Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες είναι σαν να βρισκόμαστε στην αφετηρία μιας νέας περιόδου. Νομίζω ότι τα πάντα στη ζωή μας έχουν μια άτυπη αρχή τον Σεπτέμβριο και όχι τον Ιανουάριο όταν αλλάζει ο χρόνος. Θυμάμαι τον πολύ αγαπημένο μου, κορυφαίο δημοσιογράφο και συγγραφέα, Νίκο Ζερβονικολάκη, να μου λέει με έμφαση ότι τώρα, τον Σεπτέμβριο, αρχίζει η χρονιά και όχι την Πρωτοχρονιά, που ουσιαστικά δεν αλλάζει τίποτα. Τον Σεπτέμβριο ανοίγουν τα σχολεία, επιστρέφουμε δυναμικά στις δουλειές μας, ο πρωθυπουργός και οι πολιτικοί αρχηγοί ανεβαίνουν στη Θεσσαλονίκη και δίνουν το πολιτικό στίγμα τους για τους επόμενους μήνες από το βήμα της ΔΕΘ, στον αθλητισμό αρχίζουν τα πρωταθλήματα, στον πολιτισμό ολοκληρώνονται οι καλοκαιρινές εμφανίσεις, οι παραστάσεις και οι συναυλίες και ανακοινώνονται εκείνες που έρχονται τον χειμώνα. 

Με έναν τρόπο, λοιπόν, όλες και όλοι αλλάζουμε πίστα τον Σεπτέμβριο με την προσδοκία ότι θα βγάλουμε τη σεζόν καλύτερα από την προηγούμενη και όταν έρθει η ώρα των επόμενων καλοκαιρινών διακοπών θα είμαστε σε θέση να πούμε ότι πήγαμε μπροστά και όχι πίσω. Ακούγεται αισιόδοξο; Μπορεί! Αλλά το προτιμώ από το «κάθε πέρσι και καλύτερα» που άκουγα σχεδόν από όλους στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. «Τώρα δεν το ακούς;» εύλογα θα μπορούσε να με ρωτήσει κάποιος. Το ακούω, αλλά όχι τόσο δυνατά, όχι με την ίδια έμφαση, όχι με την ίδια ένταση και όχι καθολικά. Ναι, φίλες και φίλοι. Δεν είναι πλέον για όλους κάθε πέρσι και καλύτερα. Εχω μάλιστα την υποψία ότι για όλο και περισσότερους κάθε πέρσι είναι και χειρότερα. 

«Καλά, ρε φίλε, σε λίγο θα μας πεις ότι ο Μητσοτάκης τα έχει κάνει όλα τέλεια και ζούμε σε πελάγη ευτυχίας», θα μπορούσε να μου αντιτείνει κάποιος. Οχι, ο Μητσοτάκης δεν τα κάνει όλα τέλεια και δεν ζούμε σε πελάγη ευτυχίας. Εξακολουθούμε να τα βγάζουμε πέρα δύσκολα, ένα σημαντικό ποσοστό της κοινωνίας ζει πραγματικά κάτω από τα όρια της φτώχειας, παλεύουμε να αντιμετωπίσουμε τον πληθωρισμό κυρίως στα τρόφιμα και γενικά τίποτα δεν είναι εύκολο. Αλλά, για πολύ συγκεκριμένους λόγους, είναι «κάθε πέρσι και χειρότερα» και η ζωή της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών, όπως αποτυπώνεται στους επίσημους δείκτες της οικονομίας αλλά και όπως οι ίδιοι δηλώνουν στις σχετικές μετρήσεις κοινής γνώμης, είναι χρόνο με τον χρόνο καλύτερη. 

Υπάρχουν και δύο προϋποθέσεις να γίνει ακόμα καλύτερη στο εξής: Η πρώτη αφορά την κυβέρνηση και κυρίως τις γνωστές χρόνιες παθογένειες ενός κράτους που όταν «χαλαρώνει» γίνεται ενίοτε επικίνδυνο. Δύσκολο, αλλά επιβεβλημένο να κόψεις τα κεφάλια αυτής της Λερναίας Υδρας. Η δεύτερη αφορά την αντιπολίτευση, που επιτέλους οφείλει να επιτελέσει τον ρόλο της και να εγκαταλείψει τον λαϊκισμό και την παραπολιτική. Δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος όταν βλέπω να ασκείται κριτική στον Μητσοτάκη γιατί υποτίθεται φοράει διαφορετικά παπούτσια ή γιατί κάνει διακοπές με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ή γιατί κάνει διακοπές σκέτο.