Με μια φράση που χτυπάει ακριβώς στον πυρήνα της υποκρισίας της αντιπολίτευσης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης σχολίασε αιχμηρά τις τελευταίες δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος επιχειρεί να εμφανίσει δήθεν μέτωπο προοδευτισμού απέναντι σε μια «υποτιθέμενη» συνύπαρξη της ΝΔ με δυνάμεις δεξιότερα του κέντρου.

«Με τη συνύπαρξη της Ακροδεξιάς και της Αριστεράς δεν πέφτουμε από τα σύννεφα. Την έχουμε δει να συμβαίνει και άλλες φορές, και σε πλατείες, και σε κυβερνήσεις, και στο να οδηγηθούμε σε εκλογές με τη μη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Όπως, ούτως ή άλλως, είχε πει και πρώην πρόεδρος της Βουλής “δεν υπάρχουν ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι”», ανέφερε με νόημα ο κ. Μαρινάκης, φωτογραφίζοντας τις γνωστές πια ακροβασίες του ΣΥΡΙΖΑ στην πορεία του προς την εξουσία το 2015.

Η πολιτική μνήμη, άλλωστε, δεν είναι τόσο βραχεία όσο θα ήθελε η Κουμουνδούρου. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που σήμερα υποκρίνεται ότι σοκάρεται δήθεν από οποιαδήποτε προσέγγιση δυνάμεων δεξιότερων της ΝΔ, υπήρξε το κόμμα που συγκυβέρνησε για τέσσερα χρόνια με τον Πάνο Καμμένο και τους ΑΝΕΛ, ένα κόμμα αμιγώς δεξιών, πολλές φορές εθνικιστικών, αναφορών.

Η περίφημη συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου αποτέλεσε, ίσως, το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η εξουσία μπορεί να υπερβεί κάθε ιδεολογική διαφορά. Όταν το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές, ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να συμμαχήσει με τον αρχηγό των Ανεξαρτήτων Ελλήνων, προσπερνώντας τις χαοτικές αποκλίσεις στις θέσεις τους. Η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ συμπορεύτηκε με την ακροδεξιά ρητορική των ΑΝΕΛ σε μια κυβέρνηση που, όπως αποδείχθηκε, μόνο στα λόγια ήταν «προοδευτική».

Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο ίδιος ο Πάνος Καμμένος υπερασπίστηκε ακραίες θέσεις, προκαλώντας αμηχανία ακόμα και σε ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Από τις δηλώσεις για «λαθρομετανάστες» έως τις συνωμοσιολογικές κορόνες, η συγκυβέρνηση αυτή αποτέλεσε παγκόσμια πρωτοτυπία ενός αριστερο-ακροδεξιού σχήματος. Κι όμως, τότε ο κ. Τσίπρας δεν έβρισκε πρόβλημα στη «συνύπαρξη». Τότε οι ψήφοι ήταν «όλες ευπρόσδεκτες».

Επιλεκτική μνήμη

Σήμερα, ο πρώην πρωθυπουργός εμφανίζεται ως κήρυκας του προοδευτισμού, εγκαλώντας την κυβέρνηση Μητσοτάκη για ανύπαρκτες δήθεν ακροδεξιές συγγένειες, την ώρα που ο ίδιος φλερτάρει με τον λαϊκισμό και την πόλωση. Ο Παύλος Μαρινάκης, με πολιτική ψυχραιμία αλλά και αιχμηρό χιούμορ, του υπενθύμισε την πραγματικότητα που ο κ. Τσίπρας θα προτιμούσε να ξεχάσει.

«Δεν έχουμε κοντή μνήμη, όπως κάποιοι. Θυμόμαστε καλά ποιοι έκαναν υπουργό Άμυνας τον κ. Καμμένο, ποιοι ψήφισαν αγκαλιά προϋπολογισμούς και νομοσχέδια μαζί του, ποιοι προσπέρασαν όλα τα ιδεολογικά προσχήματα για να διατηρηθούν στην εξουσία», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.

Η στάση Μαρινάκη αποδομεί πλήρως το αφήγημα Τσίπρα περί δήθεν «μετώπου δημοκρατίας», αποκαλύπτοντας την πολιτική υποκρισία όσων ξιφουλκούν σήμερα κατά της κυβέρνησης, ενώ οι ίδιοι συνεργάστηκαν με εθνικιστικές και ακροδεξιές δυνάμεις για να ανέλθουν στην εξουσία.

«Άλλοι μιλούν για μέτωπα, άλλοι χτίζουν πλειοψηφίες αρχών. Η Νέα Δημοκρατία δεν παίζει πολιτικά παιχνίδια με την Ακροδεξιά ούτε τότε ούτε τώρα. Η σταθερότητα και η ευθύνη είναι η απάντηση», δήλωσε ο Παύλος Μαρινάκης, ενώ κληθείς να σχολιάσει τα περί «συνένωσης των προοδευτικών δυνάμεων» χαρακτήρισε αυτήν τη συζήτηση πολύ «μπαγιάτικη» και συνέχισε λέγοντας πως «η ίδια η πραγματικότητα απέδειξε ότι αυτοί που εμφανίζονταν ως προοδευτικοί, εφάρμοσαν τις πιο επιζήμιες πολιτικές για τους πολίτες, για την κοινωνία. Πολιτικές, οι οποίες είναι βαθύτατα οπισθοδρομικές. Γιατί αν θεωρεί τον εαυτό του κάποιος προοδευτικό που βάζει πάνω από 30 νέους ή αυξημένους φόρους, που αναγκάζει τους συνταξιούχους να στήνονται σε ουρές, τότε έχει κάθε λόγο να το θεωρεί για τον εαυτό του, αλλά μάλλον οι πολιτικές αυτές είναι επιζήμιες, συνολικά, για τη χώρα».

Σχολιάζοντας δε ο Παύλος Μαρινάκης όσα είπε ο κ. Τσίπρας περί «νέου πατριωτισμού», αναρωτήθηκε αν εννοεί «εκείνον των capital controls, της εξαπάτησης των πολιτών, όπου το ΟΧΙ έγινε ΝΑΙ, της δήθεν υπερήφανης διαπραγμάτευσης» και κατέληξε πως ο κύριος Τσίπρας είναι «ο τελευταίος πρωθυπουργός της μεταπολίτευσης που δικαιούται να κάνει ‘‘κηρύγματα’’ περί αντιμετώπισης της Ακροδεξιάς, είναι εκείνος που συγκυβέρνησε με την άκρα δεξιά. Δικαίωμά του, λοιπόν, να λανσάρει κάτι καινούργιο, αλλά η ιστορία και μάλιστα η όχι και τόσο μακρινή, έρχεται για να διαψεύσει κάθε λέξη την οποία λέει σε κάθε του νέα τοποθέτηση».

Γι’ αυτό και, σύμφωνα με όλες τις μετρήσεις, η Νέα Δημοκρατία, με σταθερή ευρωπαϊκή πορεία και σαφές μεταρρυθμιστικό πρόσημο, αποτελεί σήμερα τον μόνο εγγυητή πολιτικής σταθερότητας στη χώρα, την ώρα που η αντιπολίτευση αναζητεί σωσίβιο σε ετερόκλητες συμμαχίες και συνθήματα του περασμένου αιώνα.