Η απάντηση στο δίλημμα των μετεκλογικών συνεργασιών ήταν εξαρχής πολύ δύσκολη για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και τα στελέχη του και γι’ αυτό ο «τρίτος» πρωθυπουργός υπήρξε περισσότερο ένα επικοινωνιακό τέχνασμα του ιδίου για να ξεπεράσει αυτόν το σκόπελο

ΕΡΣΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ


Ενα από τα μεγάλα ερωτηματικά των εκλογών της Κυριακής είναι η επίδοση του ΠΑΣΟΚ, η οποία αποτελεί και το πρώτο σοβαρό crash test για τον Νίκο Ανδρουλάκη από τότε που εξελέγη στην ηγεσία. Από την πρώτη στιγμή, ο ίδιος είχε θέσει ως βασικό του στόχο ένα διψήφιο ποσοστό που θα ήταν ασφαλώς πάνω από την επίδοση του 8,1% το καλοκαίρι του 2019, αλλά απέφυγε και αποφεύγει να προσδιορίσει με ακρίβεια. Ισως διότι το 14, 15 ή και 17% των πρώτων δημοσκοπήσεων μετά την εκλογή του ως αρχηγού του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ δεν υφίσταται πλέον καν ως προσδοκία στη Χαριλάου Τρικούπη.


Την κατάσταση περιέπλεξε άλλωστε το εύρημα του κ. Ανδρουλάκη με το «τρίτο πρόσωπο» για τη θέση του πρωθυπουργού, απαντώντας στο «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας». Ανεξάρτητα από το πολιτικό παράδοξο να επιχειρεί το τρίτο σε δύναμη κόμμα να επιβάλει στο πρώτο το πρόσωπο του πρωθυπουργού σε μια περίπτωση κυβερνητικής σύμπραξης, ο κ. Ανδρουλάκης φαίνεται ότι αυτοπαγιδεύτηκε όταν κλήθηκε ν’ απαντήσει ποιο θα μπορούσε να είναι αυτό το πρόσωπο.


Προφανώς διότι η αποκάλυψή του θα έδειχνε προς ποια κατεύθυνση... λοξοκοιτάζει, αφού πολλά γράφονται και πολλά ακούγονται ακόμη και στους διαδρόμους της Χαριλάου Τρικούπη για το ενδεχόμενο να στηρίξει το ΠΑΣΟΚ μετεκλογικά τη Νέα Δημοκρατία ή να συμπράξει σε μια κυβέρνηση ηττημένων με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Δυνατές αναταράξεις


Ειδικά το τελευταίο σενάριο, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο κ. Ανδρουλάκης έσπευσε με την υπόθεση των παρακολουθήσεων να κλείσει την πόρτα στη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, φαίνεται ότι προκαλεί και ενδοπασοκικές αναταράξεις και ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο η επίδοση του ΠΑΣΟΚ στις κάλπες της Κυριακής θεωρείται κρίσιμη για τυχόν εξελίξεις. Κυρίως διότι ο κ. Ανδρουλάκης, ο οποίος από την πρώτη στιγμή φάνηκε να έχει μια «στρατηγική πρώτου γύρου», θα πρέπει ν’ αποφασίσει και να ξεκαθαρίσει με ποιους θα πάει και ποιους θ’ αφήσει το ΠΑΣΟΚ στις επαναληπτικές εκλογές.


Δίχως περιστροφές, δίχως μισόλογα και δίχως άλλα τεχνάσματα όπως αυτό για το «τρίτο πρόσωπο» στην πρωθυπουργία, διαφορετικά το κόμμα του θα κινδυνεύσει με αποσυσπείρωση και πιθανή εξαΰλωση στην επαναληπτική κάλπη και με εσωκομματικές αναταράξεις, όπως καταγράφηκαν παραπάνω.


Στο μυαλό του κ. Ανδρουλάκη προφανώς η στρατηγική που ακολουθεί προϋποθέτει ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ, το οποίο μπορεί να παίξει ρόλο ρυθμιστή στις εξελίξεις και τις μετεκλογικές συνεργασίες. Τούτο δεν αποκλείει συνεπώς τη Νέα Δημοκρατία και τον κ. Μητσοτάκη, παρά το γεγονός ότι δημοσίως ο κ. Ανδρουλάκης διαρκώς μιλάει για τον κίνδυνο να συνεχίσει «η δεξιά διακυβέρνηση», θέλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο να ερεθίσει και το θυμικό των παραδοσιακών ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ από προηγούμενες δεκαετίες.

Επεσε στην παγίδα του


Ούτως ή άλλως η απάντηση στο δίλημμα των μετεκλογικών συνεργασιών ήταν εξαρχής πολύ δύσκολη για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και τα στελέχη του και γι’ αυτό ο «τρίτος» πρωθυπουργός υπήρξε περισσότερο ένα επικοινωνιακό τέχνασμα του ιδίου για να ξεπεράσει αυτόν το σκόπελο.


Ο κ. Ανδρουλάκης ωστόσο φαίνεται να έπεσε στην παγίδα που πήγε ο ίδιος ν’ ανοίξει στους πολιτικούς του αντιπάλους. Βεβαίως, υπάρχουν κι εκείνοι που υποστηρίζουν –και σωστά– ότι άλλα λέγονται προεκλογικά και άλλα λέγονται μετεκλογικά και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο το ΠΑΣΟΚ και ο αρχηγός του θα κριθούν με βάση το ποσοστό που θα προκύψει από τις κυριακάτικες κάλπες.


Το στιγμιότυπο εξάλλου που καταγράφηκε στο τηλεοπτικό debate των αρχηγών με τον κ. Ανδρουλάκη να αποφεύγει να χαιρετήσει και τον κ. Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα προφανώς προδίδει αμηχανία. Την ίδια αμηχανία όμως ενδεχομένως θα έχει να διαχειριστεί το βράδυ των εκλογών ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ εάν το αποτέλεσμα της κάλπης δεν είναι το επιθυμητό, καθώς ουδείς μπορεί ν’ αποκλείσει ακόμη και το ενδεχόμενο να αρχίσουν τα εσωκομματικά «όργανα» και η αμφισβήτηση στο πρόσωπο του προέδρου. Αλλωστε, το ΠΑΣΟΚ παραδοσιακά, είτε κινείται στο 40% είτε στο 4%, είναι ένα κόμμα που γνωρίζει καλά τι σημαίνει εσωστρέφεια...