Στην ελληνική πολιτική σκηνή, όπου το διαδίκτυο έχει αναδειχθεί σε βασικό κανάλι διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, με τους πολίτες να δέχονται καθημερινά καταιγισμό πληροφοριών, η παραπληροφόρηση και οι θεωρίες συνωμοσίας φαίνεται πως βρίσκουν εύφορο έδαφος.

Από τη ρητορική του «αντισυστημισμού» μέχρι τα «πατριωτικά ξεσπάσματα» και τις απόψεις περί «νέας παγκόσμιας τάξης», ο δημόσιος λόγος ορισμένων πολιτικών κινείται σταθερά στα όρια του πεδίου της λογικής, της τεκμηρίωσης και της επιστημονικής αλήθειας.

Οι πολιτικοί παρατηρητές πιστεύουν ότι σε αυτό το περιβάλλον τέσσερα ονόματα ξεχωρίζουν: Ζωή Κωνσταντοπούλου, Αλέξης Χαρίτσης, Δημήτρης Νατσιός και Κυριάκος Βελόπουλος, κυρίως για τη συμβολή τους στην εξάπλωση συνωμοσιολογικών αφηγημάτων, κάτι που διαφάνηκε ξεκάθαρα και στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες για τον ΟΠΕΚΕΠΕ.

Αριστερή εχθροπάθεια

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου ξεκίνησε την πολιτική της διαδρομή με μεγάλες προσδοκίες και αίσθηση θεσμικής σοβαρότητας – άλλωστε η θέση της προέδρου της Βουλής δεν είναι τυχαία. Ωστόσο, η μετεξέλιξή της σε ηγετική μορφή ενός πολιτικού σχηματισμού που καταγγέλλει τους πάντες και τα πάντα, με φόντο μια μόνιμη διάθεση για σύγκρουση με τους «νταβατζήδες της ενημέρωσης», το «σύστημα εξουσίας» και τις «ελίτ», έχει θολώσει το πολιτικό της στίγμα. Οι θέσεις της για τη «δικτατορία των μνημονίων» και πλείστα άλλα θέματα συνοδεύονται από ένα μόνιμο ύφος καταγγελίας, χωρίς όμως στοιχεία ή υπεύθυνο πολιτικό λόγο.

Η ρητορική της κ. Κωνσταντοπούλου εμπεριέχει συχνά στοιχεία θεωριών συνωμοσίας: οι διεθνείς οργανισμοί παρουσιάζονται ως όργανα παγκόσμιας χειραγώγησης, τα ελληνικά ΜΜΕ ως εχθροί του λαού και οποιαδήποτε αντίθετη άποψη ως αποτέλεσμα προπαγάνδας. Η πολιτική της γραμμή, περισσότερο θεατρική παρά ουσιαστική, στηρίζεται στην καχυποψία και τη διάχυση αμφιβολίας ως εργαλείο πολιτικής πίεσης. Αντί για προτάσεις, η συγκεκριμένη πολιτικός προσφέρει αποδόμηση· αντί για λύσεις, παράγει αμφισβήτηση.

Ο Αλέξης Χαρίτσης, αν και εκ πρώτης όψεως παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος του πιο θεσμικού και «σοβαρού κυβερνητικού» ΣΥΡΙΖΑ της πρώτης εποχής, δεν έχει μείνει αλώβητος από τη γοητεία των πολιτικών μυθευμάτων και της διαστρέβλωσης των γεγονότων.

Ενώ ο ίδιος δεν επιλέγει την κραυγαλέα γλώσσα, φροντίζει με πιο εκλεπτυσμένο τρόπο να καλλιεργεί την ιδέα πως «μας πολεμούν», πως τα συστημικά ΜΜΕ διαστρεβλώνουν καθετί προοδευτικό και ότι οι θεσμοί είναι χειραγωγημένοι από οικονομικά συμφέροντα.

Υπάρχουν περιπτώσεις –όπως αυτή του ΟΠΕΚΕΠΕ, αλλά και των υποκλοπών παλιότερα– κατά τις οποίες ο κ. Χαρίτσης υιοθέτησε μια ρητορική όπου όλα είναι αποτέλεσμα σκοτεινών σχεδίων και όχι θεσμικών δυσλειτουργιών ή πολιτικών ευθυνών.

Οι δημόσιες παρεμβάσεις του συχνά συνοδεύονται από αποσπασματικά στοιχεία, υπερβολικές γενικεύσεις και την απόδοση σκοπιμοτήτων σε όποιον διαφωνεί. Έτσι, από τη «συνωμοσία των καναλιών» μέχρι την «προσχεδιασμένη φτωχοποίηση», ο Αλέξης Χαρίτσης δεν απέχει από τη σφαίρα των fake news, που «σερβίρονται με κουστούμι».

