Με βάση τα τελευταία στοιχεία της Eurostat (2020), προκύπτει ότι μόνο η Ελλάδα και το Λουξεμβούργο διαθέτουν αποκλειστικά δημόσιους εκπαιδευτικούς φορείς. Στις υπόλοιπες χώρες υπάρχουν μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια και αυτά είτε εξαρτώνται από το κράτος, είτε είναι πλήρως ανεξάρτητα.
Παρατηρώντας όμως, όσους αντιδρούν ήδη από το 2007 στις μεταρρυθμίσεις που επιχείρησε η Μαριέττα Γιαννάκου, είναι εμφανείς οι ιδεολογικές εμμονές συγκεκριμένων πολιτικών χώρων. Κάτι που έρχεται σε πλήρη αναντιστοιχία ακόμη και με χώρες στις οποίες υπάρχει κομμουνιστικό καθεστώς, όπως η Β. Κορέα και η Κίνα, όπου πλέον έχουν θεσπίσει την ίδρυση ιδιωτικών ή μη κρατικών Πανεπιστημίων. Έτσι, αντί η συζήτηση να περιστρέφεται γύρω από τα κριτήρια θέσπισης, εδράζεται στο αν κάτι αυτονόητο, έστω και με καθυστέρηση πολλών ετών, πρέπει να υλοποιηθεί.
Η ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα έχει αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της έλλειψης πόρων και της ικανότητας να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση. Για να ξεπεραστεί αυτό το έλλειμμα, πολλοί Έλληνες φοιτητές επέλεξαν να σπουδάσουν στο εξωτερικό. Συγκεκριμένα, η φοιτητική μετανάστευση μόνο προς την Κύπρο υπολογίζεται περίπου στους 10.000.
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού στοχεύει να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα με την δυνατότητα, μεταξύ άλλων, εγκατάστασης μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων Πανεπιστημίων στην Ελλάδα, προσελκύοντας φοιτητές τόσο από την Ελλάδα όσο και από όμορες χώρες. Ένας από τους βασικούς στόχους, είναι η μείωση της ροής Ελλήνων φοιτητών προς το εξωτερικό.
Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ ιδιωτικών και μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών Πανεπιστημίων, σχετίζεται με τα δίδακτρα. Στα μη κερδοσκοπικά ιδρύματα, τα δίδακτρα καλύπτουν τα λειτουργικά κόστη και επενδύονται για τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών (εγκαταστάσεις, ακαδημαϊκοί, έρευνα), διασφαλίζοντας ότι η ίδρυση και η λειτουργία τους ευθυγραμμίζονται με τα αυστηρά κριτήρια που θέτει η ΕΘΑΕ (Εθνική Αρχή για την Ανώτατη Εκπαίδευση).
Συγχρόνως, το νομοσχέδιο στοχεύει και στη μείωση της γραφειοκρατίας των δημόσιων Πανεπιστημίων, προωθώντας πιο αποτελεσματικές διοικητικές διαδικασίες αλλά και την υιοθέτηση μιας πλήρως ψηφιακής υπόστασης. Επιπλέον, επιδιώκει στην προσέλκυση παραρτημάτων ξένων Πανεπιστημίων στην Ελλάδα, είτε ως αυτόνομα ιδρύματα είτε σε συνεργασία με ελληνικά Πανεπιστήμια, ενισχύοντας έτσι τη διεθνή τους φήμη και απήχηση.
Η παρουσία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών Πανεπιστημίων θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό μεταξύ των ιδρυμάτων, προωθώντας έτσι βελτιώσεις στην ποιότητα της εκπαίδευσης μέσω καινοτόμων μεθόδων διδασκαλίας και μια πληθώρα αντικειμένων με εξειδικευμένα μαθήματα. Επίσης, τα οικονομικά οφέλη θα είναι σημαντικά καθώς θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι επενδύσεις σε υποδομές και υπηρεσίες, ενισχύοντας την εγχώρια οικονομία.
Τα μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια, προσφέρουν επίσης ευελιξία για συμμετοχή σε καινοτόμα ερευνητικά έργα, σε τομείς όπως η τεχνολογία και η επιστήμη. Τέλος, η δυνατότητα προσέλκυσης φοιτητών από το εξωτερικό θα συμβάλει στη διεθνοποίηση του εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα, ενισχύοντας παγκόσμιες προοπτικές και πολιτιστικές ανταλλαγές. Ωστόσο, το σημαντικότερο όφελος στην ίδρυση μη κρατικών Πανεπιστημίων, αποτελεί η αυξανόμενη προσβασιμότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Χιλιάδες φοιτητές σε όλη την Ελλάδα, προεξέχουσας της φοιτητικής παράταξης της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, εδώ και δεκαετίες έχουν δώσει αγώνες για την κατάργηση του άρθρου 16 του Συντάγματος και την ίδρυση μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών Πανεπιστημίων. Η ίδρυση μη κρατικών Πανεπιστημίων στην Ελλάδα αλλάζει το εκπαιδευτικό τοπίο της χώρας και δημιουργεί μια αίσθηση αισιοδοξίας σε φοιτητές και εκπαιδευτικούς. Προσφέροντας πρόσθετες δυνατότητες εκπαίδευσης, περισσότεροι νέοι έχουν την δυνατότητα να κυνηγήσουν τους ακαδημαϊκούς τους στόχους χωρίς είναι αναγκασμένοι να φύγουν από τη χώρα.
Η αυξημένη προσβασιμότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα οδηγήσει τελικά σε έναν υγιή ακαδημαϊκό ανταγωνισμό ανάμεσα στα δημόσια και τα μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά ιδρύματα, ο οποίος μπορεί να έχει μόνο θετικές επιπτώσεις. Για να διασφαλιστεί ότι αυτός ο ανταγωνισμός θα παραμένει δίκαιος και επωφελής, ο νόμος θα προβλέπει ότι η ίδρυση πανεπιστημιακού παραρτήματος άλλης χώρας στην Ελλάδα (με διακρατικές συμφωνίες), θα υπόκειται σε θεσμική και ρυθμιστική εποπτεία. Αυτή η επίβλεψη θα συμβάλει στη διατήρηση υψηλών εκπαιδευτικών προτύπων, ενισχύοντας παράλληλα τη διαφορετικότητα και την καινοτομία στο ελληνικό σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Η Σταματίνα Αντωνίου είναι Τομεάρχης Παιδείας & Διά Βίου Μάθησης του Πολιτικού Συμβουλίου της ΟΝΝΕΔ