Ο Αλέξης Τσίπρας, πρώην πρωθυπουργός και ο μακροβιότερος ηγέτης κόμματος της Αριστεράς στη μεταπολίτευση, επέστρεψε στο προσκήνιο με μια συνέντευξη στην «Εφημερίδα των Συντακτών» που σχολιάστηκε εκτενώς.

Παρότι έχουν περάσει μήνες από την αποχώρησή του από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, ο ίδιος εμφανίζεται αμετακίνητος, όπως ακριβώς και η γενικότερη πολιτική του οπτική. Πολιτικοί παρατηρητές αλλά και άσπονδοι σύντροφοί του διαβάζοντας τα όσα υποστήριξε σχολίασαν «και αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη άλλαξε μήτε την κεφαλή του». Μια φράση που θα μπορούσε να συνοψίσει την τοποθέτησή του στη συνέντευξη – ένας Τσίπρας ίδιος με τον παλιό, χωρίς διάθεση ουσιαστικής αυτοκριτικής ή αναστοχασμού.

Αλλά γιατί για κάποιους σήμερα είναι «λωτοφάγος»; Ο όρος αυτός, δανεισμένος από την «Οδύσσεια», περιγράφει εκείνους που ξεχνούν το παρελθόν τους καταναλώνοντας λωτούς – μια μεταφορά ταιριαστή για τον πρώην πρωθυπουργό και τον πολιτικό του κύκλο.

Η προσπάθεια επανεμφάνισης με «νέο» κόμμα, το οποίο φημολογείται ότι θα κάνει την παρθενική του εμφάνιση την άνοιξη, δείχνει μια εσκεμμένη αμνησία για τα πεπραγμένα της διακυβέρνησής του, αλλά και για τις ευθύνες που του αναλογούν για τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ. Επόμενος σταθμός για πιθανή αυτοκριτική είναι η παρουσίαση του βιβλίου του τις προσεχείς εβδομάδες.

Στην πολιτική, η επιστροφή δεν είναι αμάρτημα – αν συνοδεύεται από ειλικρίνεια, νέο αφήγημα και καθαρές τομές. Στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα, όμως, η εικόνα που προκύπτει από τη συνέντευξή του και τις πολιτικές κινήσεις του, είναι αυτή ενός ανθρώπου που επιμένει σε ένα παρελθόν που τον έχει ήδη προσπεράσει. Ούτε η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ ούτε η συντριβή του κόμματος στις εκλογές του 2023 φαίνεται να τον συγκίνησαν αρκετά για να αναθεωρήσει ή να επανεξετάσει τη στρατηγική του. Αντιθέτως, δείχνει αποφασισμένος να επιστρέψει, όχι για να διορθώσει, αλλά για να συνεχίσει από εκεί που σταμάτησε.

Οι πληροφορίες που κυκλοφορούν κάνουν λόγο για την ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα, πιθανόν την άνοιξη του 2026, με σαφές αντιδεξιό πρόσημο και ξεκάθαρη αρχηγική και προσωπική σφραγίδα Τσίπρα. Ωστόσο, αυτό που προβληματίζει είναι το ποιοι θα τον πλαισιώσουν: πολλά από τα ονόματα που φέρονται να συμμετέχουν ανήκουν σε εκείνη την ομάδα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν χαρακτηριστεί –όχι άδικα– ως «καμένα χαρτιά» της πολιτικής ζωής. Στελέχη που έχουν φθαρεί από την εξουσία, που εμπλέκονται σε πολιτικά λάθη του παρελθόντος ή που έχουν πλήρως απαξιωθεί στη συνείδηση των πολιτών.

