Σαν σήμερα, 23 Σεπτεμβρίου 1998, η Ελλάδα έζησε ένα από τα πιο σκοτεινά επεισόδια της σύγχρονης ιστορίας της.

Ο Σορίν Ματέι, 27χρονος καταζητούμενος από τη Ρουμανία, εισέβαλε σε διαμέρισμα στην οδό Νιόβης, στα Κάτω Πατήσια, κρατώντας ομήρους τέσσερα μέλη της οικογένειας Γκινάκη. Ήταν υπό την επήρεια ναρκωτικών, κρατούσε χειροβομβίδα και απαιτούσε χρήματα. Μέσα σε λίγες ώρες, το σπίτι μετατράπηκε σε σκηνή τρόμου που παρακολουθούσε ζωντανά ολόκληρη η χώρα.

Η ομηρία που έγινε τηλεοπτικό γεγονός

Η υπόθεση πήρε αμέσως διαστάσεις πρωτόγνωρες. Ο Ματέι, σε παραλήρημα, τηλεφώνησε στον ΣΚΑΙ ζητώντας να βγει στον αέρα. Έτσι, μπροστά στα μάτια εκατομμυρίων τηλεθεατών, ξεκίνησε μια ιδιότυπη «διαπραγμάτευση» με τον Νίκο Ευαγγελάτο, ο οποίος από το στούντιο μετέφερε τα λόγια του και προσπάθησε να κρατήσει ανοιχτή την επικοινωνία. Ήταν η πρώτη φορά που η Ελλάδα έβλεπε απευθείας, σε πραγματικό χρόνο, μια ομηρία. Ο φόβος, η αμηχανία και η περιέργεια γίνονταν ένα εκρηκτικό μείγμα μπροστά στις οθόνες.

Μετά από ώρες αγωνίας, το τέλος ήταν φονικό. Η χειροβομβίδα που κρατούσε ο Ματέι εξερράγη. Η νεαρή Αμαλία Γκινάκη
, μόλις 25 ετών, σκοτώθηκε ακαριαία. Η οικογένεια βυθίστηκε στο πένθος και ολόκληρη η χώρα συγκλονίστηκε από έναν θάνατο που συνέβη μπροστά στις κάμερες. Ο ίδιος ο Ματέι συνελήφθη τραυματισμένος, για να πεθάνει λίγες μέρες αργότερα στο νοσοκομείο από ανακοπή.

Οι ευθύνες και οι αντιδράσεις

Το τραγικό περιστατικό άφησε πίσω του βαρύ αποτύπωμα. Η αστυνομία κατηγορήθηκε για κακή διαχείριση της επιχείρησης· ο τότε αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη με την κατηγορία της ακούσιας ανθρωποκτονίας, αν και τελικά αθωώθηκε. Τα ΜΜΕ, και ειδικά ο ΣΚΑΙ, δέχτηκαν δριμεία κριτική: κατηγορήθηκαν ότι μετέτρεψαν την τραγωδία σε θέαμα, τροφοδότησαν την ένταση και συνέβαλαν στην εκτροπή. Από την άλλη, για πολλούς δημοσιογράφους ήταν η στιγμή που τέθηκαν για πρώτη φορά σοβαρά ζητήματα δεοντολογίας γύρω από το τι σημαίνει «ζωντανή ενημέρωση».

Η υπόθεση Σορίν Ματέι δεν ήταν απλώς μια υπόθεση εγκλήματος. Ήταν μια δοκιμασία για την ελληνική κοινωνία. Ο φόβος για το έγκλημα στα αστικά κέντρα, η ανησυχία για τους «επικίνδυνους ξένους», η αμφιβολία για την ικανότητα της αστυνομίας και η αμηχανία για το ρόλο των ΜΜΕ βγήκαν όλα στην επιφάνεια. Το σοκ ήταν τόσο μεγάλο, που για χρόνια η «Νιόβης» ακουγόταν σαν λέξη-σύμβολο μιας πληγής που δεν έκλεισε εύκολα.

Περισσότερο από δύο δεκαετίες αργότερα, η ιστορία αυτή εξακολουθεί να στοιχειώνει. Γιατί μας θυμίζει πως η ζωή μπορεί να χαθεί σε μια στιγμή, μπροστά σε όλους, σε απευθείας μετάδοση και η Ελλάδα έμαθε με τον πιο σκληρό τρόπο ότι το θέαμα μπορεί να γίνει τραγωδία. Και πως πίσω από κάθε τηλεοπτική εικόνα κρύβεται μια ανθρώπινη ζωή που δεν επιστρέφει ποτέ.