σκοπιανός (ο) 1. ο κάτοικος της πρωτεύουσας τηςΒόρειας Μακεδονίας «κάπως δύσκολο να σταματήσει κανείς να λέει σκοπιανούς όλους τους βοροειομακεδόνες όσο αυτοί δεν συμμορφώνονται με τη συμφωνία που οι ίδιοι υπέγραψαν» 2. αυτός που δεν τηρεί τις συμφωνίες του «ο Νάσος είναι σκοπιανός και καλύτερα να μην κάνεις δουλειές μαζί του»

Η επιμονή των ηγετών της Βόρειας Μακεδονίας να αυτοπροσδιορίζονται ως «Μακεδόνες» μπορεί να δείχνει πολλά για τους ίδιους, αλλά σίγουρα δείχνει ακόμα περισσότερα για τη Συμφωνία των Πρεσπών για την οποία ο μπρόεδρος Τσίπρας καμάρωνε τις προάλλες στο Ωδείο Αθηνών, παρέα με τον σύντροφο Ζάεφ: μια συμφωνία τόσο αρπακολλατζίδικα φτιαγμένη που να επιτρέπει στους βορειομακεδόνες να την καταπατούν όποτε τους κάνει κέφι.

Φυσικά όλοι ξέρουμε ότι η αρπακόλλα και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δυο λέξεις που ταιριάζουν όσο η φέτα με τα λαδερά και παρότι οι απόψεις μου για το «σκοπιανό» ή «μακεδονικό» (ή όπως αλλιώς θέλετε) ταυτίζονται με τις απόψεις του πατέρα Μητσοτάκη (πιστεύω ότι το πώς θα ονομάζεται αυτό το τοσοδούλικο κράτος δεν είναι μείζον ζήτημα), δεν παύει να με εκνευρίζει κάθε υπενθύμιση της επικίνδυνης ελαφρότητας με την οποία οι σύντροφοι κυβέρνησαν εκείνα τα 5 χρόνια, στα οποία ο λαός έμαθε ότι αυτό που ποτέ δεν πρέπει να ξεχάσει είναι το τι σημαίνει Αριστερά.