Την ενεργοποίηση της διαδικασίας του άρθρου 86 παρ.5 του συντάγματος, τόσο για τη σύμβαση 717 όσο και για τις μηνύσεις που σχετίζονται με την τραγωδία των Τεμπών, έχει ζητήσει με επιστολή του προς τον πρόεδρο της Βουλής, Νικήτα Κακλαμάνη, ο πρώην υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρήστος Σπίρτζης. Μια κίνηση που, όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, δεν πρόκειται να έχει θεσμικό αποτέλεσμα, καθώς η σχετική διαδικασία δεν προβλέπεται από τον Κανονισμό της Βουλής στην παρούσα φάση.

Ο κ. Σπίρτζης επικαλέστηκε την ανάγκη να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ πολιτικού κόσμου και κοινωνίας, ζητώντας «να πέσει άπλετο φως» στις υποθέσεις που τον αφορούν. Δηλώνει, μάλιστα, πρόθυμος να δώσει όλα τα στοιχεία που διαθέτει σε συγγενείς θυμάτων και νομικούς εκπροσώπους, ενώ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να προσφύγει και σε ευρωπαϊκά δικαστήρια. Το δήθεν μήνυμα που εκπέμπει είναι καθαρό: «Δεν φοβάμαι τίποτα, θέλω να ελεγχθώ».

Μόνο που το πρόβλημα εδώ είναι ότι ο κ. Σπίρτζης κάνει κινήσεις εκ του ασφαλούς και γνωρίζοντας ότι δεν πρόκειται να έχει καμία συνέπεια. Διότι το άρθρο 86 παρ.5 του συντάγματος ενεργοποιείται μόνο εφόσον έχει ήδη προηγηθεί σύσταση Προκαταρκτικής Επιτροπής. Κάτι που στην περίπτωση του κ. Σπίρτζη δεν συνέβη ποτέ. Συνεπώς, η Βουλή δεν μπορεί να συστήσει ειδική επιτροπή ελέγχου, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει προηγούμενη διαδικασία για να συνεχιστεί ή να ολοκληρωθεί.

Κοντολογίς, ο πρώην υπουργός ζητεί κάτι που νομικά δεν γίνεται. Και δεν είναι η πρώτη φορά. Όπως υπενθύμισε πρόσφατα ο πρόεδρος της Βουλής, Νικήτας Κακλαμάνης, το ίδιο αίτημα είχε κατατεθεί και στις 21 Μαρτίου 2024, με το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα: απόρριψη λόγω διαδικαστικών κωλυμάτων. Ήταν γνωστό εξαρχής ότι το αίτημα δεν μπορούσε να γίνει δεκτό.

Άρα γιατί κατατέθηκε ξανά; Μια πιθανή απάντηση βρίσκεται στο πολιτικό timing: το αίτημα του κ. Σπίρτζη κατατέθηκε λίγες μόνο ώρες μετά τις έντονες αντιδράσεις για τη συμμετοχή του ως ομιλητή σε εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ για τα Τέμπη. Μια εκδήλωση που κρίθηκε από πολλούς –και όχι αδικαιολόγητα–άστοχη απόπειρα πολιτικής κεφαλαιοποίησης μιας εθνικής τραγωδίας. Μπροστά σε αυτήν την πίεση, η επιστολή προς τη Βουλή μοιάζει περισσότερο με προσπάθεια αποκατάστασης πολιτικού προφίλ και λιγότερο με αυθεντική επιθυμία για δικαστικό έλεγχο.

Με άλλα λόγια, ο κ. Σπίρτζης δεν ζητεί να αρθεί η ασυλία του – αφού δεν υπάρχει δίωξη, τη στιγμή που άλλωστε οι όποιες ευθύνες του έχουν παραγραφεί. Δεν πιέζει για να συσταθεί Προκαταρκτική Επιτροπή –αφού κάτι τέτοιο έχει ήδη απορριφθεί. Αντιθέτως, προτείνει έναν έλεγχο που προϋποθέτει... έναν άλλον έλεγχο που δεν έγινε ποτέ.

Σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές ότι η τραγωδία των Τεμπών απαιτεί πλήρη διαφάνεια και απόδοση ευθυνών σε όλα τα επίπεδα, ανεξαρτήτως κόμματος, εποχής ή πολιτικού κόστους. Οι συγγενείς των θυμάτων και η κοινωνία ολόκληρη δεν περιμένουν πολιτικές χειρονομίες υψηλού συμβολισμού, αλλά συγκεκριμένες πράξεις που οδηγούν σε λογοδοσία.