Δεν έχει αρχή και τέλος, δεν έχει μέτρημα το να ψηφίζεις παρών για την εκλογή του προέδρου της Βουλής. Να έχεις τοποθετηθεί δηλαδή συνειδητά ως αόρατος στα κοινοβουλευτικά έδρανα, όταν έχεις λιώσει σόλες να πείσεις προεκλογικά τους ψηφοφόρους σου πως αξίζεις τον σταυρό τους για να γίνεις η φωνή τους μέσα στον Ναό της Δημοκρατίας – και φυσικά εν προκειμένω αναφέρομαι στην ψηφοφορία για την ανάδειξη του προέδρου της Βουλής, μετά την υποψηφιότητα του Κωνσταντίνου Τασούλα για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, και στα κόμματα που ψήφισαν παρών.
Ο Νικήτας Κακλαμάνης εκλέχθηκε με 247 ψήφους: υπέρ ψήφισαν Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Ελληνική Λύση, Σπαρτιάτες και η πλειοψηφία των ανεξάρτητων βουλευτών, ενώ παρών δήλωσαν ΚΚΕ, Νίκη, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας.
Ο πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων είναι το τρίτο ανώτερο πολιτειακό αξίωμα της Ελληνικής Δημοκρατίας μετά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό, και μάλιστα οι αρμοδιότητές του σε ειδικές συνθήκες –σύμφωνα με το σύνταγμα– αναβαθμίζονται, καθώς αναπληρώνει προσωρινά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε περίπτωση που αυτός απουσιάζει στο εξωτερικό περισσότερες από δέκα ημέρες, πεθάνει, παραιτηθεί ή εάν κωλύεται για οποιονδήποτε λόγο να ασκήσει τα καθήκοντά του.
Και όλα αυτά τα γράφω για να αναδείξω τη σπουδαιότητα της συγκεκριμένης ψηφοφορίας, που καμία σχέση δεν έχει με μια ψηφοφορία ενός νομοσχεδίου που συχνά και εκεί ακούμε το παρών.
Η κοινοβουλευτική ωριμότητα δεν θα έπρεπε να έχει χρώμα, πολιτικό προσανατολισμό και ιδεολογία, όμως μετά λύπης διαπιστώνουμε πως τα γνωστά κόμματα και οι συνήθεις ύποπτοι ευαγγελίζονται κατά κανόνα την αντιδραστικότητά τους στις όποιες προτάσεις της κυβέρνησης, αγνοώντας στις περισσότερες των περιστάσεων το κοινό καλό και την ενότητα που πρέπει να προτάσσουν στην κοινοβουλευτική τους δραστηριότητα, κυρίως σε ορισμένες ξεχωριστές περιπτώσεις, όπως αυτή της εκλογής του προέδρου της Βουλής.
Ποιος ξέρει, μπορεί στην τελική και για αυτό να εκλέγονται από τους ίδιους τους ψηφοφόρους τους.