Είναι πολύ συχνό, και απλοϊκό, να λέμε ότι αν δεν υπήρχε κάποιος σπουδαίος συνθέτης η κλασική μουσική δεν θα ήταν όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Και όμως είναι περιπτώσεις όπως ο Αντόνιο Βιβάλντι που αυτό είναι απόλυτα αληθές.
Ο ιερωμένος από τη Βενετία, ο συνθέτης που έγραψε αριστουργήματα πέρα από τις «Τέσσερις Εποχές» και ο άνθρωπος που επηρέασε όσο κανείς τον Μπαχ άφησε το στίγμα του στην παγκόσμια μουσική.
Μπορεί οι περισσότεροι να τον γνωρίζουν από τις όμορφες μελωδίες αλλά ο Βιβάλντι ήταν πρωτοπόρος. Άνοιξε δρόμους στη σύνθεση, έδωσε ζωντάνια και έντονο ύφος στα έργα, σε μια εποχή μάλιστα που η μουσική ήταν αυστηρά δομημένη.
Γράφοντας την εποχή του μπαρόκ ο Βιβάλντι αγνοεί τις φόρμες της εποχής, φτιάχνει εικόνες και δημιουργεί στους ακροατές συναισθήματα. Ο ίδιος ήταν ο πρώτος που πήρε το βιολί από το σύνολο και το ανέδειξε σε πρωταγωνιστή βάζοντας το στο προσκήνιο και γράφοντας δεκάδες έργα για το αγαπημένο του έγχορδο.
Όλα τα παραπάνω ήταν και ο λόγος που ο σπουδαίος Μπαχ, τον μελέτησε σε βάθος, επηρεάστηκε από αυτόν και φρόντισε να αναδειχθεί ακόμα περισσότερο το έργο του. Άλλωστε ο Βιβάλντι είναι από τις περιπτώσεις που αν και εν ζωή είχε κάποια επιτυχία, το έργο του ανακαλύφθηκε ξανά αιώνες αργότερα και ο ίδιος πήρε τη θέση που του αξίζει στο πάνθεον της μουσικής.
Εκτός από τα έργα για βιολί ο Βιβάλντι έγραψε πάνω από 40 όπερες και πλήθος άλλων θρησκευτικών έργων.
Ο Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι γεννήθηκε στη Βενετία στις 4 Μαρτίου 1678. Μάλιστα λέγεται ότι βαπτίσθηκε ανεπίσημα την ημέρα της γέννησής του εκ φόβου θανάτου του, μετά από ελαφρύ τραυματισμό που υπέστη σε σημειούμενο την ίδια μέρα σεισμό, ενώ η επίσημη τελετή βάπτισης του Βιβάλντι έλαβε χώρα δύο μήνες αργότερα.
Ο πατέρας του ήταν αρχικά κουρέας, ενώ αργότερα ασχολήθηκε επαγγελματικά με το βιολί και ήταν αυτός που δίδαξε στον Αντόνιο το όργανο. Κατόπιν περιόδευσαν στη Βενετία, πατέρας και γιος, δίνοντας παραστάσεις.
Η κατάσταση υγείας του Βιβάλντι ήταν από τη γέννησή του κακή. Το άσθμα που τον ταλαιπωρούσε τον εμπόδιζε από το να μάθει κάποιο πνευστό όργανο αλλά όχι να σπουδάσει βιολί.
Στην ηλικία των 15 ετών –το 1693– ξεκίνησε να μελετά προκειμένου να γίνει ιερέας και χειροτονήθηκε το 1703 σε ηλικία 25 ετών. Σύντομα του απέδωσαν το υποκοριστικό «Il Prete Rosso» (ο Κόκκινος Παπάς) εξαιτίας του χρώματος των μαλλιών του. Ένα χρόνο μόλις μετά τη χειροτόνησή του, το 1704, απαλλάχθηκε από την τέλεση της Θείας Λειτουργίας εξαιτίας της επιδείνωσης της υγείας του. Τέλεσε τη Θεία Λειτουργία ως ιερέας λίγες μόνο φορές, ενώ παρόλο που ανακλήθηκε από τα λειτουργικά του καθήκοντα, παρέμεινε ιερέας.
Στην μετέπειτα ζωή του απόλαυσε επιτυχία και δόξα κυρίως στην γενέτειρά του. Η δημοτικότητά του όμως έπεσε προς το τέλος της ζωής του. Τον Ιούνιο του 1741 αποσύρεται στη Βιέννη και ένα μήνα αργότερα πεθαίνει.