Κάποτε περπατούσαν στους διαδρόμους του Μαξίμου σαν να ήταν το σπίτι τους. Τώρα, ο ένας περνά από μπροστά του και κάνει πως δεν κοιτάει γιατί δεν του αρέσει ο ένοικος, και ο άλλος ψαχνει για να δει αν υπάρχει δρόμος επιστροφής, που να μην τον έχουν όμως φράξει οι κλούβες στην Ηρώδου του Αττικού.
Ο λόγος, φυσικά, για τον Αντώνη Σαμαρά και τον Αλέξη Τσίπρα, δύο πολιτικά brands που έγραψαν ιστορία, τώρα το τί ιστορία είναι άλλο θέμα, και πλεον, μεταξύ καλοκαιρινών δηλώσεων, χρυσών παρεμβάσεων και νοσταλγικών βλέψεων, μοιάζουν σαν να ετοιμάζουν comeback στον έρωτα τους - την πολιτική ηγεσία δηλαδή.
Ο ένας εμφανίζεται σε δηλώσεις και διαρροές, ο άλλος κάνει podcasts και βόλτες στο Παγκράτι. Αλλά και οι δύο κρατούν τη φλόγα της πολιτικής μέσα τους σαν καρβουνάκι στο τέλος του τζακιού, που περιμένει λίγο προσάναμμα για να ξαναφουντώσει.
Και ίσως, όταν ξανάρθει η στιγμή, να επιστρέψουν. Όχι κατά πως φαίνεται στο Μαξίμου, αλλά στα πράγματα, στα πάνελ, ή έστω στα μνημόσυνα της μεταπολίτευσης.
Σε μια περίοδο που η παγκόσμια σταθερότητα απειλείται από νέους πολέμους και από βαρύτατη ενεργειακή κρίση, κάποιοι - και είναι ιδιαίτερα λυπηρό αυτό για τον κύριο Σαμαρά ιδιαίτερα - παίζουν τα ρέστα τους αναλωνόμενοι σε μικροπολιτικά παιχνίδια που σκοπό έχουν να πλήξουν την εικόνα και το κύρος του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά, στην πραγματικότητα πλήττουν το κύρος και την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό, σε μια περίοδο μάλιστα που η χώρα ισχυροποιήθηκε σημαντικά εκτός συνόρων, και που οι περιστάσεις δεν επιδέχονται την παραμικρή έκπτωση στη δυναμική της και εκεί.
Για ποιον ακριβώς εκπρόσωπο του πατριωτικό χώρου μιλάμε, όταν οι παρεμβάσεις του σε ένα άλλο πολιτικό υπόστρωμα, θα μπορούσε να ήταν επιζήμιες για τη συνοχή της παράταξης που αναδείχθηκε, αλλά και ταυτόχρονα δυσφημιστικές για την εικόνα της πατρίδας του στο εξωτερικό;
Ρητορικό ερώτημα, ρητορική και η απάντηση.