Ο Πέτρος ζει εδώ και δύο χρόνια μόνιμα στις Βρυξέλλες. Παρότι Ούγγρος λατρεύει την Ελλάδα και έτσι δεν ήταν και τόσο τυχαίο που βρέθηκε στο διπλανό τραπέζι από το δικό μου στο εστιατόριο που πήγα να γευματίσω προχθές, σε ένα μεσημεριανό διάλειμμα κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής. Βλέπετε, το συγκεκριμένο μαγαζί είναι ελληνικό, με Έλληνα ιδιοκτήτη, Έλληνες υπαλλήλους, φυσικά ελληνική κουζίνα και κατά βάση Έλληνες πελάτες.
Ο Πέτρος βέβαια δεν έχει, όπως προείπα, ελληνική υπηκοότητα, αλλά αυτό είναι μια μικρή και ασήμαντη λεπτομέρεια. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βουδαπέστη, αλλά στο λεπτό καταλαβαίνεις ότι η καρδιά του χτυπά ελληνικά. Ήταν λογικό να συχνάζει στο συγκεκριμένο εστιατόριο, το οποίο συμπτωματικά βρίσκεται λίγα μέτρα μακριά από τα γραφεία της Μόνιμης Ελληνικής Αντιπροσωπείας στις Βρυξέλλες.
«Καλώς τον. Γύρο να σου φέρω;», τον ρώτησε στα ελληνικά ο Ντίνος, ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού, και αμέσως γύρισε προς το μέρος μου: «Να σου γνωρίσω τον Πέτρο. Είναι από την Ουγγαρία, αλλά αγαπάει τη χώρα μας σαν χώρα του, έμαθε ελληνικά και έχει αγοράσει και σπίτι στην Κρήτη».
Εννοείται έπιασα κουβέντα με τον Ούγγρο «Έλληνα». Μου εξήγησε ότι είχε σπουδάσει γεωπονική στη Βουδαπέστη, γύρω στα 25 βρέθηκε στην Κρήτη όπου έκανε κάτι σαν μεταπτυχιακό, λάτρεψε τον τόπο, τους ανθρώπους και της συνήθειές μας και αποφάσισε να αγοράσει σπίτι στη Νέα Χώρα στα Χανιά.
Με ανυπομονησία περιμένει το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου να αποδράσει στην Κρήτη μακριά από την ομολογουμένως καλή ζωή που κάνει στις Βρυξέλλες όπου εργάζεται σε κάποιο ουγγρικό τμήμα γεωπονίας. Βασικά όμως μετράει τις μέρες για να έρθει το καλοκαίρι και να βρεθεί πάλι για κολύμπι στα κρητικά νερά και να φάει μπουμπουριστούς με ντάκο έχοντας θέα τον φάρο στο Παλιό Λιμάνι των Χανίων. Μέχρι τότε η παρηγοριά του είναι τα πιάτα του Ντίνου και οι παρέες των περίπου 50.000 Ελλήνων που πλέον διαμένουν μόνιμα στη βελγική πρωτεύουσα.
«Ωραία πόλη», του είπα για τη Βουδαπέστη. «Ωραία, αλλά όχι σαν την Αθήνα», μου απάντησε. «Τι έχει η Αθήνα που δεν έχει η Βουδαπέστη;», αναρωτήθηκα. «Μπουζούκια», μου είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια και λυθήκαμε και οι δύο στα γέλια.
Γιατί σας είπα την ιστορία του Πέτρου; Γιατί σκεφτόμουν πόσες φορές γκρινιάζουμε για τα κακώς κείμενα στην Ελλάδα μας και δεν βλέπουμε την άλλη πλευρά του νομίσματος.
Ναι, το ξέρω, δικαίως διαμαρτυρόμαστε. Σε πολλά είμαστε αρκετά πίσω από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κοινωνίες, αλλά σε άλλα είμαστε μοναδικοί. Και δεν εννοώ τα «μπουζούκια» που ανέφερε ο Πέτρος, τα οποία πάντως πράγματι τα βρίσκεις μόνο στην Ελλάδα. Εννοώ τα υπόλοιπα που, επειδή για εμάς είναι αυτονόητα, δεν καταλαβαίνουμε την αξία τους.
Το εξαιρετικό κλίμα, η φυσική ομορφιά, το ποιοτικό φαγητό και πρωτίστως η φιλοξενία και αυτή η μαγική ελληνική λέξη που τα περιγράφει όλα μαζί και δεν είναι άλλη από το «φιλότιμο», συνθέτουν ένα κράμα που σαν αυτό δεν υπάρχει άλλο στον κόσμο.
Πλησιάζει και η εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου και με έπιασε το πατριωτικό μου, αλλά δεν φταίω εγώ. Ένας Ούγγρος «Έλληνας» με έβαλε στην πρίζα.
Φίλες και φίλοι, είναι ευλογία που γεννηθήκαμε σε αυτόν τον τόπο και πατρίδα μας είναι η Ελλάδα με τη γαλανόλευκη να κυματίζει περήφανα στην καρδιά μας!