Σαν σήμερα, 19 Αυγούστου 1974, ο αέρας της Λευκωσίας μύριζε ακόμα μπαρούτι. Ήταν μόλις ένας μήνας μετά την τουρκική εισβολή, όταν η Κύπρος βίωνε τις πιο σκοτεινές μέρες της σύγχρονης ιστορίας της. Οι δρόμοι γεμάτοι πρόσφυγες, φωνές γυναικών που έχασαν παιδιά και συζύγους, σπίτια με μισοκαμένα παραθυρόφυλλα, σχολεία που είχαν μετατραπεί σε καταφύγια. Κι εκείνο το καλοκαίρι του 1974 δεν έμοιαζε με κανένα άλλο.
Σαν σήμερα, το μεσημέρι της 19ης Αυγούστου, η Λευκωσία βυθίστηκε ξανά στη βία: ο Αμερικανός πρέσβης Ρότζερ Ντέιβις δολοφονείται μέσα στο κτήριο της αμερικανικής πρεσβείας, χτυπημένος από σφαίρα ελεύθερου σκοπευτή, στη διάρκεια αντιαμερικανικών διαδηλώσεων.
«Από τότε που μπήκαν οι Τούρκοι, όλα μυρίζουν θάνατο»
Έτσι θυμούνται οι παλιοί εκείνες τις ημέρες. Οι Κύπριοι ήταν οργισμένοι – όχι μόνο με την Άγκυρα, αλλά και με την Ουάσιγκτον. Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατηγορούνταν ανοιχτά πως είχαν αφήσει το νησί στο έλεος της εισβολής, αν όχι πως είχαν κλείσει το μάτι στην Τουρκία. Ο Ρότζερ Ντέιβις, μόλις 52 ετών, είχε φτάσει στην Κύπρο λίγες εβδομάδες νωρίτερα, και βρέθηκε να αντιπροσωπεύει μια χώρα που οι διαδηλωτές έβλεπαν ως «συνένοχη».
Το πλήθος είχε συγκεντρωθεί έξω από την πρεσβεία. Φωνές, πανό, συνθήματα που ζητούσαν δικαιοσύνη και καταδίκη της εισβολής. Και ύστερα, μέσα στο χάος, ακούστηκαν πυροβολισμοί. Μια σφαίρα διαπέρασε το παράθυρο του γραφείου του πρέσβη, σκοτώνοντάς τον επιτόπου. Μαζί του σκοτώθηκε και η Κύπρια υπάλληλος της πρεσβείας, Ανδρούλλα Χριστοδουλίδου, μια νέα γυναίκα που απλώς εργαζόταν εκείνη την ημέρα.
Μια χώρα στα όρια
Για όσους ζούσαν εκείνες τις ώρες, η δολοφονία Ντέιβις δεν ήταν απλώς μια είδηση. Ήταν το αποκορύφωμα μιας απελπισίας που είχε ξεχειλίσει. Η Κύπρος ήταν χωρισμένη στα δύο, χιλιάδες οικογένειες είχαν ξεριζωθεί, κι όμως έπρεπε να συνεχίσουν. Οι διαδηλώσεις ήταν ο μόνος τρόπος να ακουστεί η φωνή τους στον κόσμο. Μα εκείνη την ημέρα, η οργή ξέφυγε από τον έλεγχο.
Η δολοφονία προκάλεσε σοκ διεθνώς. Στην Ουάσιγκτον μιλούσαν για «τραγωδία» και ζητούσαν ψυχραιμία. Η κυπριακή κυβέρνηση, που τότε μόλις προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της μετά την κατάρρευση της χούντας στην Ελλάδα και την επιστροφή του Μακαρίου, βρέθηκε αντιμέτωπη με μια κρίση που ξεπερνούσε τα σύνορα του νησιού.
Η... μνήμη της σφαίρας
Όσοι βρέθηκαν εκεί μιλούν για εικόνες που δεν ξεχνιούνται. Το πλήθος να διαλύεται πανικόβλητο, οι στρατιώτες να προσπαθούν να ελέγξουν τον χώρο, οι σειρήνες των ασθενοφόρων να σκίζουν τον αέρα. Μέσα σε όλα, η φωνή της Ανδρούλλας που έσβησε κι αυτή μαζί με τον πρέσβη.
Ένα παράπλευρο θύμα, που όμως έγινε σύμβολο: ότι σε κάθε σύγκρουση, οι απλοί άνθρωποι είναι εκείνοι που πληρώνουν το βαρύτερο τίμημα.
Ένα καλοκαίρι που δεν τελείωσε ποτέ
Αν ρωτήσεις σήμερα τους παλιούς Λευκωσιάτες, θα σου πουν πως ο Αύγουστος του ’74 κράτησε για δεκαετίες. Οι μνήμες δεν έσβησαν. Η δολοφονία Ντέιβις έγραψε μια ακόμα σκοτεινή σελίδα σε μια περίοδο που ήδη είχε γεμίσει με αίμα, πόνο και απώλειες. Έδειξε πως ο θυμός, όταν φουντώνει ανεξέλεγκτος, μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ, φέρνοντας νέες πληγές σε έναν τόπο που αιμορραγούσε.
Απόηχος στο παρόν
Πενήντα και πλέον χρόνια μετά, η σκιά εκείνης της ημέρας παραμένει. Όχι γιατί η Ιστορία πρέπει να κρατάει κακία, αλλά γιατί οι πληγές πρέπει να θυμίζουν. Στην Κύπρο, κάθε «σαν σήμερα» δεν είναι απλώς ημερομηνία στο ημερολόγιο· είναι κομμάτι μιας συλλογικής μνήμης που διαμορφώνει ακόμα την ταυτότητα και τον λόγο των ανθρώπων.
Η δολοφονία του Ρότζερ Ντέιβις υπήρξε ένα γεγονός που επιδείνωσε το ήδη τεταμένο κλίμα και φανέρωσε πόσο δύσκολο είναι να βρεθεί ισορροπία όταν οι λαοί κουβαλούν πίκρα, φόβο και αδικία. Η ιστορία εκείνου του Αυγούστου είναι ιστορία προειδοποίησης: ότι η βία, όσο κι αν μοιάζει εκτόνωση, αφήνει πίσω της μόνο νέες σκιές.
Κι ίσως αυτή είναι η ουσία κάθε «σαν σήμερα»: όχι μόνο να θυμόμαστε το τι έγινε, αλλά να στοχαζόμαστε πώς να μην ξαναγίνει.