Η Τουρκία του Ερντογάν δεν είναι πλέον ένας απρόβλεπτος σύμμαχος της Δύσης. Είναι ένα κράτος που συστηματικά υπονομεύει τις αρχές του ΝΑΤΟ, αδιαφορεί για τις ευρωπαϊκές αξίες, αποστασιοποιείται σε κάθε κρίσιμη στιγμή από την κοινή γραμμή της Δύσης και ταυτίζεται ανοιχτά με τις πιο ακραίες και επικίνδυνες ισλαμιστικές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής.
Οι πρόσφατες εμπρηστικές δηλώσεις του Τούρκου προέδρου –που αποκάλεσε «Χίτλερ» τον Νετανιάχου και επικρότησε ευθέως την πυραυλική επίθεση του Ιράν κατά του Ισραήλ– δεν είναι μία ακόμη πρόκληση. Είναι ομολογία στρατηγικής συμμαχίας με τη Χαμάς, τη Χεζμπολάχ και τους Χούθι. Είναι μέρος του αναθεωρητισμού της και του νεο-οθωμανικού σχεδίου της, που δεν αναγνωρίζει όρια, συμμαχίες ή κανόνες.
Πίσω από τις λέξεις, η ουσία είναι πιο επικίνδυνη: Η Αγκυρα επιδιώκει πλέον να αποκτήσει την απόλυτη αποτρεπτική ισχύ: πυρηνικά όπλα! Από αυτή τη στήλη το έχουμε ξανατονίσει: Με το πυρηνικό εργοστάσιο του Ακούγιου να τίθεται σε δοκιμαστική λειτουργία –υπό ρωσική καθοδήγηση– και με στόχο τη δημιουργία τουλάχιστον τριών ακόμη αντιδραστήρων, η Τουρκία θέτει το θεμέλιο για τη στρατιωτικοποίηση της πυρηνικής της τεχνολογίας. Πολλοί εκτιμούν ότι ήδη διαθέτει γνώση και υποδομή για την παραγωγή εμπλουτισμένου ουρανίου μέσω «πολιτικών» προγραμμάτων. Το ίδιο, δηλαδή, που έκαναν και οι μουλάδες του Ιράν.
Παράλληλα, ενισχύει θεαματικά την πολεμική της βιομηχανία: με πυραυλικά συστήματα, όπως ο Bora και ο Tayfun, αποκτούν αυξημένο βεληνεκές, ενώ τα drones της, τα Bayraktar Akinci και τα Anka, εξελίσσονται σε αυτόνομα περιφερόμενα οπλικά συστήματα με δυνατότητες συντονισμένων μεταξύ τους επιθέσεων. Οι σχεδιασμοί της περιλαμβάνουν ακόμα και δικά της επανδρωμένα μαχητικά (τα οποία πριν τα δούμε έχει αρχίσει ο Ερντογάν να τα πουλάει), ενώ οι δημόσιες αναφορές Τούρκων αξιωματούχων στο ενδεχόμενο ένταξης στο «πυρηνικό κλαμπ» γίνονται πλέον χωρίς προσχήματα.
Την ίδια στιγμή, ο Τούρκος πρόεδρος εμφανίζεται στις διεθνείς συνόδους ως... ειρηνοποιός και προτείνει διαμεσολαβήσεις, την ώρα που εξοπλίζει τους συμμάχους του Ιράν και αποσταθεροποιεί το ΝΑΤΟ εκ των έσω. Πρόκειται για μια διπλή πολιτική, εχθρική και προς τη Δύση και προς τους άμεσους γείτονές της, με πρώτες –στην ευθεία απειλή– την Ελλάδα και την Κύπρο.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η πρόσφατη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι «η Ελλάδα πρέπει να γίνει χώρα με πυρηνική ενέργεια» αποκτά χαρακτήρα εθνικής επιβίωσης. Δεν αρκεί πια να συζητάμε για ανεμογεννήτριες και LNG. Η Ελλάδα πρέπει να ενταχθεί στο στρατηγικό σύμπλεγμα των χωρών με ειρηνική πυρηνική τεχνολογία! Οχι μόνο για λόγους ενεργειακής αυτάρκειας, αλλά ως σαφές μήνυμα εν δυνάμει μελλοντικής αποτροπής. Το Ισραήλ, με τη σιωπηρή κατοχή πυρηνικών, διασφαλίζει την ύπαρξή του σε μια εχθρική ήπειρο. Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια της αφέλειας και κυρίως των ιδεοληψιών του παρελθόντος.
Η Τουρκία δεν κρύβει πλέον τις προθέσεις της. Διεκδικεί ηγεμονικό ρόλο στη Μέση Ανατολή, αντιστρατευόμενη ανοιχτά τα δυτικά συμφέροντα, επιχειρώντας να μετατραπεί σε ισλαμική υπερδύναμη με πυρηνική αποτρεπτική ισχύ.
Η Ελλάδα οφείλει να απαντήσει, όχι με ρητορική, αλλά με πράξεις! Με την οικοδόμηση ενός σύγχρονου, ενεργειακά ανεξάρτητου και στρατηγικά αξιόπιστου κράτους. Η πυρηνική ενέργεια, ειρηνικής χρήσης σήμερα, ίσως να αποδειχθεί αύριο κρίσιμος πυλώνας εθνικής ασφάλειας.