Η προσεκτική δραστηριοποίηση που αναπτύσσει ο Παύλος Πολάκης τον τελευταίο καιρό στον ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχεί στις συζητήσεις πίσω από τις κλειστές πόρτες της Κουμουνδούρου, αλλά και πέριξ αυτής. Μάλιστα, είναι το δεύτερο θέμα που κουβεντιάζεται μετά το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα που κυκλοφορεί την άλλη εβδομάδα.

Η δυναμική παρουσία του, η έντονη ρητορική του και ο ρόλος που είχε διαδραματίσει την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ τον καθιστούν μια προσωπικότητα που είτε εμπνέει είτε διχάζει. Το ενδιαφέρον, όμως, δεν αφορά μόνο τον ίδιο τον Παύλο Πολάκη· αφορά πρωτίστως το τι σηματοδοτεί η πιθανή νέα του θέση μέσα στο κόμμα, σε μια περίοδο όπου ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή προσπαθώντας να ξαναβρεί την ταυτότητά του και να πορευτεί στο μέλλον.

Ο Αλέξης Τσίπρας, κομβικό πρόσωπο του χώρου και πολιτικό σημείο αναφοράς για την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ την τελευταία δεκαπενταετία, φαίνεται ότι έχει κρατήσει αποστάσεις από το ενδεχόμενο ανάδειξης ενός «νέου Πολάκη» με αναβαθμισμένο ρόλο. Αυτή η απόσταση δεν αφορά μόνο τις προσωπικές σχέσεις –οι δύο άνδρες είχαν για ένα διάστημα και στενές οικογενειακές σχέσεις– αλλά περισσότερο τη στρατηγική κατεύθυνση ενός κόμματος που παραμένει εγκλωβισμένο μεταξύ του παλιού του ριζοσπαστισμού και της αναζήτησης μιας πιο μετριοπαθούς αριστερής ταυτότητας.

Ο Α. Τσίπρας γνωρίζει καλά πως κάθε φορά που ο Πολάκης επιστρέφει στο προσκήνιο, επανέρχεται και το ερώτημα «Τι κόμμα θέλει να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ;».

Ένα κόμμα με αιχμηρό, ακραία επιθετικό πολιτικό λόγο, ή ένα κόμμα που επιδιώκει την εκ νέου προσέγγιση με το αριστερό κέντρο; Ο πρώην πρωθυπουργός έχει πλήρη επίγνωση ότι ο Πολάκης αποτελεί σύμβολο μιας συγκεκριμένης πολιτικής γραμμής, σκληρής, συγκρουσιακής, χωρίς φίλτρα. Γι’ αυτό και η δική του στάση είναι πλήρως αποστασιοποιημένη από κάθε πολιτική παρουσία του.

Η ηγεσία του Σωκράτη Φάμελλου, ενός πολιτικού με πιο ήπιο προφίλ και μάλλον τεχνοκρατικής λογικής, εντείνει ακόμη περισσότερο τις συζητήσεις για το μέλλον του κόμματος. Η θέση του απέναντι σε ένα ενδεχόμενο κόμμα Τσίπρα στο μέλλον συνδέεται –δικαίως ή αδίκως– με το γενικότερο κλίμα ανασφάλειας που επικρατεί σήμερα στο κόμμα.

Ο Σ. Φάμελλος μετά την εκλογή του είναι από τις μορφές που εκπροσωπούν μια προσπάθεια «επαναφοράς στην κανονικότητα» ύστερα από τις ταραχώδεις περιόδους εσωστρέφειας. Μια απουσία του στο μέλλον από την Κουμουνδούρου, μετά και τις όποιες εξελίξεις με το νέο κόμμα του πρώην πρωθυπουργού, κάνει πολλούς να αναρωτιούνται κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τα περιθώρια να χάσει έναν σταθεροποιητικό παράγοντα.

Σε αυτό το περιβάλλον, η πιθανή αναβάθμιση του Π. Πολάκη δεν μπορεί παρά να επηρεάσει τις εσωκομματικές ισορροπίες. Για τους υποστηρικτές του, ο Πολάκης είναι η «αληθινή φωνή της βάσης»· για τους επικριτές του, είναι σύμβολο επιστροφής σε έναν λόγο που είχε τεράστιο κόστος στο κόμμα. Η σύγκρουση αυτών των δύο γραμμών είναι εμφανής.