Πατριώτες της… φακής

Σύμφωνα με τους ίδιους παρατηρητές, ο Δημήτρης Νατσιός και το κόμμα του εκφράζουν τον σκληρό θρησκευτικό και εθνικιστικό συντηρητισμό που συχνά συνορεύει –και ξεπερνά– τα όρια του παραλογισμού. Η ρητορική του εμπεριέχει όλα τα βασικά υλικά των θεωριών συνωμοσίας: εχθροί της πίστης, προδοσίες εναντίον του έθνους, πολυεθνικά κέντρα που απεργάζονται την καταστροφή της Ελλάδας, ακόμα και «ανθελληνικά βιβλία» που κυκλοφορούν στα σχολεία.

Ο κ. Νατσιός καλλιεργεί τον φόβο απέναντι σε καθετί διαφορετικό: τους μετανάστες, τους μουσουλμάνους, τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, τα ανθρώπινα δικαιώματα. Με τη βοήθεια μιας ακροαματικής βάσης που διψά για τα «παραδοσιακά» και τα «ορθόδοξα», ο λόγος του μετατρέπεται σε φορέα παραπληροφόρησης. Οι δηλώσεις του για «αντίχριστα προγράμματα» στα σχολεία και για οργανωμένη επιχείρηση «αφελληνισμού» είναι ακριβώς ο τύπος περιεχομένου που αναπαράγεται μαζικά στα social media μέσω των fake news.

Σε μια άλλη, ξεχωριστή, κατηγορία κινείται ο Κυριάκος Βελόπουλος. Από τις «επιστολές του Ιησού» μέχρι τα «μυστικά όπλα των Ελλήνων», ο συγκεκριμένος πολιτικός αρχηγός αποτελεί ίσως τον πιο τρανταχτό εκπρόσωπο της μετα-αλήθειας στον δημόσιο λόγο.

Στις ομιλίες του, τα fake news έχουν κεντρική θέση: από την «αλλοίωση πληθυσμού» μέσω μεταναστευτικών ροών μέχρι τις θεωρίες για παγκόσμιες κυβερνήσεις και μυστικά σχέδια που απειλούν την Ελλάδα. Ο ίδιος ποντάρει στη σύγχυση και την ελλιπή πληροφόρηση, μετατρέποντας τον λαϊκισμό σε πολιτικό προϊόν και την υπερβολή σε αλήθεια. Οι ίδιοι παρατηρητές πιστεύουν ότι το πιο αξιοσημείωτο, ωστόσο, είναι ότι ο κ. Βελόπουλος δεν παρουσιάζει τις θεωρίες του ως απόψεις, αλλά ως αποδείξεις – ντύνοντας το παραμύθι με «εθνική αποστολή».

Ζητούνται αντίδοτα

Η δράση των τεσσάρων πολιτικών –καθένας με το δικό του ύφος και πολιτικό προσανατολισμό– καταδεικνύει ένα κοινό και ανησυχητικό φαινόμενο: τη σταδιακή κανονικοποίηση του ανορθολογισμού και της δυσπιστίας απέναντι στην επιστήμη, στους θεσμούς και στα δεδομένα. Η πολιτική γίνεται θέατρο εντυπώσεων, οι πολίτες αντιμετωπίζονται ως εύπιστοι καταναλωτές «συγκλονιστικών αποκαλύψεων» και η ουσία του δημοσίου διαλόγου εξαφανίζεται.

Η ευθύνη για την αντιμετώπιση του φαινομένου των fake news και της συνωμοσιολογικής πολιτικής δεν βαραίνει μόνο τους πολιτικούς ή τα μέσα ενημέρωσης. Οι ίδιοι οι πολίτες καλούνται να διαμορφώσουν άμυνες απέναντι στον ανορθολογισμό. Η κριτική σκέψη, η διασταύρωση πληροφοριών και η επιμονή στην αλήθεια είναι τα μόνα αντίδοτα.

Η δημοκρατία δεν επιβιώνει με κραυγές και υπερβολές, αλλά με τεκμήρια, διάλογο και ευθύνη. Και όσο οι Κωνσταντοπούλου, Χαρίτσης, Νατσιός και Βελόπουλος συνεχίζουν να επενδύουν στον φόβο και στη σύγχυση, τόσο πιο επιτακτική γίνεται η ανάγκη για πολιτικό λόγο που βασίζεται στα γεγονότα και στην κοινή λογική.