Σαν σήμερα, πριν από περισσότερο από δύο αιώνες, μια ήσυχη Κυριακή στο Λονδίνο έγινε αφορμή να αλλάξει για πάντα ο τρόπος που διαβάζουμε τις ειδήσεις. Ήταν 4 Δεκεμβρίου 1791 όταν ένα νέο, άγνωστο τότε έντυπο έκανε δειλά-δειλά την εμφάνισή του. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι εκείνο το πρώτο φύλλο της Observer θα σηματοδοτούσε τη γέννηση ενός θεσμού που θα έδινε στην Κυριακή μια ξεχωριστή θέση στη δημοσιογραφία. Ένα έντυπο που δεν ήθελε απλώς να ενημερώσει, αλλά να συνοδεύσει τον αναγνώστη στις στιγμές ηρεμίας που μόνο η Κυριακή μπορεί να προσφέρει.

Εκείνη την εποχή, ο κόσμος έβραζε από πολιτικές αναταράξεις, με την Γαλλική Επανάσταση να έχει βάλει φωτιά στις ιδέες και στις αξίες ολόκληρης της Ευρώπης. Κι όμως, η Observer δεν στόχευε να γίνει απλώς ένας ακόμη φορέας ειδήσεων. Φιλοδοξούσε κάτι διαφορετικό, να γίνει μια εφημερίδα που δεν θα κυνηγά το χθεσινό γεγονός, αλλά θα το φωτίζει με πιο βαθιά σκέψη, θα το αναλύει, θα το κρίνει και στο τέλος θα το τοποθετεί στην ευρύτερη εικόνα. Μια εφημερίδα που διαβάζεις την Κυριακή όχι για να μάθεις τι έγινε, αλλά για να καταλάβεις τι σημαίνει αυτό που έγινε.

Και κάπως έτσι, γεννήθηκε ο θεσμός της κυριακάτικης εφημερίδας.

Η αρχή, βέβαια, δεν ήταν εύκολη. Η Observer έπεσε αμέσως σε οικονομικά βάρη, άλλαξε χέρια περισσότερες φορές απ’ όσες θα ήθελε, και συχνά πάλευε για την ίδια της την ύπαρξη. Όμως η δύναμη της ιδέας ήταν μεγαλύτερη από τις δυσκολίες. Σιγά-σιγά, ο κόσμος άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι η ενημέρωση δεν είναι μόνο το γρήγορο και το στιγμιαίο. Είναι και το στοχαστικό, το αναλυτικό, εκείνο που σου δίνει χώρο να δεις πιο καθαρά.

Και η Κυριακή αποδείχτηκε η ιδανική μέρα για όλα αυτά.

Με τον καιρό, η εφημερίδα έγινε σύμβολο σοβαρής δημοσιογραφίας, γνωστή για τις αποκαλύψεις της, την πολιτική της τόλμη και τη σταθερή της φωνή απέναντι στην εξουσία. Έγινε αυτό που σήμερα ονομάζουμε «η τέταρτη εξουσία», και όχι τυχαία. Από τα σαλόνια των λογοτεχνών, μέχρι τα γραφεία των πολιτικών, η Observer ήταν εκεί, να παρατηρεί, να καταγράφει, να ελέγχει. Να κάνει αυτό που οφείλει ο Τύπος, δηλαδή να βλέπει αυτό που οι άλλοι θα προτιμούσαν να μείνει στο σκοτάδι.

Αν κάτι που αξίζει να θυμόμαστε από εκείνη την πρώτη κυκλοφορία του 1791, δεν είναι μόνο το γεγονός ότι εμφανίστηκε μια νέα εφημερίδα, αλλά ότι για πρώτη φορά ο αναγνώστης είχε τη δυνατότητα να αφιερώσει χρόνο στη σκέψη. Η κυριακάτικη έκδοση έφερε μαζί της έναν διαφορετικό ρυθμό, πιο αργό, πιο βαθύ και σαφώς πιο ανθρώπινο. Έναν ρυθμό που επιβιώνει ακόμη και σήμερα, μέσα στον θόρυβο της ψηφιακής εποχής.

Και κάπως έτσι, μια Κυριακή πριν από 233 χρόνια, ο κόσμος έμαθε ότι η ενημέρωση δεν χρειάζεται να είναι βιαστική για να είναι ουσιαστική. Μερικές φορές χρειάζεται απλώς μια... Κυριακή!