Στη συνέντευξη που παραχώρησε στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο Αλέξης Τσίπρας επανέλαβε για άλλη μια φορά ότι η πολιτική δεν πρέπει να είναι τοξική. Το παράδοξο είναι ότι ο ίδιος, εδώ και δεκαπέντε χρόνια, έχει παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο να μετατρέψει την πολιτική ζωή σε έναν απέραντο βάλτο τοξικότητας.

Θυμηθείτε τις παλιές του φράσεις: «ή εμείς ή αυτοί», «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν». Όλα αυτά δεν ήταν απλώς συνθήματα· ήταν εργαλεία ενός πολιτικού που έκανε τη διχαστική, επιθετική ρητορική μέρος της καθημερινότητας της πολιτικής μας.

Και τώρα; Τώρα μιλά για «σοκ εντιμότητας», «εισβολή νέων ηθών» και «αναγέννηση της πολιτικής». Οι χαρακτηρισμοί προς τους αντιπάλους του – «αποτυχημένοι», «σπόνσορες διαφθοράς», «καθεστωτικές πρακτικές» – δείχνουν ότι η τοξικότητα δεν μειώθηκε, απλώς αλλάζει χρώμα. Η γλώσσα του παραμένει δηλητηριώδης, η ίδια που χρόνια τώρα δηλητηριάζει τη δημόσια συζήτηση, ενώ παρουσιάζεται σαν η υπεράσπιση της ηθικής.

Η ειρωνεία είναι αδιαμφισβήτητη: καταδικάζει την τοξικότητα, αλλά ταυτόχρονα επιστρέφει στην ίδια διχαστική στρατηγική που έκανε τη χώρα μάρτυρα μιας πολιτικής όπου όλοι είναι εχθροί, όλοι φταίνε, και μόνο αυτός κρατά το «ηθικό έμβλημα». Η συνέντευξη στην Εφσυν γίνεται έτσι ένα νέο επεισόδιο στην ατελείωτη σάγκα ενός πολιτικού που υπόσχεται ανανέωση, αλλά συνεχίζει να καρφώνει, να κατηγορεί και να δηλητηριάζει κάθε συζήτηση γύρω του.

Στο τέλος, η δήλωση του Τσίπρα ότι δεν θέλει τοξικότητα είναι πλέον το πιο τοξικό του χαρακτηριστικό. Όχι γιατί είναι ψέμα, αλλά γιατί προέρχεται από έναν πολιτικό που έχει χτίσει καριέρα στην πολιτική μάχη όπου η διχόνοια και η υπερβολή είναι τα μόνα εργαλεία. Η «μη τοξικότητα» μοιάζει έτσι περισσότερο με επικοινωνιακή βιτρίνα παρά με πραγματική πρόθεση αλλαγής. Και το κοινό; Παρακολουθεί τον ίδιο άνθρωπο, με τις ίδιες συνήθειες, να μας λέει ότι κάτι άλλαξε – ενώ όλα γύρω παραμένουν δηλητηριώδη.