Μπορεί να προσφύγει κάποιος στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, το κατά κόσμον Εκλογοδικείο, και να ζητήσει, για παράδειγμα, την «ακύρωση» της συμμετοχής του κόμματος «Σπαρτιάτες» στη νέα Βουλή; Και αν ακυρωθεί η συμμετοχή ενός κόμματος, τι γίνεται; Δυσνόητες για τον πολύ κόσμο νομικές διαδικασίες που προκαλούν σύγχυση και, κυρίως, δημιουργούν εσφαλμένες εντυπώσεις για την πραγματική κατάσταση, το πραγματικό status quo.
Στις επόμενες γραμμές θα επιχειρηθεί να εξηγηθεί με τρόπο κατανοητό σε μη νομικούς τι πραγματικά ισχύει με βάση το σύνταγμα και το νόμο. Κατ’ αρχάς, το σύνταγμα προβλέπει προσωποπαγή προσόντα για να γίνει κάποιος βουλευτής, η έλλειψη των οποίων οδηγεί σε έκπτωση. Δεν έχει προβλέψεις για «αποκλεισμό» κομμάτων. Η πρόβλεψη που υπάρχει στον νόμο για τα κόμματα (άρθρο 32 Π.Δ. 26/2012) εισήχθη με την –διάσημη πλέον– τροπολογία της κυβέρνησης και αφορά την αποτροπή ανακήρυξης ενός κόμματος από τον Αρειο Πάγο, εφόσον συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις.
Ωστόσο, η κρίση του Αρείου Πάγου περί της ανακήρυξης ενός κόμματος και της συμμετοχής του στις εκλογές δεν υπόκειται στον έλεγχο του Εκλογοδικείου, το οποίο κατά το άρθρο 58 του συντάγματος εκδικάζει μόνο ενστάσεις είτε για εκλογικές παραβάσεις σχετικές με την ενέργεια των εκλογών (π.χ. λάθος καταμέτρηση ψήφων) είτε για την έλλειψη νομίμων προσόντων βουλευτή.
Η δε διαμορφωθείσα νομολογία του ΑΕΔ (με πρόσφατη την 1/2018 Απόφαση) έχει κρίνει ότι η έκπτωση του βουλευτή επέρχεται εάν συντρέχουν στο πρόσωπό του τα κωλύματα και τα ασυμβίβαστα των άρθρων 56 και 57 του συντάγματος, καθώς και όσα προβλέπονται σε ειδικούς νόμους, αλλά αυτή η ερμηνεία είναι προφανές ότι καταλαμβάνει «επαγγελματικές δραστηριότητες» που γεννούν ασυμβίβαστα. Αλλωστε, η ειδική διάταξη του άρθρου 32 του Π.Δ. 26/2012 δεν εισάγει επαγγελματικό ασυμβίβαστο, αλλά κώλυμα συμμετοχής συνδυασμού και κατά τούτο είναι ανέλεγκτη από το Εκλογοδικείο.
Τέλος, σε περίπτωση που ήθελε αποφασιστεί έκπτωση κάποιου ή κάποιων βουλευτών ενός κόμματος και δεν υπάρχουν αναπληρωματικοί (όπως π.χ. συμβαίνει στο κόμμα «Σπαρτιάτες»), οι έδρες δεν μοιράζονται αυτόματα στα υπόλοιπα κόμματα, αλλά διενεργούνται επαναληπτικές εκλογές στις συγκεκριμένες περιφέρειες, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Π.Δ. 26/2012.