Στα χρόνια του ΠΑΣΟΚ, τότε που οι Έλληνες «έλιωναν» στις πίστες και στις μίζες με τα χρήματα από τα πακέτα Ντελόρ, το όνομα του πρόεδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήταν συνώνυμο του Ντιόρ μια και εκεί κατέληγε ένα μέρος των χρημάτων που έστελνε η ΕΟΚ («ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο») στην Ελλάδα προκειμένου η οικονομία της να πετύχει υψηλότερους ρυθμούς συνοχής με τις πλούσιες χώρες.
Επί της ουσίας και εν αγνοία του ο Ζακ Ντελόρ, που υπήρξε ο μέγας χορηγός της χρυσής εποχής του ΠΑΣΟΚ, την οποία χρόνια αργότερα κλήθηκαν να πληρώσουν οι Έλληνες με τα μνημόνια και την χρεοκοπία. Διότι, αντί τα χρήματα (αρκετά δισεκατομμύρια) αντί να επενδυθούν σε έργα υποδομής και στον εκσυγχρονισμό της παραγωγικής βάσης, έγιναν γαρδένιες στα… «πολιτιστικά κέντρα» (σκυλάδικα), ακριβά αυτοκίνητα, βίλες και ντόλτσε βίτα.
Έναν τρόπο ζωής που όχι μόνο αποτελεί σημείο αναφοράς του σημερινού ΠΑΣΟΚ, αλλά και μοντέλο κοινωνικού κράτους για μια μερίδα της ελληνικής κοινωνίας. Ωραία χρόνια, ανέμελα, με δανεικά και αγύριστα. Τρόπος του λέγειν, δηλαδή, γιατί ο λογαριασμός από τα τρικούβερτα γλέντια ήρθε δια χειρός Σόιμπλε και ήταν φουσκωμένος. Χρήζει φυσικά ειδικής μνείας η σύμπτωση ότι ο Γαλλογερμανικός άξονας υπήρξε καθοριστικός για την Ελλάδα.
Ένας Γάλλος έδωσε τα χρήματα και ένας Γερμανός τα ζήτησε πίσω με επαχθείς όρους. Όπως επίσης, για την ιστορία, η αλήθεια είναι ότι η χρεοκοπία ουσιαστικά ήρθε ετεροχρονισμένα από τον πατέρα στον υιό Παπανδρέου, λεπτομέρεια η οποία μάλλον διέλαθε της προσοχής του Νίκου Ανδρουλάκη ώστε να πει πως την Ελλάδα χρεοκόπησε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή.
Την απάντηση την πήρε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά ας μην έχουμε αυταπάτες: κατά βάθος η νοσταλγία για εκείνη την περίοδο της σοσιαλιστικής ανεμελιάς τέμνει οριζόντια τη κοινωνία έτσι ώστε να το αξιοποιούν καταλλήλως στο ΠΑΣΟΚ και εντέχνως να την επικοινωνούν.
Η ουσία, όμως, είναι ότι τα πακέτα εκείνης της περιόδου 1985- 1990 δεν αξιοποιήθηκαν εκεί που θα έπρεπε και κυρίως εκεί που χρειαζόταν η ελληνική οικονομία.
Σε κάθε περίπτωση τα πάρτι κάποια στιγμή τελείωσαν και τους λογαριασμούς κάποιοι άλλοι κλήθηκαν να τους εξοφλήσουν: τόσο απλά.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν τα πλήρωσαν οι διοργανωτές όπως και οι συμμετέχοντες, μόνο που αυτό σήμερα όχι μόνο δεν το θυμούνται οι κοινωνιστές με τα λεφτά των άλλων, αλλά επιπλέον ζητούν και τα ρέστα από εκείνους που ανέλαβαν να τους πληρώσουν για λογαριασμό τους.
Όλα αυτά για την ιστορία, μια και μέσα σε λίγες ώρες την ίδια ημέρα δύο απώλειες επανέφεραν στη μνήμη τους πρωταγωνιστές μιας ακμάζουσας και μιας παρακμάζουσας περιόδου της ελληνικής δημοκρατίας. Και ίσως να αδικούνται εν μέρει τα πρόσωπα αφού τον έναν θα τον θυμόμαστε για τα «πακέτα» και των άλλον για τα «μνημόνια».
Ωστόσο ο «καλός» Ντελόρ και ο «κακός» Σόιμπλε δεν ήταν παρά οι ρόλοι ενός έργου που γράψαμε από κοινού όλοι οι Έλληνες και οι πολιτικές ηγεσίες. Αυτό ας το θυμόμαστε ώστε να μη ψάχνουμε άλλοθι εκ των υστέρων σε «φιλέλληνες» και σε «ανθέλληνες».