Σαν σήμερα, λίγες ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα του 1992, αποκαλύφθηκε μία από τις πιο εντυπωσιακές και μυστηριώδεις ληστείες που γνώρισε ποτέ η Ελλάδα.

Μια υπόθεση που έμοιαζε βγαλμένη από κινηματογραφικό σενάριο, αλλά εξελίχθηκε στην πραγματικότητα, αφήνοντας πίσω της ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα μέχρι σήμερα. Ήταν το περίφημο «ριφιφί του αιώνα».

Το πρωί της Δευτέρας 21 Δεκεμβρίου, οι υπάλληλοι του υποκαταστήματος της Τράπεζας Εργασίας στην οδό Καλλιρόης, στον Νέο Κόσμο, αντίκρισαν μια εικόνα που δύσκολα μπορούσαν να πιστέψουν. Στο υπόγειο της τράπεζας υπήρχε μια τεράστια τρύπα στον τοίχο, ενώ εκατοντάδες θυρίδες είχαν παραβιαστεί. Από τις 1.151 συνολικά, οι 301 ήταν άδειες.

Οι δράστες δεν είχαν μπει από κάποια είσοδο, ούτε είχαν σπάσει κλειδαριές. Είχαν φτάσει στο θησαυροφυλάκιο σκάβοντας ένα υπόγειο τούνελ μήκους περίπου 23 μέτρων, ακολουθώντας την παλιά κοίτη του Ιλισού ποταμού που περνούσε κάτω από την περιοχή. Το πέρασμά τους ήταν αθόρυβο, μεθοδικό και άρτια οργανωμένο.

Το τούνελ είχε κατασκευαστεί με επαγγελματική ακρίβεια. Υπήρχε εξαερισμός, φωτισμός και ένα αυτοσχέδιο βαγονάκι πάνω σε ράγες, με το οποίο μεταφέρονταν τα μπάζα. Οι ειδικοί μιλούσαν για όγκο χωμάτων που αντιστοιχούσε σε περίπου δέκα αυτοκίνητα, μπάζα που κανείς δεν κατάφερε ποτέ να εξηγήσει πού κατέληξαν.

Οι ληστές είχαν όλον τον χρόνο με το μέρος τους. Το Σαββατοκύριακο εκείνο η τράπεζα ήταν κλειστή και, παρότι ο συναγερμός ενεργοποιήθηκε τέσσερις φορές, θεωρήθηκε λανθασμένος. Κανείς δεν μπήκε στον κόπο να ελέγξει τι πραγματικά συνέβαινε.

Η λεία τους ήταν τεράστια. Χρήματα, χρυσός, κοσμήματα και πολύτιμα αντικείμενα συνολικής αξίας περίπου πέντε δισεκατομμυρίων δραχμών, ποσό που σε σημερινά δεδομένα αντιστοιχεί σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι θυρίδες που ανοίχτηκαν δεν φαίνεται να επιλέχθηκαν τυχαία, γεγονός που ενίσχυσε τα σενάρια περί εσωτερικής πληροφόρησης.

Οι έρευνες που ακολούθησαν κράτησαν μήνες. Βρέθηκαν εργαλεία, μια γεννήτρια, ακόμη και τίτλοι αξιών στην παραλία της Βραυρώνας, όμως κανένα στοιχείο δεν οδήγησε στους δράστες. Κατά καιρούς εμφανίστηκαν μαρτυρίες και θεωρίες: εμπλοκή μαφίας, τρομοκρατικών οργανώσεων ή συνεργών εκ των έσω. Όλες κατέρρευσαν.

Τριάντα και πλέον χρόνια μετά, το «ριφιφί του αιώνα» παραμένει ανεξιχνίαστο. Ένα έγκλημα σχεδόν τέλειο, που συνεχίζει να προκαλεί θαυμασμό και απορία. Και κάθε φορά που η ημερομηνία επιστρέφει, επιστρέφει μαζί της και το ίδιο ερώτημα: πώς κάποιοι κατάφεραν να κλέψουν μια ολόκληρη τράπεζα και να εξαφανιστούν για πάντα.