Η συζήτηση για το «αν έρχεται» ο Πολάκης μετά το κόμμα Τσίπρα ουσιαστικά έχει απαντηθεί: το ερώτημα δεν είναι αν θα παίξει ρόλο, αλλά πόσο μεγάλος θα είναι αυτός ο ρόλος. Η κινητικότητά του, οι δημόσιες παρεμβάσεις του και η στήριξη που εξακολουθεί να έχει σε ένα σημαντικό κομμάτι του κομματικού μηχανισμού δείχνουν πως ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Υγείας εκτιμά ότι ξαναβρίσκει έδαφος παρότι στα κορυφαία κομματικά όργανα οι εκπρόσωποί του είναι ελάχιστοι.

Αν ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να επιστρέψει στη λογική της «αντισυστημικής αντιπολίτευσης», τότε ο Π. Πολάκης είναι από τους λίγους πολιτικούς του χώρου που μπορούν να εκφράσουν με συνέπεια μια τέτοια στρατηγική. Αν, όμως, το κόμμα θέλει να ανακτήσει την αριστερή παρουσία του και να συνομιλήσει με ευρύτερο εκλογικό κοινό, τότε η ανάδειξή του σε κεντρικό ρόλο ίσως προκαλέσει νέους τριγμούς.

Το μεγαλύτερο ζήτημα δεν είναι το πρόσωπο Πολάκη, αλλά το τοπίο στο οποίο κινείται σήμερα το πολύπαθο κόμμα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά τις συνεχείς εκλογικές ήττες και την εσωτερική πολυδιάσπαση, παλεύει να ορίσει τον εαυτό του. Από τη μία πλευρά, υπάρχει ένα κομμάτι που επιμένει στη ριζοσπαστικότητα, τη σκληρή αντιπολίτευση και τη δυναμική γλώσσα. Από την άλλη, υπάρχει μια τάση που βλέπει ως αναγκαία προϋπόθεση την επαναφορά σε αριστερό, θεσμικό λόγο.

Μέσα σε αυτό το δίπολο, ο Π. Πολάκης λειτουργεί σαν καταλύτης. Θα «αναγκάσει» το κόμμα να πάρει θέση. Ο Πολάκης δεν χωράει σε μεσοβέζικες καταστάσεις: ή τον αναδεικνύεις ή τον περιορίζεις. Η μεσαία λύση είναι σχεδόν ανέφικτη.

Το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ εξαρτάται από το εάν θα καταφέρει να αποσαφηνίσει το στρατηγικό σχέδιό του. Με τον Π. Πολάκη σε κεντρικότερο ρόλο, το κόμμα πιθανόν να αναδείξει ξανά την πλευρά της μαχητικότητας και της αντιπολίτευσης υψηλής έντασης. Αυτό μπορεί να συσπειρώσει την εναπομείνασα βάση, αλλά ενδεχομένως να δυσκολέψει την προσέγγιση των πιο μετριοπαθών ψηφοφόρων.

Αντίθετα, χωρίς τον Π. Πολάκη σε εξέχουσα θέση, ο ΣΥΡΙΖΑ ίσως επιδιώξει ένα πιο «ήπιο» προφίλ, αλλά με κίνδυνο να μείνει εκτός Βουλής. Είναι μια εξίσωση εξαιρετικά λεπτή, ειδικά σε ένα πολιτικό σκηνικό όπου το κόμμα δεν διαθέτει ακόμη σταθερή γραμμή.

Ο Παύλος Πολάκης, είτε τον συμπαθεί κανείς είτε όχι, πολιτικά αποτελεί μια αναμφίβολα καθοριστική φιγούρα στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ. Η πιθανή αναβάθμισή του δεν είναι απλώς προσωπική υπόθεση· είναι καθρέφτης της ευρύτερης ιδεολογικής μάχης για το μέλλον του κόμματος.

Ένα είναι βέβαιο: η παρουσία του θα συνεχίσει να λειτουργεί ως βαρόμετρο για το πού κινείται το κόμμα και πόσο βαθιά είναι διατεθειμένο να προχωρήσει στην επαναφορά της ταυτότητάς του. Το αν αυτό θα οδηγήσει σε αναγέννηση ή σε νέα κρίση, μένει να φανεί.