Η συμφωνία της Τουρκίας για την προμήθεια 40 μαχητικών Eurofighter από τη Βρετανία, με την άρση των επιφυλάξεων της Γερμανίας, σηματοδοτεί ένα νέο κεφάλαιο στην αεροπορική αναμέτρηση στην Ανατολική Μεσόγειο. Την ίδια ώρα, η Αγκυρα επιδιώκει την απόκτηση προηγμένων F-16V από τις ΗΠΑ, ενώ επαναφέρει δυναμικά τη φιλοδοξία της να επανενταχθεί στο πρόγραμμα των αεροσκαφών 5ης γενιάς F-35.
Οι εξελίξεις αυτές προκαλούν ανησυχία, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο Ισραήλ, καθώς η Τουρκία φαίνεται να επιχειρεί ραγδαία αναβάθμιση της αεροπορικής της ισχύος με ορατές συνέπειες για την ισορροπία δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή.
Η επιλογή του Eurofighter, σύμφωνα με τον τουρκικό Τύπο, αποσκοπεί στην αντιμετώπιση της υπεροχής που προσδίδουν στην Ελλάδα τα γαλλικά Rafale και τα επερχόμενα F-35. Δεν πρόκειται, επομένως, για μια ουδέτερη, τεχνοκρατική απόφαση αλλά για στρατηγική κίνηση με συγκεκριμένο αποδέκτη: Την Ελλάδα!
Ετσι, η πατρίδα μας βρίσκεται αντιμέτωπη με μια νέα πραγματικότητα: Τα τουρκικά Eurofighter ενδέχεται να παραδοθούν από το 2026 και να επιχειρούν πλήρως μέχρι το 2028. Ο ποιοτικός και ποσοτικός συνδυασμός τους –μαζί με την αναβάθμιση των F-16– ενδέχεται να περιορίσει το πλεονέκτημα της Πολεμικής μας Αεροπορίας. Οσο για τα F-35, αν τελικά δοθούν στην Τουρκία, τότε το ισοζύγιο θα αλλάξει δραματικά.
Και λέμε «αν» γιατί η Τουρκία, παρά το γεγονός ότι πιέζει τις ΗΠΑ για την έγκριση της προμήθειας 40 νέων F-16V Block 70 και για επιστροφή στο πρόγραμμα των F-35 από το οποίο αποβλήθηκε το 2019 λόγω της απόκτησης των ρωσικών πυραύλων S-400, βλέπει πως οι σχετικές συμφωνίες παραμένουν σε εκκρεμότητα λόγω των αντιδράσεων στο Κογκρέσο, όπου ισχυρές ελληνικές και ισραηλινές οργανώσεις διατηρούν ενεργό ρόλο στην ανάσχεση της πώλησης. Παράγοντες της ελληνικής ομογένειας και φιλοϊσραηλινοί γερουσιαστές, όπως ο Τεντ Κρουζ και ο Τζιμ Ρις, έχουν δηλώσει δημόσια ότι η Τουρκία δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να ενισχυθεί στρατιωτικά χωρίς αυστηρούς όρους που να διασφαλίζουν τη σταθερότητα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η Αγκυρα επιδιώκει σταδιακή αποκατάσταση των σχέσεών της με τη Δύση εμφανιζόμενη ως «χρήσιμος σύμμαχος» στο ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, think tanks όπως το Jewish Institute for National Security of America και αναλυτές του Hudson Institute προειδοποιούν ότι η επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35 θα ήταν γεωπολιτικό λάθος! Οχι μόνο εξαιτίας της συνεργασίας της με τη Ρωσία αλλά και λόγω των επεκτατικών της βλέψεων στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.
Η απόφαση της Βρετανίας να προωθήσει τη συμφωνία και η υποχώρηση της Γερμανίας από την προηγούμενη αρνητική της στάση αποκαλύπτουν για άλλη μια φορά την υποκρισία ορισμένων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Ενώ εμφανίζονται υπέρ της σταθερότητας και της αποτροπής κρίσεων, ενισχύουν εξοπλιστικά την Τουρκία, μια χώρα που απειλεί ευθέως την Ελλάδα, δεν αναγνωρίζει την Κύπρο και στηρίζει τζιχαντιστικά καθεστώτα σε Συρία και Λιβύη.
Ενδεικτικό είναι το πρόσφατο άρθρο της γερμανικής εφημερίδας «Welt» όπου χωρίς περιστροφές δηλώνεται ότι «η Ευρώπη χρειάζεται την Τουρκία». Ενα αφήγημα που επιτρέπει την εμπορική και γεωστρατηγική «νομιμοποίηση» της τουρκικής επιθετικότητας.
Συμπερασματικά, η Τουρκία ενισχύει δραματικά την αεροπορική της ισχύ με ευρωπαϊκά και αμερικανικά μέσα, επιχειρώντας να ανακτήσει τον ρόλο του περιφερειακού ηγεμόνα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα και το Ισραήλ οφείλουν να διαμορφώσουν κοινή στρατηγική αποτροπής, ενισχύοντας τόσο τις διπλωματικές συμμαχίες όσο και τις αμυντικές τους δυνατότητες. Το μήνυμα πρέπει να είναι σαφές προς όλες τις πλευρές: μια υπερεξοπλισμένη Τουρκία δεν είναι παράγοντας σταθερότητας αλλά πολλαπλασιαστής εντάσεων.
Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ καλούνται να απαντήσουν αν θα συνεχίσουν να ανταμείβουν την τουρκική επιθετικότητα ή αν θα στηρίξουν όσους υπερασπίζονται το Διεθνές Δίκαιο και τη σταθερότητα στην περιοχή.