Πρόσφατα προωθήθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ένα ψήφισμα, το οποίο έφερε έντονη κόντρα τόσο εντός των συνόρων όσο κι εκτός. Πρόκειται για το ψήφισμα που προώθησαν κεντροαριστεροί κι αριστεροί στο Ευρωκοινοβούλιο, με το οποίο καταδικάζουν την Ελλάδα ως προς το κράτος δικαίου, με τον ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα να το υιοθετεί στο 100% και τον Δ. Παπαδημούλη από πλευράς του να λέει ότι αγωνίστηκε σκληρά για να ψηφιστεί η εν λόγω «καταδίκη».
Από την ημέρα εκείνη, οι της αντιπολίτευσης οργίασαν. Ξεκίνησαν τον «υπέρ πάντων αγώνα» να πείσουν τον κόσμο ότι τάχα ζει σε μία χούντα, όπου δεν ακούγεται η φωνή του και που δεν τον φροντίζει κανείς από την Πολιτεία. Ο ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα, που στον απολογισμό της διακυβέρνησής του μετάνιωσε μόνο γιατί δεν άλλαξε τους δικαστικούς και δεν κατέλαβε τους αρμούς της εξουσίας, σήκωσε το λάβαρο της επανάστασης για το κράτος δικαίου επί των ημερών του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Σήμερα, λοιπόν, το πρωί συγκαλείται υπό την πρόεδρο του Αρείου Πάγου Ιωάννα Κλάπα-Χριστοδουλέα, η Διοικητική Ολομέλεια του ανώτατου δικαστηρίου προκειμένου να πάρει θέση σε όσα καταλογίζει στη χώρα το ψήφισμα-καταδίκη.
Κι όμως, την αφορά
Η Ολομέλεια θα κληθεί να το αξιολογήσει και κατά το σκέλος που αφορά τις αναφορές στη Δικαιοσύνη και τον τρόπο λειτουργίας της. Γι’ αυτό και θεωρήθηκε πως υπάρχει πεδίο αξιολόγησης από το ανώτατο δικαστήριο, καίτοι η απόφαση ελήφθη από ένα ανώτατο πολιτικό όργανο της ΕΕ, συνεπώς οι όποιες απαντήσεις συνήθως δίδονται σε πολιτικό επίπεδο.
Από την ημέρα που κυκλοφόρησε η είδηση, είδαμε μια μανιώδη αντίδραση από την αντιπολίτευση και τα Μέσα που πρόσκεινται σε αυτή. «Από πού κι ως πού ο Αρειος Πάγος θα κρίνει ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, δεν έχει τέτοια αρμοδιότητα», ισχυρίζεται σύσσωμος ο αντιπολιτευόμενος Τύπος, βγάζοντας μάλιστα και φιλικούς προς την αντιπολίτευση (ή τέλος πάντων εχθρικούς προς τον Μητσοτάκη) συνταγματολόγους, οι οποίοι τάχα υποστηρίζουν αυτήν τη θέση.
Πηγές του ανώτατου δικαστηρίου, ωστόσο, απαντούν, με τετράγωνη λογική (στοιχείο σε έλλειψη στην αντιπολίτευση), πως «αναπόσπαστο κομμάτι του κράτους δικαίου είναι η δικαστική εξουσία και η λειτουργία της. Σε αυτό θα περιοριστούμε και μόνο». Τι απαντούν δηλαδή πηγές του Αρείου Πάγου; Οτι εφόσον πρόκειται για ψήφισμα κατά του κράτους του οποίου θεματοφύλακας είναι η Δικαιοσύνη, τότε πρέπει να παρέμβουμε (και ορθώς).
Μόνο η Σόφι μπορεί
Η αντιπολίτευση, λοιπόν, που διαρρηγνύει τα ιμάτιά της για την πρωτοβουλία του Αρείου Πάγου, λησμονεί προφανώς ότι στήριξε με θέρμη το δικαίωμα να λοιδορεί τη χώρα μας η γνωστή για τις αντιλήψεις της Σόφι ιν’τ Βελντ. Οταν η «Μικρή Ολλανδέζα» επιτίθετο στην Ελλάδα μέσω του Ευρωκοινοβουλίου, ο ΣΥΡΙΖΑ τη στήριζε, γιατί εξυπηρετούσε το αφήγημα του. Οτι τάχα «ο κόσμος έδωσε 41% στον Μητσοτάκη και τη ΝΔ, όχι γιατί έχει βελτιωθεί η ζωή του από τα πέτρινα συριζοχρόνια, αλλά γιατί η κυβέρνηση ελέγχει τα ΜΜΕ και τη Δικαιοσύνη και ο κόσμος δεν ενημερώνεται ότι η ζωή του βαδίζει από το κακό στο χειρότερο και ότι ζει σε μια φούσκα που νομίζει ότι περνάει καλά». Ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει!
Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που βλέπουμε τον ΣΥΡΙΖΑ να βάζει το μικροκομματικό του συμφέρον πάνω από το εθνικό συμφέρον. Ουκ έστιν αριθμός παραδειγμάτων για παρόμοια συμπεριφορά από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η «μικρή Μαρία» του Εβρου, για όσους ξεχνούν, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ, στην προσπάθειά του να επωφεληθεί πολιτικά, δεν δίστασε να υιοθετήσει σε απόλυτο βαθμό, μέχρι κεραίας, ακόμα και τουρκική προπαγάνδα. Μια προπαγάνδα που δεν είχε στόχο μόνο την Ελλάδα φυσικά, αλλά και ολόκληρη την ΕΕ, αφού απείλησε για λίγο και την ευρωτουρκική συμφωνία για το μεταναστευτικό.
Με λίγα λόγια, όταν ο Στέφανος Κασσελάκης καταδίκασε τον Ρίσι Σούνακ για την απαράδεκτη συμπεριφορά του προς τον Ελληνα πρωθυπουργό, φάνηκε πως κάτι μπορεί να αλλάξει στον ΣΥΡΙΖΑ, μιας και κάτι παρόμοιο δεν είχε προηγούμενο. Οσο όμως περνούν οι μέρες και οι μήνες τόσο και πιο πιστό αντίγραφο του μεγαλύτερου πολιτικού απατεώνα που πέρασε από τη χώρα ποτέ, του Αλέξη Τσίπρα, γίνεται ο Στέφανος. Και στις κάλπες, τόσο των ευρωεκλογών του Ιουνίου όσο και των επόμενων εθνικών εκλογών το 2027 με το καλό, οι πολίτες θα του ερμηνεύσουν για άλλη μια φορά τι είναι αυτό που τους έκανε να απομακρυνθούν χωρίς επιστροφή από την Κουμουνδούρου.