Βάζοντας ως πρώτη προτεραιότητα τα ζητήματα της καθημερινότητας και την αντιμετώπισή τους, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίζεται να περνά στην επόμενη ημέρα. Ακρίβεια, εργασιακά, γραφειοκρατία και μεταναστευτικό μπαίνουν στην πρώτη γραμμή παράλληλα με τα ζητήματα της Υγείας και της Παιδείας, αλλά και της ασφάλειας. Στον αντίποδα τα κόμματα που εμφανίζονται να διεκδικούν την... εξουσία ψάχνουν να βρουν πού χάθηκε η... Κεντροαριστερά, αλλά και το πρόσωπο που θα ηγηθεί όχι σε ένα ιδεολογικοπολιτικό σκηνικό, αλλά προκειμένου να κερδίσει τον πρωθυπουργό. Και αυτό τα λέει όλα...
Με το στοίχημα της οικονομίας να παραμένει διαρκές και τα ευρωπαϊκά θέματα ανοιχτά ως προς τις εξελίξεις και τους συσχετισμούς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κινείται στους γνώριμους ρυθμούς της διακυβέρνησης, που από την πρώτη κυβερνητική θητεία έχει καταγράψει. Με διττό στόχο την ανάπτυξη της χώρας, την κοινωνική συνοχή και τη διατήρηση του status που έχει πετύχει σε επίπεδο ΕΕ αλλά και διεθνώς, καθορίζει και πάλι την ατζέντα. Αυτή που η προεκλογική περίοδος οδήγησε στην τοξικότητα, στο λαϊκισμό αλλά και τα fake news, την ώρα που τα ευρωπαϊκά θέματα όχι απλά δεν συζητήθηκαν, αλλά κρύφτηκαν κάτω από το χαλί εξαιτίας της απουσίας θέσεων και απαντήσεων στα ερωτήματα που τέθηκαν μέσα από την ευρωπαϊκή πλατφόρμα που κατέθεσε ο πρωθυπουργός και αφορούσαν από την ενιαία αμυντική στρατηγική μέχρι την Κοινή Αγροτική Πολιτική και την ολιγοπωλιακή τακτική των πολυεθνικών.
Ο ανασχηματισμός στον οποίο προχώρησε την Παρασκευή ήταν στοχευμένος στους τομείς που απαιτείται επιτάχυνση σε επίπεδο υπουργείων. Ο κάθε ένας μπορεί να κρίνει και να επικρίνει αναφορικά με τις αποφάσεις που έλαβε. Εν τούτοις, το στοίχημα της αντιμετώπισης και των προβλημάτων της καθημερινότητας είναι μεγάλο και θα κριθεί στο τέλος της θητείας της κυβέρνησης που οι πολίτες θα κληθούν να αποφασίσουν αναφορικά με τη διακυβέρνηση της χώρας.
Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν σαφής, δηλώνοντας πως το 28% δύναται να θεωρηθεί θετικό ως προς το σημείο που δημιουργεί τις αναγκαίες και ικανές εκείνες συνθήκες που θα οδηγήσουν κάποιους που κοίταζαν από ψηλά να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα και από πιο χαμηλά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το ποσοστό των ευρωεκλογών αλλάζει τα κοινοβουλευτικά δεδομένα. Με απλά λόγια, οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί δεν έχουν αλλάξει. Ούτε η δύναμη των κομμάτων που βρίσκονται εντός του Κοινοβουλίου και καλούνται να λάβουν αποφάσεις ως προς την πορεία του νομοθετικού έργου.
Στον αντίποδα, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ που εμφανίζονται ως κόμματα εξουσίας, αφού εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για το αποτέλεσμα μέσω των αρχηγών τους, τώρα αναζητούν τη χαμένη... Κεντροαριστερά, εκτιμώντας πιθανότητα ότι η αποχή και η πτώση των δικών τους ποσοστών έχουν σχέση με ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια και όχι με την αδυναμία κατάθεσης προτάσεων διακυβέρνησης. Η συζήτηση που ανοίγει περί... συνεργασιών των αυτοαποκαλούμενων προοδευτικών δυνάμεων δεν έχει καμία σχέση με ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια και δεδομένα. Εχει σχέση με την... αγωνία των στελεχών, κυρίως, που βλέπουν την εξουσία να παραμένει άπιαστο όνειρο και αναζητούν συμπράξεις με γνώμονα την αντιμετώπιση του... Κυριάκου Μητσοτάκη. Αναζητούν, δηλαδή, το πρόσωπο που θα νικήσει –στο μέλλον– τον σημερινό πρωθυπουργό.
Στέφανος Κασσελάκης και Νίκος Ανδρουλάκης εμφανίζονται έτοιμοι να... ηγηθούν του «ανένδοτου» κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη, με τον δεύτερο να αντιμετωπίζει ήδη προβλήματα στη Χαριλάου Τρικούπη, έχοντας φτάσει στο σημείο να αμφισβητείται από βουλευτές και στελέχη – μέχρι και ο πέντε μηνών δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας θέτει θέμα προσφυγής στη βάση του ΠΑΣΟΚ. Ο πρώτος από την άλλη δηλώνει... αμετακίνητος, εκτιμώντας πως έχει εδραιωθεί στην Κουμουνδούρου, την ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί να κάνει δυναμική επανεμφάνιση. Η δημοσκόπηση της Opinion Poll ενδεχομένως να του έχει χαλάσει τον ήρεμο ύπνο, αν και πρέπει να σημειωθεί ότι προκαλεί εντύπωση, αφού στο ΠΑΣΟΚ παραμένουν στελέχη που δεν θέλουν να ακούν καν για συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ, πόσω μάλλον με αυτόν του πρώην πρωθυπουργού.
Είναι εντυπωσιακή πάντως η προσπάθεια –το rebranding που λέμε στα ελληνικά– που επιχειρείται από την πλευρά του Αλέξη Τσίπρα. Μέσα από ένα ινστιτούτο εμφανίζεται ως ο Νέστωρ της Κεντροαριστεράς, το πρόσωπο που μπορεί να ενώσει, την ώρα που ο Στέφανος Κασσελάκης αντιπολιτεύεται λες και βρήκε το... μάνιουαλ του προκατόχου του στο συρτάρι του προεδρικού γραφείου. Διότι η τοξικότητα από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πρωτοφανής, απλά ο νυν πρόεδρος το πήγε σε μια άλλη διάσταση. Ο προκάτοχός του από το 2012 δημιούργησε τις συνθήκες για τη γιγάντωσή του. Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε την προεκλογική περίοδο του 2023, κατά τη διάρκεια της οποίας κυριάρχησαν η καταστροφολογία και οι προσωπικές επιθέσεις.
Σε κάθε περίπτωση, η αναζήτηση προσώπου που θα κερδίσει κάποια στιγμή σε εκλογές τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι ο κεντρικός στόχος των στελεχών και των δύο πλευρών –ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ– και όχι φυσικά τα περί κεντροαριστερής σύμπραξης και δήθεν συνεργασίας των –κατά δήλωσή τους πάντα– προοδευτικών δυνάμεων...
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»