Η τραγωδία στα Τέμπη, μία από τις πιο σοκαριστικές σιδηροδρομικές καταστροφές στην Ελλάδα, δεν προκάλεσε μόνο οδύνη και οργή, αλλά έγινε και πεδίο διάδοσης παραπληροφόρησης και fake news. Μέσω των social media, και κυρίως της πλατφόρμας X (πρώην Twitter), αλλά και μέσω ισχυρών εκδοτικών κύκλων, επιχειρήθηκε η διαμόρφωση της κοινής γνώμης με τρόπο που εξυπηρετούσε συγκεκριμένα συμφέροντα.
Από τις πρώτες ώρες του δυστυχήματος, πλήθος ψευδών ειδήσεων άρχισε να κατακλύζει το διαδίκτυο. Ψεύτικες αναφορές για τον αριθμό των θυμάτων, κατασκευασμένες θεωρίες συνωμοσίας, ακόμα και παραποιημένες φωτογραφίες, χρησιμοποιήθηκαν για να δημιουργήσουν σύγχυση και να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη.
Μεταξύ των πλέον διαδεδομένων fake news ήταν οι ισχυρισμοί ότι το δυστύχημα ήταν αποτέλεσμα δολιοφθοράς ή ότι υπήρξε απόκρυψη στοιχείων από τις αρχές. Παράλληλα, διαδόθηκαν ανακρίβειες σχετικά με τις ευθύνες των εμπλεκόμενων φορέων, με στόχο να στραφεί η δημόσια οργή προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις.
Ο ρόλος του X
Τα social media, και ιδιαίτερα το X, λειτούργησαν ως βασικός φορέας διάδοσης της παραπληροφόρησης. Με τη χρήση ψεύτικων λογαριασμών και bots, συγκεκριμένες αφηγήσεις προωθήθηκαν έντονα, δημιουργώντας ένα κύμα σύγχυσης. Χρήστες με χιλιάδες ακολούθους μοιράζονταν αναληθείς πληροφορίες, οι οποίες γρήγορα αποκτούσαν τεράστια απήχηση, πριν καν υπάρξει χρόνος για διασταύρωση των γεγονότων.
Η αλγοριθμική προώθηση αναρτήσεων στο X βοήθησε στην εξάπλωση των fake news, αφού το περιεχόμενο που προκαλεί συναισθηματική αντίδραση –όπως η οργή ή ο φόβος– έχει μεγαλύτερη απήχηση και αναπαράγεται μαζικά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας παραμορφωμένης εικόνας της πραγματικότητας, που επηρέασε την κοινή γνώμη.
Άλλωστε, για το δυστύχημα των Τεμπών έχουν ήδη απαγγελθεί κατηγορίες εις βάρος 33 προσώπων, ενώ σε καθεστώς προφυλάκισης βρίσκονται ο μοιραίος σταθμάρχης της Λάρισας και ο επιθεωρητής σιδηροδρόμων της περιοχής ως υπεύθυνος για τον διορισμό του σταθμάρχη.
Μετά τη διεύρυνση του κατηγορητηρίου, που συμπεριλαμβάνει διαχρονικές ευθύνες για την οργανωτική και λειτουργική «κατάντια» του ΟΣΕ, σημαντική παράμετρος αναδεικνύεται μια έρευνα για να εξακριβωθούν η ύπαρξη και η φύση εύφλεκτων υλών όπως ξυλόλιο, τολουόλιο και προπάνιο, τα οποία ανιχνεύτηκαν στον τόπο της τραγωδίας.
Και η ατμόσφαιρα πένθους και οργής «δηλητηριάζεται» από τις αντιπολιτευτικές ιαχές περί δήθεν «επιχείρησης συγκάλυψης» και τη διάδοση διαφόρων σεναρίων συνωμοσίας – είτε για το «μπάζωμα» της περιοχής του δυστυχήματος είτε για το εύφλεκτο φορτίο του εμπορευματικού συρμού.
Επιρροή εκδοτικών κύκλων
Εκτός από τα social media, σημαντικός ήταν και ο ρόλος των μεγάλων εκδοτικών κύκλων στη διαμόρφωση της αφήγησης γύρω από την τραγωδία. Κάποια μέσα ενημέρωσης επικεντρώθηκαν στην ανάδειξη επιλεκτικών στοιχείων, αποφεύγοντας να εμβαθύνουν στις πραγματικές αιτίες του δυστυχήματος ή να αναδείξουν κρίσιμες παραλείψεις των υπευθύνων.
Η μονομερής παρουσίαση των γεγονότων και η χειραγώγηση της πληροφόρησης δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, αλλά στην περίπτωση των Τεμπών έγινε ιδιαίτερα εμφανές. Με συγκεκριμένες στρατηγικές, επιχειρήθηκε είτε να υποβαθμιστεί η σημασία των λαθών που οδήγησαν στο δυστύχημα είτε να στραφεί η προσοχή του κοινού σε δευτερεύοντα θέματα.
Η μαζική διάδοση των fake news είχε σοβαρές επιπτώσεις, τόσο στην εμπιστοσύνη του κοινού προς τα μέσα ενημέρωσης όσο και στην ίδια την πολιτική διαχείριση της κρίσης. Οι πολίτες κλήθηκαν να ξεχωρίσουν την αλήθεια από την ψευδή πληροφορία, κάτι εξαιρετικά δύσκολο σε ένα περιβάλλον όπου η παραπληροφόρηση εξαπλώνεται ταχύτατα.
Επιπλέον, η συστηματική χειραγώγηση της κοινής γνώμης μέσω των social media και των μεγάλων μέσων ενημέρωσης καθιστά επιτακτική την ανάγκη για καλύτερη παιδεία στα μέσα (media literacy) και κριτική σκέψη από τους πολίτες.
Ένα ακόμα σοβαρό ζήτημα που προκύπτει είναι η συστηματική στοχοποίηση ατόμων ή ομάδων που προσπαθούν να αποκαλύψουν την αλήθεια. Δημοσιογράφοι, ερευνητές και ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης συχνά δέχονται επιθέσεις, είτε μέσω δυσφημιστικών εκστρατειών είτε με τη χρήση νομικών απειλών, με στόχο τη φίμωση οποιασδήποτε φωνής που αμφισβητεί την κυρίαρχη αφήγηση.
Τέλος, η παραπληροφόρηση για το δυστύχημα στα Τέμπη δείχνει πως η χειραγώγηση της κοινής γνώμης δεν είναι μόνο ένα ψηφιακό φαινόμενο, αλλά και μια ευρύτερη στρατηγική που χρησιμοποιείται για την αποφυγή πολιτικών και νομικών συνεπειών. Η ανάγκη για ανεξάρτητη και αξιόπιστη δημοσιογραφία είναι πιο επιτακτική από ποτέ.
Απαιτείται διαφάνεια
Η τραγωδία στα Τέμπη ανέδειξε με τον πιο οδυνηρό τρόπο την ευκολία με την οποία μπορούν να διαδοθούν fake news και να χειραγωγηθεί η κοινή γνώμη. Τα social media, ιδιαίτερα το X, σε συνδυασμό με την επιλεκτική πληροφόρηση από εκδοτικούς κύκλους, δημιούργησαν ένα τοξικό περιβάλλον παραπληροφόρησης.
Η αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου απαιτεί μεγαλύτερη διαφάνεια, ενίσχυση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας και ανάπτυξη μηχανισμών που θα βοηθούν τους πολίτες να διακρίνουν την αλήθεια από την προπαγάνδα.