Την απόφαση του να μην είναι υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανακοίνωσε ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών Χρήστος Ράμμος, ο οποίος είχε προταθεί επίσημα από τη Νέα Αριστερά.
Πάντως, στη δήλωση του, ο Χρήστος Ράμμος δεν εμφανίζεται υπερκομματικός, όπως θα έπρεπε να είναι ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αλλά παίρνει σαφή αντικυβερνητική θέση με όσα λέει για τους θεσμούς. Αναφέρει ότι κατ' αρχήν δέχτηκε την πρόταση που έκανε ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Αριστεράς Αλέξης Χαρίτσης για να συμβάλλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς. Τελικά έκανε πίσω, όπως λέει, επειδή διαπίστωσε μικροπολιτικούς υπολογισμούς και προσπάθεια... σπίλωσης του ονόματός του από τα ΜΜΕ.
Η δήλωση του Χρήστου Ράμμου είναι η εξής:
«Όπως έχει ήδη δημοσιοποιηθεί, ο πρόεδρος του κόμματος της Νέας Αριστεράς κ. Α. Χαρίτσης με ενημέρωσε προ ημερών ότι, έχει την πρόθεση να με προτείνει ως υποψήφιο για το ύπατο αξίωμα της χώρας. Τον ευχαρίστησα για αυτή την τιμητική για μένα πρόταση. Σχετικά με αυτήν έχω να παρατηρήσω τα εξής:
Δεν ανήκε ποτέ στις επιδιώξεις μου και στις στοχεύεις μου η κατάληψη οποιουδήποτε πολιτικού αξιώματος, ούτε και του (πάντως υπερκομματικού) αξιώματος του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο μοναδικός λόγος για τον οποίο, παρά ταύτα και κατ’ αρχήν, αποδέχτηκα την επίμαχη πρόταση, ήταν αυτός που συμπεριλαμβάνεται στο ευρύτερο σκεπτικό της πρότασης του κ. Χαρίτση· πρότασης που δεν ήταν σαν τις συνήθεις που υποβάλλονται σε παρόμοιες περιπτώσεις και οι οποίες δεν βασίζονται σε θεσμικά σκεπτικά, αλλά περιστρέφονται γύρω από πρόσωπα ή στηρίζονται σε παραταξιακές λογικές.
Συγκεκριμένα, με την πρόταση αυτή αποσκοπήθηκε να δοθεί σε μια κοινωνία απογοητευμένη και ιδιωτεύουσα ύστερα από όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια σε σχέση με την λειτουργία βασικών θεσμών της δημοκρατίας και η οποία (κοινωνία), όπως δείχνουν και όλες οι μετρήσεις της κοινής γνώμης, έχει σε ανησυχητικό βαθμό απωλέσει την εμπιστοσύνη της στους θεσμούς του κράτους δικαίου, το θετικό μήνυμα ότι, αξίζει, παρά ταύτα, να δίνει κανείς μάχες για την θεσμική ευπρέπεια, για την υπεράσπιση των θεσμών και ότι πρέπει περαιτέρω οι δημόσιοι λειτουργοί να προσπαθούν να πράττουν πάντα το καθήκον τους όσο καλύτερα μπορούν και στις πιο αντίξοες συνθήκες, ακόμη δηλαδή, και όταν δέχονται άδικες ή/και δριμείες επιθέσεις ή/και απειλές.
Επρόκειτο, με άλλα λόγια, για ένα σκεπτικό που αφορά τον δημόσιο βίο της χώρας, με την προαναφερθείσα έννοια, τo οποίο θα μπορούσε, αν του δίνονταν η προσοχή που του άξιζε, να έχει ευεργετική επίδραση σε αυτόν. Επρόκειτο, τέλος, για ένα σκεπτικό το οποίο δεν σχετίζεται σε καμία περίπτωση και σε ό,τι με αφορά, με "ματαιοδοξίες" μου ή με προσδοκία ωφελειών για το άτομο μου.
Στην πορεία, όμως, του δημοσίου διαλόγου που ακολούθησε, διαπίστωσα ότι, αντί να γίνει αντιληπτή και επικρατήσει η, προφανής για κάθε καλόπιστο παρατηρητή, ερμηνεία της πρότασης με βάση το πιο πάνω κεντρικό θεσμικό μήνυμα της και να ακολουθήσει μια εποικοδομητική συζήτηση πάνω σε αυτό, επικράτησαν οι μικροπολιτικοί υπολογισμοί και οι κομματικές στρατηγικές, αντιπαραθέσεις και διενέξεις. Άρχισε, επιπλέον, στο πλαίσιο της ήδη γνωστής από το παρελθόν προσπάθειας δολοφονίας του χαρακτήρα μου, να διασύρεται και πάλι το όνομα μου σε εμπαθή και υβριστικά λιβελογραφήματα στα ΜΜΕ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να μου αποδίδονται ανύπαρκτα σενάρια.
Οι πιο πάνω εξελίξεις απομείωσαν δυστυχώς και εκ των πραγμάτων τον πιο πάνω αξιακό συμβολισμό και έπληξαν καίρια την όποια δυναμική θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει η πρόταση στην κοινωνία, που πρέπει να είναι ο τελικός αποδέκτης τέτοιων θεσμικών συμβολισμών. Κατόπιν αυτού οφείλω, διατυπώνοντας και πάλι τις ειλικρινείς μου ευχαριστίες στον πρόεδρο του κόμματος της Νέας Αριστεράς τόσο για την πρόταση, όσο – και κυρίως – για το πιο πάνω σκεπτικό της, να δηλώσω ότι δεν επιθυμώ, κάτω από τις συνθήκες αυτές, να είμαι υποψήφιος για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας».