Αφού ζητωκραύγασαν και πανηγύρισαν –έστω σε χαμηλούς τόνους– την, κατά την εκτίμησή τους, ικανοποιητική έκβαση των ευρωεκλογών, τα κόμματα της αντιπολίτευσης που δηλώνουν κόμματα εξουσίας κήρυξαν περίοδο εσωκομματικού… κυνηγιού. ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ αναζητούν διέξοδο στα αδιέξοδά τους, αυτά που δημιουργήθηκαν από την εκλογική τους… επιτυχία.

Και μόνο η συζήτηση που έχει ανοίξει αναφορικά με τη συμπόρευση κατά ορισμένους, συγχώνευση κατά άλλους, των κομμάτων της Κεντροαριστεράς επιβεβαιώνει την αδυναμία του Στέφανου Κασσελάκη και του Νίκου Ανδρουλάκη να επιτελέσουν, ο καθένας ξεχωριστά, τον ρόλο της αντιπολίτευσης. Αυτής που οδηγεί ένα κόμμα στην εξουσία.

Στην Κουμουνδούρου και στη Χαριλάου Τρικούπη δείχνουν να έχουν ρίξει λευκή πετσέτα. Και να αναμένουν το επόμενο… μοιραίο. Όλα όσα λέγονται, όλα όσα ακούγονται και σχολιάζονται σχετικά με τις αλλαγές που σχεδιάζουν ώστε να καταστεί εφικτή η διεκδίκηση της εξουσίας βρίσκονται στο κενό. Δεν πείθουν κανέναν, κυρίως δεν πείθουν τους δικούς τους.

Ο Στέφανος Κασσελάκης και η… Κεντροαριστερά

Στον ΣΥΡΙΖΑ η συζήτηση που έχει ανοίξει μπορεί ν’ ανάγκασε τον Στέφανο Κασσελάκη να δηλώσει έτοιμος να διεκδικήσει την αρχηγία σε έναν φορέα που θα προκύψει από τη συγχώνευση των κομμάτων της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς, εν τούτοις η ανησυχία του είναι έκδηλη. Η επανεμφάνιση του Αλέξη Τσίπρα και τα σενάρια που κυκλοφορούν μετατρέπουν την υπέρμετρη αισιοδοξία του και την αλαζονεία του σε άγχος που σίγουρα δεν είναι παραγωγικό.

Το γεγονός πως στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ βγαίνουν και λένε το μακρύ τους και το κοντό τους για το μέλλον της Κεντροαριστεράς επιβεβαιώνει την ανυπαρξία ελέγχου, που σίγουρα δεν ανακτάται με απολύσεις τύπου Γιώργου Τσίπρα και Θανάση Θεοχαρόπουλου. Ούτε με την αναχώρηση για τις ΗΠΑ προκειμένου να ξεκινήσει τις διαδικασίες ίδρυσης ενός ινστιτούτου που θα κάνει… κόντρες με αυτό του Αλέξη Τσίπρα.

Ο Στέφανος Κασσελάκης όχι μόνο δεν πέτυχε κάποιον από τους στόχους που είχε θέσει –μέχρι και για πρωτιά στις ευρωεκλογές είχε μιλήσει– έχασε και 3 μονάδες περίπου από το ποσοστό που είχε λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές. Μαζί και 350 χιλιάδες ψηφοφόρους, χωρίς να καταφέρει να εισπράξει το παραμικρό από τη φθορά της Νέας Δημοκρατίας, χωρίς να πείσει κάποιον από αυτούς που επέλεξαν την αποχή για να στείλουν ένα μήνυμα στην κυβερνώσα παράταξη.

Φτιάχνοντας ένα κόμμα Ι.Χ. δεν δύναται να αντεπεξέλθει στις ανάγκες ενός κόμματος εξουσίας. Πολύ περισσότερο τη στιγμή που δεν διαθέτει καμία πρόταση ικανή να πείσει τους πολίτες και αναλώνεται σε μια διαρκή καταστροφολογία, στη δημιουργία ενός κλίματος τοξικότητας. Ο λαϊκισμός εξακολουθεί και σήμερα ν’ αποτελεί το βασικό του όπλο…

Ο Νίκος Ανδρουλάκης

Από την άλλη, ο έτερος… νικητής των εκλογών δεν μπορεί να πείσει τα στελέχη του ότι… νίκησε. Ότι το ΠΑΣΟΚ ανέβηκε περίπου μια μονάδα χάνοντας πάνω από 100.000 ψηφοφόρους στις ευρωεκλογές. Και ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν πέτυχε κανέναν στόχο. Τώρα, αν θεωρεί επιτυχία ότι πήρε μια μονάδα σε σχέση με τις εθνικές εκλογές, χάνοντας όμως ψήφους, αυτό είναι ένα άλλο θέμα.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρότι… νικητής, αμφισβητείται ανοιχτά από τα στελέχη του κόμματος που ζητούν να ξεκινήσει διαδικασίες για την ανάδειξη αρχηγού. Κρύβεται πίσω από τις καταστατικές διαδικασίες, δύσκολα όμως θα καταφέρει να ξεπεράσει τον σκόπελο της Κεντρικής Επιτροπής που συνεδριάζει στις 30 Ιουνίου.

Το πρόβλημα βέβαια στο ΠΑΣΟΚ είναι πως ο Νίκος Ανδρουλάκης αμφισβητείται από δύο περίπου πλευρές, που όμως συγκρούονται και μεταξύ τους. Η μια του ζητεί να κάνει πίσω για να προχωρήσει η σύγκλιση με τον ΣΥΡΙΖΑ, η άλλη πλευρά τον κατηγορεί ότι με την πολιτική του και το γεγονός πως έγινε ουρά του Στέφανου Κασσελάκη απέτρεψε την εκλογική άνοδο του κόμματος.

Και οι δύο πλευρές όμως βάλλουν ανοιχτά κατά του Νίκου Ανδρουλάκη, καλώντας τον να προσφύγει στη βάση για την εκλογή νέου αρχηγού. Ουσιαστικά και στο ΠΑΣΟΚ δεν πείθονται για τα περί ικανοποιητικού αποτελέσματος που συνδυάζονται με καταγγελίες από τον πρόεδρο του κόμματος κατά των ΜΜΕ αλλά και κατά των στελεχών που κατηγορούνται από τον ίδιο για τοξικότητα.

Η μοναξιά του Μητσοτάκη

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζει την πολιτική του μοναξιά. Οδηγείται στο να είναι ο ίδιος και κυβερνήτης και αξιωματική αντιπολίτευση ώστε η κυβέρνησή του να πιεστεί να παραγάγει έργο και να υλοποιήσει το μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα παράλληλα με τα μέτρα που απαιτούνται για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.

Δεν είναι ότι δεν έχει πολιτικό αντίπαλο. Είναι που δεν υπάρχει μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Ένας σοβαρός προγραμματικός λόγος, μια σοβαρή πρόταση πάνω στην οποία θα μπορούσε και ο ίδιος να πατήσει προκειμένου  να βελτιωθούν τομείς της καθημερινότητας. Οι υποσχέσεις και τα λεφτόδεντρα δεν είναι λύσεις και τα μαγικά ραβδιά δεν βρίσκουν ανταπόκριση.

Αυτό καθιστά βαρύτερο το έργο του και τον ρόλο του στο πολιτικό σύστημα της χώρας.

Υγ.: Η κατάσταση στον τρίτο νικητή –αυτός πράγματι αύξησε τα ποσοστά του– προκαλεί επίσης εντυπώσεις αρνητικές. Διαγραφές βουλευτών, κόντρες και καταγγελίες δείχνουν ότι και ο Κυριάκος Βελόπουλος παραμένει στις ράγες των θεωριών συνωμοσίας προσωρινά κερδισμένος από μια τάση ψηφοφόρων της ΝΔ να ρίξουν τιμωρητική ψήφο στις ευρωεκλογές.