Η Βουλή ετοιμάζεται να στήσει 14 κάλπες –τέσσερις περισσότερες απ’ όσες στην υπόθεση Novartis– για να διερευνήσει την πολιτική και ποινική ευθύνη 14 προσώπων για την τραγωδία των Τεμπών. Η πρωτοβουλία αυτή κινδυνεύει να εξελιχθεί σε κοινοβουλευτική παρωδία, δεδομένου ότι –μεταξύ άλλων– κατηγορείται ο Κυριάκος Μητσοτάκης για εσχάτη προδοσία!

Στο επίκεντρο βρίσκεται η πρόταση που κατατέθηκε από βουλευτές της Ελληνικής Λύσης, της Νίκης, της Πλεύσης Ελευθερίας και ανεξάρτητους προσκείμενους στο Κίνημα Δημοκρατίας, με αφετηρία σχετική εισήγηση της προέδρου του Συλλόγου «Τέμπη 28.2.2023», Μαρίας Καρυστιανού. Η πρόταση ζητεί τη διερεύνηση εννέα σοβαρών ποινικών αδικημάτων, μεταξύ των οποίων και το βαρύτερο που προβλέπει το ελληνικό σύνταγμα: η εσχάτη προδοσία.

Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι ακόμα και ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ, Σταύρος Κοντονής, κάνει λόγο για «παρόλες περί εσχάτης προδοσίας» από μια «ετερόκλητη συμμαχία θρησκόληπτων, ακροδεξιών και λαϊκιστών». Εύλογη η ανησυχία του: όταν η πιο βαριά κατηγορία του ποινικού δικαίου χρησιμοποιείται με τόση ελαφρότητα, δεν θίγεται μόνο η πολιτική αξιοπιστία των κομμάτων που την υπέγραψαν, αλλά και η σοβαρότητα της κοινοβουλευτικής διαδικασίας.

Με άλλα λόγια, όταν κάποιος καλεί σε Προανακριτική για «εσχάτη προδοσία» με αφορμή μια τραγωδία, θα πρέπει να μπορεί να τεκμηριώσει κάτι τέτοιο νομικά και να μη στηριχθεί στο θυμικό ή στις επικοινωνιακές κορόνες.

Διαφωνίες συγγενών

Την ίδια ώρα, στο εσωτερικό του Συλλόγου «Τέμπη 28.2.2023», η πρόταση φαίνεται να μην είχε ευρεία συναίνεση. Η γραμματέας του Δ.Σ., Ελένη Βασάρα, και το μέλος Βασίλης Παυλίδης δήλωσαν ότι έμαθαν για την πρόταση από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τόνισαν ότι δεν υπήρξε ποτέ συνεδρίαση ή ενημέρωση για τη σύνταξή της, γεγονός που δημιουργεί σοβαρό ζήτημα εκπροσώπησης.

Ακόμη και συγγενείς που έχουν πάρει δημόσια θέση για την ανάγκη απόδοσης δικαιοσύνης, όπως ο Νίκος Πλακιάς –που έχασε τις δύο κόρες και την ανιψιά του στο δυστύχημα– διαφοροποιούνται πλήρως. Με δημόσια ανάρτησή του ο κ. Πλακιάς σημειώνει πως τέτοιες κινήσεις θα πρέπει να φέρουν ονοματεπώνυμο και όχι να παρουσιάζονται με συλλογικό πληθυντικό.

Επιπλέον, θέτει ένα κρίσιμο ερώτημα: «Γιατί δεν ζητούν την ευθύνη του πρωθυπουργού για το λαθρεμπόριο; Μήπως γιατί ξέρουν ότι λέγανε ψέματα;». Η επισήμανση του κ. Πλακιά μπορεί να ακούγεται αιχμηρή, αλλά εκφράζει εύστοχα την αγωνία πολλών: αν η Δικαιοσύνη γίνει μέσο αντιπολιτευτικής ρητορικής, τότε στο τέλος ούτε η αλήθεια θα αποκαλυφθεί ούτε οι ένοχοι θα λογοδοτήσουν.

