Η γραμμή Πάτρα-Ηγουμενίτσα-Ιταλία «αιχμάλωτη» μιας μειοψηφίας. Για ένατη συνεχή ημέρα παραμένουν δεμένα τα πλοία στη γραμμή Πάτρα-Ηγουμενίτσα-Ιταλία, εξαιτίας της νέας 24ωρης απεργίας που προκήρυξε η ΠΕΝΕΝ, προκαλώντας ασφυξία στο εμπόριο, στην εφοδιαστική αλυσίδα, στον τουρισμό και στην ελληνική οικονομία εν γένει.
Μιλάμε για έναν από τους πιο ζωτικούς θαλάσσιους διαδρόμους της χώρας, που διασφαλίζει καθημερινά τη μεταφορά αγαθών, οχημάτων και ανθρώπων προς και από την Ευρώπη. Κι όμως, το συνδικάτο επιμένει να κρατά «όμηρο» ολόκληρη την αγορά, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις.
Η απεργία της ΠΕΝΕΝ ξεκίνησε με αφορμή ζητήματα που σχετίζονται –σύμφωνα με το ίδιο το σωματείο– με «εργασιακά και θεσμικά αιτήματα». Ωστόσο, όσο περνούν οι μέρες, γίνεται φανερό πως ο στόχος δεν είναι άλλος από την πρόκληση κοινωνικής αναταραχής και τη δημιουργία τετελεσμένων σε βάρος της νομιμότητας.
Η κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές πως σέβεται το δικαίωμα στην απεργία. Αλλά όταν η απεργία μετατρέπεται σε εργαλείο πρόκλησης χάους, τότε δεν έχουμε να κάνουμε με διεκδίκηση αλλά με στασιασμό. Είναι αδιανόητο, στο όνομα της «συνδικαλιστικής πάλης», να παραλύει η χώρα.
Όπως ανέφερε κυβερνητική πηγή: «Δεν μπορεί μια επαγγελματική μειοψηφία να παγιδεύει τις εμπορικές και τουριστικές ροές της χώρας. Η πολιτεία έχει και υποχρέωση και σχέδιο για να προστατεύσει το συμφέρον των πολλών».
Ανυπολόγιστη ζημιά
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΣΕΒΕ και του ΠΣΕ, η απώλεια από τις καθυστερήσεις στις εξαγωγές ξεπερνά ήδη τα 100 εκατομμύρια ευρώ. Δεκάδες φορτηγά παραμένουν καθηλωμένα σε λιμάνια και σταθμούς logistics, τουριστικά γραφεία καταγράφουν ακυρώσεις, ενώ οι εταιρείες διαμεταφοράς εκφράζουν αγανάκτηση για την «κρατική ανοχή».
Αλλά η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει καμία ανοχή – αντιθέτως, υπάρχει ψυχραιμία. Η κυβέρνηση, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, επιλέγει την ευθύνη έναντι της πλειοδοσίας. Δεν θα υποκύψει σε συντεχνιακά τελεσίγραφα, όσο κι αν αυτά πασχίζουν να αποκτήσουν χαρακτήρα «λαϊκής εξέγερσης».
Αρκεί να σημειωθεί ότι ακόμα και εργαζόμενοι άλλων ναυτεργατικών σωματείων έχουν αποστασιοποιηθεί από τις κινητοποιήσεις της ΠΕΝΕΝ, μιλώντας για «συνδικαλιστική πλειοδοσία και παρωχημένες πρακτικές».
Είναι ξεκάθαρο πως η κοινωνία δεν επιθυμεί επιστροφή στο παρελθόν. Η Ελλάδα του 2025 είναι μια χώρα που προοδεύει, που χτίζει εμπιστοσύνη και αξιοπιστία, εντός κι εκτός συνόρων. Η κυβέρνηση βαδίζει με γνώμονα τη σταθερότητα και την ανάπτυξη, και δεν πρόκειται να αφήσει τις θορυβώδεις μειοψηφίες να παρασύρουν το σύνολο.
Ήδη εξετάζονται νομικά εργαλεία για να διασφαλιστεί η λειτουργία κρίσιμων μεταφορών, ενώ εναλλακτικές λύσεις δρομολογούνται σε συνεργασία με ιδιώτες και φορείς. Το δικαίωμα στην εργασία, στο εμπόριο και στην ελεύθερη μετακίνηση δεν είναι λιγότερο ιερό από το δικαίωμα στην απεργία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του, βέβαια, βρήκαν πάλι ευκαιρία να επιτεθούν στην κυβέρνηση. Αντί να πάρουν θέση υπέρ της ομαλής λειτουργίας της οικονομίας, επιλέγουν είτε να σιωπούν είτε να ενθαρρύνουν στάσεις ανευθυνότητας. Είναι οι ίδιοι που το 2015 μιλούσαν για «δημοκρατικά δικαιώματα» και την ίδια ώρα έσερναν τη χώρα στο χείλος του γκρεμού.
Η απάντηση, όμως, έρχεται από την ίδια την κοινωνία. Οι πολίτες δεν ανέχονται άλλο τον εκβιασμό. Ούτε τις «επαναστατικές γυροβολιές» κάποιων που επιμένουν να φαντάζονται πως ζούμε στο ’80.
Η κυβέρνηση παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και εργάζεται αθόρυβα αλλά αποτελεσματικά για την αποκατάσταση της τάξης και της ομαλότητας. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, με αποφασιστικότητα αλλά χωρίς ακρότητες, προτεραιότητα είναι η διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος.
Γιατί, όπως είπε πρόσφατα ο Παύλος Μαρινάκης, «ο ρόλος της πολιτείας δεν είναι να ακολουθεί τις κραυγές, αλλά να προχωρά μπροστά με σταθερό βήμα». Και αυτό ακριβώς κάνει.