Το χθεσινό «νταηλίκι» του Χαλίφα Χάφταρ στο αεροδρόμιο της Βεγγάζης, που είχε ως αποτέλεσμα να μην πραγματοποιηθεί η επίσκεψη του Ευρωπαίου Επιτρόπου Μετανάστευσης Μάγκνους Μπρούνερ μαζί με τον Έλληνα υπουργό Μετανάστευσης Θάνο Πλεύρη και τους ομολόγους τους από την Ιταλία και τη Μάλτα, αποτελεί ευθεία πρόκληση όχι μόνο προς την Ελλάδα αλλά και προς το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Λίβυος πολέμαρχος δεν δίστασε να ακυρώσει μια συντεταγμένη ευρωπαϊκή αποστολή, στέλνοντας ένα μήνυμα περιφρόνησης προς κάθε θεσμική υπόσταση της Ευρώπης στην περιοχή. Δεν πρόκειται για διπλωματικό επεισόδιο, αλλά για ανοιχτή αμφισβήτηση. Και αυτό δεν μπορεί να μείνει αναπάντητο.
Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια δύσκολη κατάσταση. Οι αυξημένες ροές μεταναστών από τα λιβυκά παράλια προς τα ελληνικά νησιά, ειδικά προς την Κρήτη, δοκιμάζουν τις δυνατότητες των υπαρχουσών δομών. Η πρόταση για αναστολή υποβολής αιτημάτων ασύλου από όσους φτάνουν από τη Λιβύη, σε συνδυασμό με την κράτησή τους σε κλειστά κέντρα, συζητιέται πλέον σοβαρά. Δεν πρόκειται μόνο για μέτρο αποτροπής, αλλά για μια νόμιμη και απολύτως αναγκαία απάντηση σε μια κατάσταση που έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Η πρακτική αυτή, που είχε αρχίσει να επεξεργάζεται πριν καιρό, αντανακλά την ανάγκη αποστολής ενός σαφούς μηνύματος στα παράλια του Τομπρούκ: όποιος επιχειρεί να διασχίσει το Λιβυκό Πέλαγος, θα συλλαμβάνεται και δεν θα μπορεί να προωθηθεί περαιτέρω στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί ως γεωγραφικό ανάχωμα για λογαριασμό τρίτων. Η ευρωπαϊκή πολιτική στο μεταναστευτικό πρέπει να επανεξεταστεί με ρεαλισμό και αποφασιστικότητα. Όσο η Ευρώπη επιτρέπει σε τοπικούς φύλαρχους να την προσβάλλουν χωρίς καμία συνέπεια, τόσο θα υπονομεύεται η ίδια της η αξιοπιστία. Η αντίδραση απέναντι στον Χάφταρ δεν αφορά μόνο την Αθήνα. Αφορά την ίδια την Ευρώπη, που οφείλει να αποδείξει ότι δεν δέχεται τελεσίγραφα από περιφερειακούς παίκτες με ατζέντες εκβιασμού.