Από την πλευρά του, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Θεόφιλος Ξανθόπουλος ανέφερε σε ραδιοφωνική συνέντευξή του πως η πρόταση Καρυστιανού στερείται νομικής βάσης, τουλάχιστον όσον αφορά τις κατηγορίες προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη. «Για λόγους λαϊκισμού και εντυπώσεων κάποιοι επινοούν ένα αδίκημα», είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας με ειρωνεία ότι «αν κάποιοι θέλουν να φτάνουν οι ευθύνες του πρωθυπουργού μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή, ας το κάνουν».

Κάτι που φανερώνει ότι ακόμα και εντός του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει προβληματισμός. Ο πρώην υπουργός της κυβέρνησης Τσίπρα και νυν στέλεχος της Νέας Αριστεράς, Πάνος Σκουρλέτης, τόνισε ότι δεν θα έβαζε την υπογραφή του δίπλα σε πολιτικές δυνάμεις όπως οι Σπαρτιάτες, η Πλεύση Ελευθερίας και η Νίκη, επισημαίνοντας πως η πρόταση αυτή είναι ουσιαστικά ένα «δώρο» προς την κυβέρνηση, αφού της επιτρέπει να υπονομεύσει κάθε σοβαρή συζήτηση περί ευθυνών.

Δεν περνά απαρατήρητο το γεγονός ότι η πρόταση για την Προανακριτική συνυπογράφεται από πολιτικά σχήματα που μέχρι πρόσφατα αμφισβητούσαν ακόμη και τον ίδιο τον κοινοβουλευτισμό. Το γεγονός αυτό γεννά ένα οξύμωρο: ζητούν να ελεγχθούν οι θεσμοί από εκείνους που κατά καιρούς έχουν αμφισβητήσει τους θεσμούς. Η τραγωδία των Τεμπών, ένα από τα πλέον οδυνηρά γεγονότα της Μεταπολίτευσης, κινδυνεύει να μετατραπεί σε εργαλείο επικοινωνιακής υπερβολής.

Ο διευθυντής ερευνών της Opinion Poll και πολιτικός αναλυτής, Ζαχαρίας Ζούπης, το αποτύπωσε με ακρίβεια: «Στιγμή ντροπής για το πολιτικό σύστημα». Και εξήγησε: «Ανοίγουν περίεργες ατραποί και ενισχύεται η εργαλειοποίηση της τραγωδίας».

Από ουσία μηδέν

Σε κάθε περίπτωση, το βασικό ζητούμενο από την πρώτη ημέρα της τραγωδίας στα Τέμπη ήταν ένα: η απόδοση ευθυνών με θεσμική επάρκεια και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το κράτος δικαίου. Η υπόθεση, όμως, φαίνεται πως από αντικείμενο δικαστικής διερεύνησης τείνει να μετατραπεί σε εργαλείο κομματικού εντυπωσιασμού.

Η ίδια η πρόταση Καρυστιανού, ανεξαρτήτως προθέσεων, προσέλκυσε τη στήριξη πολιτικών δυνάμεων που επενδύουν παραδοσιακά στον πολιτικό θόρυβο και όχι στην πολιτική και κοινοβουλευτική λογική. Οταν το περιεχόμενο μιας τέτοιας πρότασης πλαισιώνεται από κόμματα που αρθρώνουν με άνεση λόγο για «εθνοσωτήριες λύσεις», τότε η ουσία απειλείται με αποδόμηση. Και όταν ανακαλύπτεται «εσχάτη προδοσία» σε μια εισαγγελική παραίνεση, δεν καθιστά πιο αυστηρό τον έλεγχο· κινδυνεύει να τον ευτελίσει.

Το ζήτημα για πολλούς έγκειται πλέον στο γεγονός ότι αντί να συζητάμε για καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη, για παραλείψεις, για την υποστελέχωση του ΟΣΕ ή την απουσία τηλεδιοίκησης, η δημόσια σφαίρα γεμίζει με όρους όπως «εσχάτη προδοσία».

Με άλλα λόγια, το πολιτικό σύστημα, αντί να ανταποκριθεί με την απαιτούμενη σοβαρότητα στο μέγεθος της τραγωδίας, δείχνει πρόθυμο να την εντάξει στην ατζέντα της μικροκομματικής του επιβίωσης. Αυτό είναι το πιο ανησυχητικό. Όχι η πρόταση αυτή καθαυτήν, αλλά ο τρόπος με τον οποίο την «αγκάλιασαν» ετερόκλητοι σχηματισμοί.