Πώς μπορεί λοιπόν να πείσει ο Αλέξης Τσίπρας για το «νέο» όταν το υλικό που διαθέτει είναι παλιό και εν πολλοίς αποτυχημένο; Πώς μπορεί να χτίσει μια εναλλακτική πρόταση όταν περιστοιχίζεται από τους ίδιους ανθρώπους που συνδέθηκαν με την κρίση αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ και την απώλεια επαφής με την κοινωνία;

Δεν είναι όμως μόνο οι πολιτικοί αντίπαλοί του που βλέπουν με σκεπτικισμό τη νέα προσπάθεια Τσίπρα. Αρκετοί από τους παλιούς συντρόφους του –ιδιαίτερα εκείνοι που απομακρύνθηκαν από την ηγετική ομάδα ή περιθωριοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια– ετοιμάζονται να ασκήσουν σκληρή κριτική στο εγχείρημα. Ορισμένοι εξ αυτών, μάλιστα, φέρονται να κινούνται παρασκηνιακά για να αποδομήσουν το νέο κόμμα προτού καν ανακοινωθεί επίσημα. Όχι από προσωπική εμπάθεια, αλλά επειδή θεωρούν πως η επιστροφή Τσίπρα –με τους ίδιους παλιούς όρους– δεν προσφέρει τίποτα το ουσιαστικό στο πολιτικό σκηνικό.

Ο Τσίπρας απέδειξε στο παρελθόν ότι διαθέτει πολιτικό ένστικτο και ικανότητα επικοινωνίας. Ωστόσο, το ένστικτο αυτό φαίνεται να τον εγκαταλείπει όταν πρόκειται για την ανανέωση της πολιτικής πρότασής του. Εγκλωβισμένος στο αφήγημα του «αντιδεξιού μετώπου», αναπαράγει την ίδια φρασεολογία και την ίδια συνθηματολογία που κυριάρχησε τα τελευταία δέκα χρόνια, χωρίς καμία ουσιαστική προσαρμογή στις νέες συνθήκες.

Η ελληνική κοινωνία έχει αλλάξει δραματικά από το 2015 μέχρι σήμερα. Οι νέοι ψηφοφόροι δεν έχουν καμία συναισθηματική σχέση με τον Τσίπρα του δημοψηφίσματος ή της πρώτης διακυβέρνησης. Θέλουν ειλικρίνεια, ρεαλισμό και ικανότητα διαχείρισης, όχι συναισθηματικά ξεσπάσματα και ιδεολογικές κορόνες του παρελθόντος.

Η περίπτωση Τσίπρα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός πολιτικού που φαίνεται να αγνοεί ότι η πολιτική ζωή προχωρά. Το να επιχειρεί κανείς να επανέλθει χωρίς να έχει περάσει από την κάθαρση και τη βάσανο της αυτοκριτικής, είναι σαν να επιχειρεί να ξαναγράψει το ίδιο έργο με το ίδιο φθαρμένο «καστ» – περιμένοντας αυτή τη φορά διαφορετικό τέλος.

Αν η προσπάθεια Τσίπρα εστιάσει αποκλειστικά στον «αντιδεξιό αγώνα» και στη συσπείρωση γύρω από πρόσωπα του παρελθόντος, είναι σχεδόν βέβαιο πως θα αποτύχει. Οχι μόνο επειδή δεν συγκινεί τον μέσο πολίτη, αλλά γιατί δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες της εποχής: μια εποχή που απαιτεί νέες λύσεις, σοβαρότητα, συνέπεια και – πάνω απ’ όλα– αλήθεια.

Ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται να συμπεριφέρεται σαν λωτοφάγος, έχοντας ξεχάσει –ή επιλέγοντας να ξεχάσει– τα λάθη και τις ευθύνες του. Όμως, η μνήμη των πολιτών δεν λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο. Εάν δεν το κατανοήσει αυτό, ο Τσίπρας δεν θα είναι απλώς ένας πρώην πρωθυπουργός που επιστρέφει χωρίς λόγο, θα είναι ένας πολιτικός που προσπαθεί να αναστήσει το παρελθόν του, ενώ η χώρα ψάχνει το μέλλον της. Και σε αυτόν τον κόσμο, οι λωτοφάγοι δεν επιβιώνουν, απλώς ξεχνιούνται.