Σαν σήμερα, 24 Νοεμβρίου 1859, κυκλοφορεί για πρώτη φορά το έργο του Κάρολου Δαρβίνου «On the Origin of Species», το βιβλίο που άλλαξε όχι μόνο την πορεία της βιολογίας, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον εαυτό του. Ύστερα από περίπου είκοσι χρόνια ερευνών, συλλογής στοιχείων από το ταξίδι του με το Beagle, ατελείωτων σημειώσεων και δισταγμών, ο Δαρβίνος αποφασίζει τελικά να εκδώσει τη θεωρία που φοβόταν ότι θα κλονίσει συθέμελα το κατεστημένο της εποχής. Και πράγματι το έκανε.

Η πρώτη έκδοση αριθμούσε περίπου 1.250 αντίτυπα και σχεδόν όλα εξαφανίστηκαν μέσα σε λίγες μέρες. Το κοινό, είτε το παραδεχόταν είτε όχι, είχε καταλάβει ότι μπροστά του βρισκόταν ένα βιβλίο που δεν θα παρέμενε απλώς στη βιβλιοθήκη των φυσιοδιφών, αλλά θα γινόταν σημείο καμπής.

Ο Δαρβίνος δεν μιλούσε ακόμη για την ανθρώπινη εξέλιξη, ούτε συνδεόταν άμεσα με θεολογικές αντιλήψεις... ωστόσο η θεωρία της φυσικής επιλογής αρκούσε για να προκαλέσει έναν τεράστιο «σεισμό». Η ιδέα ότι τα είδη μεταβάλλονται, προσαρμόζονται και εξελίσσονται, ότι η φύση δεν είναι στατική ούτε προορισμένη εκ των προτέρων, αμφισβητούσε έναν ολόκληρο τρόπο σκέψης που επί αιώνες στηριζόταν στην αμετακίνητη τάξη της δημιουργίας.

Η εποχή εκείνη είχε γαλουχηθεί με τη φυσική θεολογία και η τάξη της φύσης θεωρούνταν απόδειξη της θείας σοφίας. Με το βιβλίο του, ο Δαρβίνος δεν ακύρωνε τη θεϊκή διάσταση, αλλά εισήγαγε μια νέα οπτική, μια ερμηνεία των ζωντανών οργανισμών μέσα από τους νόμους της φύσης και όχι μέσα από την αυθεντία της πίστης. Γι’ αυτό και οι αντιδράσεις των θεολογικών κύκλων υπήρξαν εντονότατες, ενώ στη διεθνή επιστημονική κοινότητα το έργο αντιμετωπίστηκε αρχικά με σκεπτικισμό που αργότερα μετατράπηκε σε αποδοχή.

Στην Ελλάδα, η πρόσληψη της δαρβινικής θεωρίας είχε μια ιδιαιτερότητα. Η Ορθόδοξη παράδοση, βαθιά ριζωμένη σε αιώνες ιστορίας, διωγμών και πολιτισμικών συγκρούσεων, αντιμετώπισε τη νέα ιδέα όχι απλώς ως επιστημονική πρόκληση, αλλά ως ζήτημα κοσμοθεωρητικής σημασίας. Η ελληνική εξήγηση της θεωρίας του Δαρβίνου δεν ήρθε ποτέ ως μια απλή επιστημονική πρόταση, ήρθε ως ερώτημα ταυτότητας. Άλλωστε, πώς αλλιώς θα μπορούσε να ενσωματωθεί αυτή η νέα αντίληψη σε έναν πολιτισμό που έζησε πολέμους, ανατροπές και προσαρμογές μέσα στους αιώνες, παλεύοντας διαρκώς για επιβίωση;

Η «Καταγωγή των Ειδών» δεν άλλαξε μόνο την επιστήμη. Άλλαξε τη φιλοσοφία, την πολιτική σκέψη, την ηθική, ακόμη και τη λογοτεχνία. Έθεσε εκ νέου το ερώτημα του τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, ποια είναι η θέση σου στον κόσμο, τι σημαίνει «προσαρμογή» και ποια στοιχεία τελικά καθορίζουν το μέλλον ενός είδους. Η επίδρασή του απλώθηκε σε συζητήσεις για την κοινωνία, την εκπαίδευση, τη θρησκεία, ακόμη και για τον ίδιο τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε την πρόοδο.

Γι’ αυτό αξίζει να θυμόμαστε τη σημερινή ημερομηνία, γιατί είναι η στιγμή που η σκέψη του ανθρώπου έκανε ένα τεράστιο άλμα, και προσοχή όχι προς την άρνηση της πίστης, αλλά προς την κατανόηση της φύσης με νέα οπτική. Και στην τελική ο Δαρβίνος δεν έδωσε ποτέ μια τελική απάντηση, αλλά άνοιξε ένα παράθυρο. Και μέσα από αυτό το παράθυρο, που κοιτάμε μέχρι σήμερα τον κόσμο, την ιστορία μας, ακόμα και τον ίδιο μας τον εαυτό.