Τελικά, ακόμα και ο θάνατος έχει πολιτική ταυτότητα ή τουλάχιστον αυτό θα ήθελαν μερικοί να συμβαίνει. Μόνο που υπάρχει ένα πρόβλημα: κάποιοι συγγενείς των θυμάτων, όπως ο Νίκος Πλακιάς, που έχασε δύο κόρες και μια ανιψιά στα Τέμπη, δεν υπάγονται σε κομματικές γραμμές. Και όταν μιλούν, εκθέτουν.
Σκοτώνουν την υποκρισία χωρίς να υψώσουν φωνή, μόνο με ερωτήματα. Και αυτό είναι πολύ πιο θανατηφόρο από τα συνήθη «λαϊκά δικαστήρια» των social media.
Η ανάρτησή του είναι μια χειρουργικής ακρίβειας αποδόμηση της «θεωρίας του λαθρεμπορίου», εκείνης της θλιβερής επινόησης που περιφερόταν σαν θίασος χωρίς σκηνή, από εκπομπή σε κανάλι και από φυλλάδα σε hashtag. Μια θεωρία που έγινε σημαία μιας αλλοπρόσαλλης αντιπολίτευσης, που την έβαλε μπροστά όχι για να βρει την αλήθεια, αλλά για να εξασφαλίσει μερικά λεπτά ακόμη στην επιφάνεια της πολιτικής ανυπαρξίας της.
Ο Πλακιάς θέτει το ερώτημα που καίει σαν βιτριόλι: Αφού μιλούσαν για λαθρεμπόριο και για ευθύνη της κυβέρνησης, γιατί δεν το έβαλαν ούτε καν στην πρότασή τους για Προανακριτική; Η απάντηση δεν χρειάζεται ερμηνευτή, είναι η ντροπή που κάνει πίσω. Δεν το έβαλαν, γιατί ήξεραν ότι έλεγαν ψέματα. Γιατί το λαθρεμπόριο ήταν πολιτικό, όχι σιδηροδρομικό. Ένα λαθρεμπόριο συνείδησης, που πουλούσε πόνο σε τιμή χονδρικής για λίγη παραπάνω απήχηση.
Βελόπουλος, Κωνσταντοπούλου, και λοιποί επιβάτες της γραμμής συνωμοσίας βρήκαν συνοδοιπόρους σε «σοβαρούς» της αντιπολίτευσης, που τώρα σιωπούν αμήχανα. Όταν όμως ένας πατέρας που έχασε τα παιδιά του τους ξεσκεπάζει με μία φράση, όχι φωνασκώντας αλλά ρωτώντας, τότε αποκαλύπτεται όλη η γύμνια. Τα Τέμπη, λέει, δεν έχουν χρώμα. Κι όμως, κάποιοι προσπάθησαν να τα βάψουν με κομματική μπογιά.
Δίχασαν οικογένειες, έσπειραν καχυποψία, μοίρασαν ενοχές με τρόπο που ούτε οι πιο μανιακοί εισαγγελείς της Twitterικής Δημοκρατίας δεν θα τολμούσαν. Κατηγορούσαν τη Δικαιοσύνη μέχρι να δώσει ένα πόρισμα που κάπως τους βολεύει. Την επόμενη εβδομάδα αν χρειαστεί θα την ξανακατηγορήσουν. Αυτό το «με το έτσι θέλω» ντύνεται σήμερα με προβιά πολιτικής ευθύνης.
Μόνο που η ευθύνη έχει ένα βάρος. Κι όταν είσαι κούφιος, δεν μπορείς να την κουβαλήσεις. Έτσι καταφεύγεις σε «επιστημονικά ευρήματα» που μυρίζουν ξυλόλιο και αμφισβητείς βίντεο ανάλογα με τα μυγάκια και τους θάμνους που παρουσιάζουν. Όχι γιατί σε νοιάζει η αλήθεια, αλλά γιατί απελπίζεσαι. Γιατί όσο πλησιάζει η ώρα της κρίσης –της κάλπης, της Δικαιοσύνης ή απλώς της Ιστορίας– τόσο ξεμένεις από επιχειρήματα.
Ο Νίκος Πλακιάς δεν είναι πολιτικός. Δεν θέλει να γίνει. Αλλά ακριβώς γι’ αυτό τα λόγια του διαλύουν το νέφος της υποκρισίας που στήθηκε πάνω από τα Τέμπη. Γιατί δεν φοράει κομματικό περιβραχιόνιο ούτε κρατάει κομματικά χαρτιά. Και αυτό είναι που τρομάζει τους επαγγελματίες της αντιπολίτευσης: η αλήθεια, όταν δεν φοράει μικρόφωνο, είναι πάντα εκκωφαντική.