Η συγκολλητική ουσία, η εξουσία –είτε ως προς την προσμονή αυτής είτε ως προς την ανάληψή της– δεν υπάρχει πλέον. Έτσι, το πραγματικό πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ αποκαλύπτεται. Πέφτουν οι μάσκες και επιβεβαιώνεται –με τον χειρότερο τρόπο είναι αλήθεια– ποιοι ήταν, ποιοι εξακολουθούν να είναι και ποιοι θα συνεχίσουν να είναι. Είτε διασπαστούν είτε ή όχι –η πρώτη εκδοχή φαντάζει πιθανότερη– αυτά που θα ακολουθήσουν δεν διαφέρουν με όσα προηγήθηκαν τα τελευταία δώδεκα χρόνια.
Το κόμμα διαμαρτυρίας του 3%, που βρέθηκε στην εξουσία με επικεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα και με όπλα τον λαϊκισμό, τη δημαγωγία, τη λάσπη, την τοξικότητα και τα fake news, επανέρχεται, σιγά σιγά στη... βάση του. Τα στελέχη του –υποψήφιοι, «μέντορες» και οπαδοί– ξεκατινιάζονται και δείχνουν αυτό που όλοι γνωρίζουν, αν και κάποιοι δεν το παραδέχονται ακόμη και σήμερα: ότι πρόκειται για ένα συνονθύλευμα τάσεων, στάσεων και κυρίως πολιτικά «ορφανών» στελεχών που περιφέρονται στο πολιτικό σκηνικό.
Η εμφάνιση του Στέφανου Κασσελάκη, η αποδοχή του στο σύστημα των φανατικών ψηφοφόρων που θα φτάσουν μέχρι την κάλπη είναι το κερασάκι σε μια τούρτα που ετοιμάστηκε και σερβιρίστηκε στους πολίτες σε μια περίοδο όπως αυτή της οικονομικής κρίσης, όταν δηλαδή η αγανάκτηση αναζητούσε διέξοδο μέσω της απόδοσης ευθυνών στους… άλλους. Το «Ή εμείς ή αυτοί» του Αλέξη Τσίπρα αποτύπωνε και εξακολουθεί να αποτυπώνει όλη τη φιλοσοφία του συστήματος της πρώτης φοράς Αριστερά.
Οι υποψήφιοι αρχηγοί του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν καταφέρει να δώσουν ένα πολιτικό αποτύπωμα. Να διαφοροποιηθούν δηλαδή από τη λογική και την τακτική Τσίπρα που ακολούθησε από την πρώτη στιγμή το σκεπτικό ότι «δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο». Και ο τρόπος ήταν και είναι οι ύβρεις, οι στοχοποιήσεις, οι προσωπικές επιθέσεις και οι δολοφονίες χαρακτήρων που βασίστηκαν σε μια εμφυλιοπολεμική ρητορική, η οποία, τελικά, κατεδαφίστηκε –μαζί με τα ποσοστά της Κουμουνδούρου– στην τελευταία, διπλή, εκλογική αναμέτρηση.
Καμία πολιτική αναφορά, κανένα πρόγραμμα και κανένα όραμα από τους υποψήφιους αρχηγούς. Και αν δεν υπήρχε η υποψηφιότητα Κασσελάκη ουδείς θα έμπαινε στη διαδικασία να ασχοληθεί. Βέβαια και αυτή η υποψηφιότητα έχει τραβήξει τη δημοσιότητα για τους λάθος λόγους.
Κενός λόγος με τσιτάτα που οδηγούν τους περισσότερους να μιλούν ήδη για έναν… Πολάκη με γραβάτα. Ο νεαρός σε ηλικία υποψήφιος, με λόγο που θυμίζει τους γηραιότερους εκ των στελεχών της Αριστεράς, αναζητεί την προσοχή διά της προκλήσεως.
Οι υπόλοιποι υποψήφιοι απλώς ανύπαρκτοι, ως προς την παράθεση ενός πολιτικού λόγου. Ακόμη και η Έφη Αχτσιόγλου, που έχει επιλέξει ένα μετριοπαθές προφίλ για να καλύψει τον χώρο της κεντροαριστεράς στον οποίο δεν είχε πρόσβαση εξαιτίας αναφορών όπως αυτή για την κανονικότητα που δεν αποτελεί ποτέ ευκαιρία για την Αριστερά.
Εν ολίγοις, στον ΣΥΡΙΖΑ και η μετα-Τσίπρα εποχή δεν θα είναι διαφορετική· ίσως θα είναι και χειρότερη ως προς το κομμάτι της άσκησης αντιπολίτευσης ελλείψει πολιτικού λόγου και προγράμματος. Το μόνο διαφορετικό ενδεχομένως θα είναι να βρεθεί το κόμμα χωρισμένο στα δύο – μπορεί και στα τρία...