Με απόλυτη επιτυχία προχωρά ο θεσμός της παροχής κοινωφελούς εργασίας σε καταδικασθέντες με ποινές φυλάκισης έως 2 χρόνια. Το υπουργείο Δικαιοσύνης αποτιμά θετικά τα πρώτα στοιχεία εφαρμογής του μέτρου τα οποία έχουν τεθεί σε ισχύ από την 1η Μαΐου καθώς 216 φορείς του Δημοσίου έχουν ενταχθεί μέχρι σήμερα στο πρόγραμμα. 

Στους φορείς περιλαμβάνονται ο Δήμος Αθηναίων, ο Δήμος Θεσσαλονίκης, η Εισαγγελία Πρωτοδικών Ιωαννίνων, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Χανίων, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το Γενικό Νοσοκομείο Διδυμοτείχου, το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου Κρήτης, το Πρωτοδικείο Χαλκίδας, ο Δήμος Καστοριάς, ο Δήμος Νάξου και Μικρών Κυκλάδων. Οι φορείς προσφέρουν 2.863 θέσεις απασχόλησης σε τομείς καθαριότητας πρασίνου, φύλαξης κλπ, ενώ μέχρι σήμερα, παρέχεται κοινωφελής εργασία από 243 καταδικασθέντες, βάσει δικαστικής απόφασης που τους επέβαλε την παροχή της και κατόπιν αίτησης των καταδικασθέντων. 

«Με τις αλλαγές του νέου Ποινικού Κώδικα, η πολιτεία προχώρησε σε μια τολμηρή μεταρρύθμιση συστηματικής καταπολέμησης της μικρής και μεσαίας εγκληματικότητας και αντιστροφής του κλίματος της ατιμωρησίας που είχε καλλιεργηθεί τα προηγούμενα χρόνια. Βασικό εργαλείο αυτής της πολιτικής είναι η έκτιση των ποινών. Ποινή όμως δεν σημαίνει υποχρεωτικά φυλάκιση. Η πολιτεία προβλέπει εναλλακτικές μορφές έκτισης των ποινών με κυριότερη την παροχή κοινωφελούς εργασίας. Για τις καταδίκες σε ποινές φυλάκισης μέχρι 2 έτη, δίνεται η δυνατότητα μετατροπής τους σε παροχή κοινωφελούς εργασίας» τόνισε ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης.

«Η εφαρμογή του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας υπηρετεί δύο ζητούμενα: Την πρόληψη και αποτροπή της παραβατικότητας και την αναμόρφωση και την ομαλή επανένταξη του παραβάτη μέσω της παροχής εργασίας σε τομείς κοινωνικού ενδιαφέροντος και προσφοράς, όπως Νοσοκομεία, κοινωνικές υπηρεσίες των Ο.Τ.Α κ.ά. Τον εναλλακτικό αυτό τρόπο έκτισης των μικρών ποινών, που θεσμοθετήθηκε στην Ελλάδα το 1997 αλλά 27 χρόνια παρέμεινε μέτρο ανενεργό, η κυβέρνηση αναμόρφωσε θεσμικά και κυρίως έθεσε σε εφαρμογή προς όφελος της δικαιοσύνης και των πολιτών» πρόσθεσε. 

O υφυπουργός Δικαιοσύνης Γιάννης Μπούγας, τόνισε πως «ο θεσμός βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ανάγκη να επιβληθεί μία δίκαιη ποινή που θα εκλαμβάνεται ως ορθή και αναλογική, όχι μόνο από την έννομη τάξη, την κοινωνία και το θύμα, αλλά από τον ίδιο τον καταδικασθέντα, διότι συνεισφέρει στην πρόληψη της υποτροπής, στην αντεγκληματική πολιτική και στην παροχή μετασωφρονιστικής αρωγής. Ο συγκεκριμένος τρόπος έκτισης ποινών, γίνεται προς όφελος της κοινότητας που υπέστη την εγκληματική προσβολή, καθότι επιδιώκεται να καταδειχθεί, στο μεν δράστη το κοινωνικά επιβλαβές της πράξης του, στη δε κοινωνία, ότι υπάρχει και άλλη λύση για την καταστολή της παραβατικότητας. Η δικαιοσύνη στοχεύει στην αντιμετώπιση του καταδικασθέντα με την παιδαγωγική προσέγγιση της συμμετοχής του σε κοινωφελείς δραστηριότητες, με σκοπό την κοινωνική του επανένταξη και την καλλιέργεια των δεξιοτήτων και ενδιαφερόντων του, ταυτόχρονα σε ένα υγιές και μη ανταγωνιστικό επαγγελματικό πεδίο».