Η παρουσία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον Λευκό Οίκο παρουσιάστηκε από την αντιπολίτευση και ορισμένα ελληνικά μέσα μαζικης ενημέρωσης σαν «μεγάλη επιτυχία της Τουρκίας». Στην πραγματικότητα, η μόνη επιτυχία ήταν του Ντόναλντ Τραμπ: εξασφάλισε εμπορικά συμβόλαια δισεκατομμυρίων για την αμερικανική οικονομία, αφήνοντας τον «σουλτάνο» να φορτωθεί με χρέος και δεσμεύσεις.

Τα περιβόητα deals ύψους 70 δισ. δεν είναι στρατηγικές νίκες της Άγκυρας αλλά λογαριασμοί που θα πληρώσουν οι Τούρκοι φορολογούμενοι. Συμφωνίες για LNG που εντείνουν την ενεργειακή εξάρτηση από τις ΗΠΑ, αμφίβολα εξοπλιστικά με αβέβαιο μέλλον και μια παραγγελία Boeing που μοιάζει περισσότερο με χειρονομία καλής θέλησης παρά με εθνική στρατηγική. Ο Τραμπ πουλάει, ο Ερντογάν αγοράζει. Τόσο απλά.

Κι όμως, στην Ελλάδα η αντιπολίτευση στήνει πανηγύρι. Τα ίδια πρόσωπα που κατήγγειλαν την αναβάθμιση των F-16, την απόκτηση των Belharra, την είσοδο στα F-35 και τις αμυντικές  συμφωνίες με ΗΠΑ και Γαλλία, τώρα χειροκροτούν τον Ερντογάν για τις αγορές του. Όταν η χώρα ενίσχυε την αποτρεπτική της ισχύ και εξασφάλιζε τη θέση της στον ενεργειακό χάρτη, φώναζαν για «σπατάλη». Όταν η Άγκυρα προσπαθεί να υπογράψει το ίδιο, βαφτίζεται «στρατηγικό όραμα».

Η αντίφαση είναι κραυγαλέα και αποκαλυπτική. Δεν πρόκειται για αξιολόγηση στρατηγικών επιλογών αλλά για μικροκομματικό αντανακλαστικό. Αν κάτι γίνεται στην Ελλάδα, είναι «λάθος». Αν το κάνει ο Ερντογάν, είναι «επιτυχία». Στην πραγματικότητα, η μόνη επιτυχία είναι το ταμείο του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ούτε καν στην Τουρκία δεν υπήρξαν τέτοιοι διθύραμβοι. Ο εγχώριος Τύπος στάθηκε πιο ψύχραιμος, αναγνωρίζοντας πως οι πραγματικές απαιτήσεις της Άγκυρας –πρόσβαση στα F-35, ουσιαστικό ρόλο στη Γάζα– δεν ικανοποιήθηκαν. Όλα έμειναν σε γενικόλογες υποσχέσεις.

Η εικόνα είναι καθαρή: ο Τραμπ έστησε ένα δίωρο σόου και έφυγε με συμφωνίες-δώρο για την αμερικανική οικονομία. Ο Ερντογάν επέστρεψε στην Άγκυρα με βαριές υποχρεώσεις και ελάχιστα χειροπιαστά οφέλη. Κι εδώ, η αντιπολίτευση χαίρεται για λογαριασμό τρίτων, σαν να εύχεται να έχει επιτυχίες ο γείτονας κι όχι η δική μας χώρα.

Αν αυτό δεν είναι πολιτική μυωπία, τότε είναι απλώς πολιτική δουλοπρέπεια.