Στη Χαριλάου Τρικούπη ξεκίνησαν... δεντροφύτευση ώστε να είναι έτοιμοι, με την ανάληψη και θεσμικά της θέσης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ν’ αντικαταστήσουν πλήρως τον ΣΥΡΙΖΑ. Τα λεφτόδεντρα αλλάζουν κήπο…
Μετά το «όχι σε όλα», στο ΠΑΣΟΚ επιλέγουν να υιοθετήσουν πλήρως τις αντιπολιτευτικές πρακτικές της Κουμουνδούρου. Πέραν της καταστροφολογίας, που δείχνει να αποτελεί τον κεντρικό πυρήνα της λογικής με την οποία θα κινηθεί το κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη, θεωρείται πλέον δεδομένο ότι η λαϊκίστικη ρητορική θα αποτελέσει τη βάση των επόμενων κινήσεων.
Το «σκληρό ροκ» επιλέγεται ως ο ρυθμός στον οποίο θα χορεύουν τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που με κάθε ευκαιρία σηκώνουν τους τόνους εκτιμώντας, όπως δηλώνουν, ότι «τώρα που η φωνή μας ακούγεται» θα δημιουργήσουν εκείνες τις ικανές και αναγκαίες συνθήκες που θα οδηγήσουν στην αύξηση των δημοσκοπικών ποσοστών. Στόχος, όπως οι ίδιοι λένε, να γράφουν μπροστά το νούμερο 2, ώστε να αποτελέσουν τον πόλο έλξης των δυσαρεστημένων.
Στο πλαίσιο αυτό δείχνει να εντάσσεται και το νέο «λεφτά υπάρχουν», με την κατάθεση προτάσεων που αφορούν στη διάθεση πόρων για διάφορες κοινωνικές ομάδες. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι στη Χαριλάου Τρικούπη καθαρίζονται οι αίθουσες για να υποδεχτούν τους εκπροσώπους φορέων που μέχρι πρόσφατα, ως σημείο αναφοράς και κατάθεσης αιτημάτων είχαν τους χώρους συσκέψεων της Κουμουνδούρου.
Κάτι η νίκη Τραμπ στις ΗΠΑ που στηρίχθηκε στην οικονομία και τα προβλήματα των Αμερικανών με την ακρίβεια, κάτι η αδυναμία κατάθεσης προτάσεων και εναλλακτικών λύσεων για την καθημερινότητα, τα λεφτόδεντρα κάνουν την εμφάνισή τους και πάλι στην πολιτική σκηνή της χώρας. Η χωρίς κόπο αντιπολίτευση αναζητά και πάλι την αγανάκτηση, όπως έγινε κατ’ επανάληψη στο παρελθόν.
Το κλίμα που επιχειρείται να διαμορφωθεί είναι ανάλογο. Η πολιτική σταθερότητα που αποτελεί ανάχωμα και παράλληλα πόλο έλξης όλων εκείνων των δυνάμεων που ασχολούνται με την ανάταξη και την ανάπτυξη, τίθεται ήδη στο στόχαστρο και αυτό δείχνει να επιδιώκει να το εκμεταλλευτεί το ΠΑΣΟΚ. Ευτυχώς, πάντως ο αυριανισμός είναι παρελθόν. Ή μήπως όχι…
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»