Προ των πυλών για έναν νέο οικονομικό μεγακύκλο μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας βρίσκεται η Ελλάδα παρατηρεί το βρετανικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα Barclays. Ωστόσο ξεκαθαρίζει πως οι εκλογές της 21ης Μαΐου ενέχουν αβεβαιότητα, αν και ο κίνδυνος αλλαγής σκυτάλης στη διακυβέρνηση του τόπου είναι μικρός, υπογραμμίζει και καταλήγει λέγοντας ότι οι μακροοικονομικές προοπτικές και οι προοπτικές των δημοσίων οικονομικών υποστηρίζουν την υπόθεση για αναβαθμίσεις της αξιολόγησης της χώρας σύντομα.

Όπως επισημαίνει η Barclays, το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας έχει προβάδισμα πέντε έως έξι μονάδων στις δημοσκοπήσεις έναντι του ΣΥΡΙΖΑ εν όψει των γενικών εκλογών της 21ης Μαΐου. Οι ισχύοντες εκλογικοί νόμοι δημιουργούν ένα πλήθος πιθανών αποτελεσμάτων, περιπλέκοντας τη βραχυπρόθεσμη πορεία. Αλλά το περιθώριο για ριζική ασυνέχεια πολιτικής είναι πολύ μικρότερο από ό,τι το 2015, χάρη σε μια ευρεία κίνηση της ελληνικής πολιτικής προς το κέντρο, επισημαίνει η Barclays.

Η βρετανική τράπεζα παρατηρεί παράλληλα πως η ελληνική οικονομία ανέκαμψε ισχυρά από την ύφεση της COVID-19, ξεπερνώντας τις επιδόσεις των περισσότερων χωρών της ζώνης του ευρώ το 2021-2022. Η ισχυρή ανάπτυξη, το χαμηλό για μακροχρόνιο διάστημα μέσο κόστος του δημόσιου χρέους και η επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα αναμένεται να οδηγήσουν σε σημαντική μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ και του χάσματος μεταξύ της Ελλάδας και άλλων υπερχρεωμένων χωρών της ευρωζώνης. Το μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας αντικατοπτρίζει κυκλικά και διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της οικονομίας της, αντί να υποδηλώνει ότι τα κέρδη στην ανταγωνιστικότητα από το 2010 έχουν χαθεί, κατά την άποψη της Barclays.

Τα οφέλη της επενδυτικής βαθμίδας

Ωστόσο η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα μπορούσε να είναι ένας ισχυρός άνεμος για τα κρατικά ομόλογα, προσθέτει η Barclays. Η S&P άλλαξε πρόσφατα τις προοπτικές της Ελλάδας σε θετικές και μια αναβάθμιση φαίνεται πιθανή εντός των επόμενων 12 μηνών -είτε στην επόμενη προγραμματισμένη αξιολόγησή της τον Οκτώβριο είτε, διαφορετικά, στην πρώτη της αξιολόγηση του 2024- ενώ θα μπορούσαν να ακολουθήσουν ανάλογα βήματα και άλλοι οίκοι αξιολόγησης, με τη Moody’s ωστόσο να καθυστερεί σε σχέση με τους υπόλοιπους, δεδομένου ότι δίνει αυτήν τη στιγμή τη χαμηλότερη βαθμολογία (τρεις βαθμίδες κάτω από το investment grade).

Η συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στους δείκτες επενδυτικής βαθμίδας μπορεί να απέχει ακόμα, αλλά η αγορά μπορεί να τιμολογήσει αυτήν την προοπτική πολύ νωρίτερα, εάν η εμπειρία της Πορτογαλίας το 2017 είναι ένας οδηγός, επισημαίνει η βρετανική τράπεζα.

Μικρός ο κίνδυνος να αλλάξει χέρια η κυβέρνηση 


Πιθανός κίνδυνος για την πορεία της Ελλάδας προς την αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας θα ήταν ένα εκλογικό αποτέλεσμα που θα σηματοδοτούσε σημαντική ασυνέχεια πολιτικής. Κατά την Barclays οι κίνδυνοι από αυτήν την άποψη είναι χαμηλοί και η S&P φαίνεται να συμφωνεί: «Πιστεύουμε ότι τα προγράμματα του NGEU και τα διαθέσιμα κεφάλαια του RRF, καθώς και τα απτά οφέλη από τη σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε στην αναδιάρθρωση της οικονομίας την τελευταία δεκαετία, θα δώσουν ισχυρά κίνητρα στην επόμενη κυβέρνηση να συνεχίσει την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα», όπως σημείωσε ο οίκος πρόσφατα.

Ειδικότερα, όπως σημειώνει η Barclays: πρώτον, οι προοπτικές μιας ισχυρότερης οικονομίας και της συνέχισης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων υπό μια φιλική προς τις επιχειρήσεις κυβέρνηση θα είναι σίγουρα καλός οιωνός για την ελληνική αγορά μετοχών, δεδομένου και του μεγάλου «βάρους» που έχουν στον Γενικό Δείκτη ο κλάδος των τραπεζών και οι κυκλικοί κλάδοι. Σημειώνεται ότι οι αναθεωρήσεις του EPS για τις ελληνικές εταιρείες ήταν ισχυρότερες από ό,τι για τις ευρωπαϊκές κατά μέσο όρο τους τελευταίους μήνες, γεγονός που πιθανώς εξηγεί ορισμένες από τις ισχυρές επιδόσεις.

Ένας νέος μεγακύκλος πιθανότατα θα δώσει περαιτέρω ώθηση στις ελληνικές μετοχές, οι οποίες είχαν ισχυρή πορεία υπό το φως των θετικών αναθεωρήσεων των κερδών ανά μετοχή (EPS), τονίζει η βρετανική τράπεζα.

Δεύτερον, η Ελλάδα είναι βασικός δικαιούχος των δημοσιονομικών μεταβιβάσεων εντός της ζώνης του ευρώ. Αυτό πιθανότατα θα συνεχίσει να ενισχύει τόσο τις εγχώριες όσο και τις ξένες επενδύσεις εάν η χώρα εμμείνει στη μεταρρυθμιστική ατζέντα της, κατά την άποψη της Barclays. Γενικότερα, η πολιτική σταθερότητα και η προθυμία για δέσμευση στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να ωφελήσουν ολόκληρη την Ελλάδα και το σύνολο της περιφέρειας και να συμβάλουν στη μείωση του χάσματος με τον πυρήνα της ευρωζώνης.

Συμπερασματικά, παρά την απότομη σύσφιγξη της πολιτικής της ΕΚΤ τους τελευταίους μήνες, τα spreads των ομολόγων της περιφέρειας και το ευρώ είχαν πολύ καλή πορεία, υποδηλώνοντας ότι η περιοχή μπορεί να έχει τελικά απομακρυνθεί από την κρίση χρέους της τελευταίας δεκαετίας.