«Στεκόμουν πάνω σ’ έναν λόφο κι είδα το παλιό να πλησιάζει, μα έρχονταν σαν νέο. Σερνόταν πάνω σε καινούργια δεκανίκια που κανένας δεν είχε ξαναδεί και βρομούσε νέες μυρωδιές σαπίλας που κανείς δεν είχε πριν ξαναμυρίσει». Η φράση του Μπρεχτ περιγράφει όχι μόνο μια αισθητική, αλλά αυτό που πρεσβεύει η Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Παρά το γνωστό παλιό πολιτικό της ήθος, φορά πλέον καινούργια ρούχα και επιχειρεί να εμφανιστεί ως ριζικά διαφορετικό, ανανεωτικό, ακόμα και επαναστατικό, όπως έκανε και παλαιότερα όταν, με υψωμένη τη γροθιά της, έβγαινε στον προαύλιο χώρο της Βουλής.

Στον πυρήνα αυτής της τακτικής της Ζωής Κωνσταντοπούλου δεν βρίσκεται απαραίτητα μια νέα πολιτική πρόταση, αλλά ένα είδος θεατρικότητας με μοναδικό στόχο την αύξηση των ποσοστών.

Μέσα σε αυτό το πολιτικό περιβάλλον αποκτούν ιδιαίτερη σημασία οι κινήσεις της Ζωής Κωνσταντοπούλου, τόσο στη Λάρισαόσο και –πολύ νωρίτερα– στο Δίστομο. Προχθές, στις καθιερωμένες εορταστικές εκδηλώσεις στη Λάρισα, η επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας αρνήθηκε να δώσει το χέρι της στον υφυπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Χρήστο Κέλλα, ο οποίος εκπροσωπούσε την κυβέρνηση. Η ίδια, μάλιστα, δεν ανέβηκε ποτέ στην εξέδρα των επισήμων και όταν ρωτήθηκε σχετικά, απάντησε: «Η θέση μου βρίσκεται με τον κόσμο».

Συμβολική… πρόκληση

Η χειρονομία προκάλεσε αντιδράσεις στους παρευρισκόμενους, ενώ έγινε αντικείμενο πολιτικού σχολιασμού και από τον ίδιο τον κ. Κέλλα, ο οποίος δήλωσε πως «κάποιοι επιλέγουν να διχάζουν ακόμα και την ημέρα της εθνικής ενότητας». Η επιλογή της κυρίας Κωνσταντοπούλου να αρνηθεί έναν ελάχιστο θεσμικό χαιρετισμό και να απέχει από την επίσημη τελετουργία μεταφράστηκε από τους υποστηρικτές της ως στάση αρχής και από τους επικριτές της ως εσκεμμένη πρόκληση με έντονο συμβολικό χαρακτήρα.

Η πρόσφατη αυτή πράξη έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά δημόσιων παρεμβάσεων με κοινό παρονομαστή την αντιπαράθεση με το θεσμικό και το διπλωματικό πλαίσιο. Το πιο χαρακτηριστικό περιστατικό σημειώθηκε στο Δίστομο, το 2016, κατά τη διάρκεια της τελετής μνήμης για τη σφαγή των κατοίκων του χωριού από τα ναζιστικά στρατεύματα το 1944.

Τότε η Ζωή Κωνσταντοπούλου επιχείρησε να εμποδίσει τον Γερμανό πρέσβη από το να καταθέσει στεφάνι στο μνημείο των εκτελεσθέντων. Σε βίντεο που κυκλοφόρησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η ίδια εμφανίζεται να στέκεται μπροστά στον διπλωματικό εκπρόσωπο υποστηρίζοντας ότι η Γερμανία οφείλει να καταβάλει πολεμικές αποζημιώσεις στις οικογένειες των θυμάτων και δεν μπορεί να τιμά τα θύματα της θηριωδίας χωρίς να έχει αναλάβει έμπρακτη ευθύνη.

Η ένταση εκτονώθηκε χάρη στην παρέμβαση του Μανώλη Γλέζου, που βρισκόταν εκείνη την ημέρα ανάμεσα στους επισήμους. Ο ιστορικός αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης σηκώθηκε, πλησίασε τον Γερμανό πρέσβη, του παρέδωσε το στεφάνι και τον συνόδευσε στο μνημείο. Στην ομιλία του ο Γλέζος, ο οποίος τιμήθηκε ως επίτιμος δημότης του Διστόμου, τόνισε: «Το παιδί του εγκληματία, όσα εγκλήματα κι αν έχει κάνει ο πατέρας και η μάνα του, δεν ευθύνεται για αυτά».

Η στάση του Μανώλη Γλέζου αποτέλεσε τότε μια πράξη υψηλού πολιτικού και ιστορικού συμβολισμού, που συνδύασε την αταλάντευτη διεκδίκηση με τη θεσμική σοβαρότητα και τη δημοκρατική παιδεία. Αντιπαραβλήθηκε εκ των πραγμάτων με την ενέργεια της Ζωής Κωνσταντοπούλου, ανοίγοντας μια συζήτηση όχι μόνο για το ύφος της πολιτικής, αλλά και για την ουσία της.

Τόσο μπαγιάτικο

Σήμερα, με την Πλεύση Ελευθερίας να επιχειρεί να εκπροσωπήσει έναν αντισυστημικό πόλο εντός και εκτός Κοινοβουλίου, η συζήτηση επανέρχεται: τι είναι το «νέο» που προβάλλεται ως εναλλακτική στην κυρίαρχη πολιτική; Πρόκειται για μια νέα πολιτική πρόταση ή για μια νέα εκδοχή του ίδιου, γνωστού μοντέλου καταγγελίας και άρνησης, χωρίς πρόγραμμα και συνέχεια; Άλλωστε, κυβερνητικό πρόγραμμα η κυρία Κωνσταντοπούλου δεν έχει καταθέσει, ενώ η αντιπολίτευση που ασκεί είναι πλήρως μονοθεματική και αφορά τα Τέμπη.

Σε κάθε περίπτωση, όταν οι πολιτικές κινήσεις περιορίζονται σε χειρονομίες, όταν η ριζοσπαστικότητα εξαντλείται στη θεαματική απόρριψη του καθιερωμένου, τότε το ζητούμενο δεν είναι το «νέο». Είναι η επανάληψη του «παλιού» με νέα μέσα. Κι όπως υπαινίσσεται ο Μπρεχτ, οι οσμές της αποσύνθεσης δεν κρύβονται εύκολα – ακόμη κι αν συνοδεύονται από διαφορετικά συνθήματα.