε τη ζημιά που γινόταν στην ίδια τη χώρα.
Είναι λοιπόν θλιβερό σήμερα, εννιά χρόνια μετά, που κάποιοι εξακολουθούν να καταφεύγουν στις ίδιες συνταγές. Και είναι θλιβερό ακριβώς διότι δεν διαβάζουν απλώς με λάθος τρόπο το πολιτικό σύστημα, αλλά υποτιμούν ευθέως τους πολίτες, τους ψηφοφόρους. Δεν είναι τα trolls της «υπόγας» που θα διαμορφώσουν το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών στις 9 Ιουνίου, αλλά οι νοήμονες ψηφοφόροι που θα πάνε στην κάλπη και θα ψηφίσουν με τα ίδια κριτήρια που ψήφισαν στις διπλές εθνικές εκλογές του 2023. Με γνώμονα την ικανότητα και τις δυνατότητες αυτών που θα επιλέξουν να διαχειριστούν τις εξελίξεις και να αντεπεξέλθουν στο έργο τους και όχι να πρωταγωνιστήσουν στην τοξικότητα, στο διχασμό και τις δολοφονίες χαρακτήρων των πολιτικών τους αντιπάλων.