Η πρόεδρος της Πλεύσης ΕλευθερίαςΖωή Κωνσταντοπούλου, βρέθηκε στη Βουλή σε μια συζήτηση προ ημερησίας διάταξης για θέματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά για άλλη μια φορά απέδειξε ότι μπορεί να εκτρέψει τη συζήτηση σε προσωπικό και λαϊκιστικό θέατρο. Αντί να εστιάσει στα κρίσιμα διεθνή ζητήματα που αφορούν τη χώρα και τους συμμάχους της, η ίδια μετέτρεψε τη συνεδρίαση σε πλατφόρμα εσωτερικών κατηγοριών κατά της κυβέρνησης και επικοινωνιακών επιθέσεων με σκοπό να εντυπωσιάσει την κοινή γνώμη. Η έλλειψη συγκεκριμένης ατζέντας εξωτερικής πολιτικής φάνηκε ξεκάθαρα, καθώς η ομιλία της περιστράφηκε γύρω από θέματα που δεν είχαν καμία σχέση με το αντικείμενο της συζήτησης.

Στην πρωτολογία της, η Κωνσταντοπούλου κατηγόρησε την κυβέρνηση για παρακολουθήσεις πολιτικών προσώπων, διαχείριση απόρρητων εγγράφων και υποτιθέμενη αδιαφάνεια σε υποθέσεις πρώην υπουργών. Αντί να σχολιάσει τις διεθνείς σχέσεις ή τη στρατηγική πολιτική της χώρας, επικεντρώθηκε στη νομοθέτηση της εξαήμερης εργασίας, στα προβλήματα του αγροτικού κόσμου και στις δικαστικές εξελίξεις των Τεμπών. Τα θέματα αυτά ήταν άτοπα για τη συζήτηση και φανέρωσαν ξεκάθαρα ότι η πρόθεση της ομιλήτριας ήταν να προβάλλει προσωπικές και κομματικές θέσεις μέσα από ένα λαϊκιστικό πρίσμα, εκμεταλλευόμενη την αδυναμία του κοινού να ελέγξει άμεσα τη διασύνδεση των θεμάτων με την εξωτερική πολιτική.

Η πορεία της ομιλίας της Κωνσταντοπούλου, από τη φαινομενική αναφορά σε διεθνή θέματα στην πλήρη στροφή στα εσωτερικά ζητήματα, λειτουργεί ως γέφυρα για το κυρίως μέρος της ανάλυσης. Η έλλειψη σαφούς ατζέντας εξωτερικής πολιτικής και η στροφή σε προσωπικές επιθέσεις δημιουργούν το πλαίσιο για να εξετάσουμε πώς η ίδια μετέτρεψε τη Βουλή σε χώρο λαϊκιστικού λόγου και επικοινωνιακής προβολής, παρακάμπτοντας την ουσία της συζήτησης.

Λαϊκισμός και αυτοπροβολή

Η κ. Κωνσταντοπούλου χρησιμοποίησε τη συνεδρίαση για να στοχεύσει προσωπικά τον πρωθυπουργό και τα μέλη της κυβέρνησης, αναδεικνύοντας κάθε αδυναμία τους και παρουσιάζοντας υπερβολικά τα γεγονότα γύρω από τις παρακολουθήσεις και τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Αντί να εστιάσει σε διεθνή ζητήματα, επικεντρώθηκε σε προσωπικές αντιπαραθέσεις και σε αλληλουχία γεγονότων που, ενώ εντυπωσιακά για το κοινό, δεν είχαν καμία ουσιαστική συνάφεια με το αντικείμενο της συζήτησης. Η έμφαση στη δημόσια κατακραυγή, η χρήση έντονων χαρακτηρισμών και η προκλητική σκληρότητα του λόγου έδειξαν ότι η κύρια πρόθεση ήταν η πολιτική προβολή και όχι η συμβολή σε ουσιαστική συζήτηση.

Η έλλειψη ατζέντας και οι σκοπιμότητες

Το βασικό πρόβλημα της ομιλίας ήταν η απουσία συγκεκριμένης ατζέντας εξωτερικής πολιτικής. Η Κωνσταντοπούλου απέφυγε οποιαδήποτε ανάλυση για τις σχέσεις της Ελλάδας με διεθνείς εταίρους, τη στρατηγική πολιτική ή τις γεωπολιτικές προκλήσεις. Αντ’ αυτού, μετέφερε τη συζήτηση σε θέματα εσωτερικής πολιτικής που ενίσχυαν την πλατφόρμα επικοινωνίας της. Η ομιλία έδειξε ότι όταν η ίδια δεν διαθέτει ουσιαστικό περιεχόμενο για διεθνή ζητήματα, στρέφεται σε προσωπικές επιθέσεις και λαϊκιστικές αναφορές για να γεμίσει τον χρόνο και να προκαλέσει εντυπώσεις.

Στοχευμένες επιθέσεις

Η κ. Κωνσταντοπούλου χρησιμοποίησε την ευκαιρία της συνεδρίασης για να κατηγορήσει προσωπικά τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς, ενώ ταυτόχρονα προσπάθησε να αναδείξει την ίδια και την κοινοβουλευτική της παρουσία. Οι αναφορές σε παρακολουθήσεις, σε υποθέσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ και σε δικαστικές εξελίξεις στα Τέμπη παρουσιάστηκαν σαν αποδεικτικά στοιχεία για τη δήθεν κακή διαχείριση της κυβέρνησης, αλλά στην πραγματικότητα λειτουργούσαν ως επικοινωνιακά εργαλεία. Η συζήτηση για τη Βουλή μετατράπηκε σε σόου προσωπικής και κομματικής προβολής, ενώ οι πολίτες και η κοινοβουλευτική διαδικασία υποβαθμίστηκαν.

Θέατρο και η υποβάθμιση της συζήτησης

Η ομιλία της προέδρου της Πλεύσης Ελευθερίας απέτυχε να φέρει στο προσκήνιο την ουσία της εξωτερικής πολιτικής. Αντί να αναλύσει τις διεθνείς συνεργασίες, τη διπλωματική στρατηγική ή τις θέσεις της χώρας στα κρίσιμα ζητήματα, επικεντρώθηκε σε εσωτερικές αντιπαραθέσεις, λαϊκιστικές κατηγορίες και επικοινωνιακά εντυπωσιακά στοιχεία. Το αποτέλεσμα ήταν η Βουλή να γίνει χώρος θεατρικής προβολής και όχι ουσιαστικής ενημέρωσης, με την Ζωή Κωνσταντοπούλου να αποδεικνύει ότι η πολιτική της στρατηγική βασίζεται περισσότερο σε λαϊκισμό και επικοινωνιακά παιχνίδια παρά σε πολιτική ουσία.

Η έλλειψη συγκροτημένης ατζέντας, η μετατροπή της συνεδρίασης σε προσωπικό θέατρο και η στροφή στα εσωτερικά ζητήματα με σκοπιμότητα καταδεικνύουν ότι η κ. Κωνσταντοπούλου απέτυχε να συμβάλει σε μία σοβαρή και τεκμηριωμένη συζήτηση για την εξωτερική πολιτική. Η δημόσια εικόνα της, αντί να ενισχυθεί, εκτίθεται μέσα από την προκλητική και εκτός θέματος προσέγγιση, αφήνοντας την να φαίνεται περισσότερο πως ασκεί ευκαιριακή πολιτική.