Στην αντεπίθεση περνούν οι εισαγγελείς στοχεύοντας ευθέως «δημοσιογράφους» και αβάσιμα δημοσιεύματα που επιχειρούν να διαμορφώσουν κλίμα εκβιάζοντας με δήθεν αποκαλύψεις για το θέμα των παρακολουθήσεων που έχει πάρει το δρόμο της δικαιοσύνης.
Εντυπωσιακοί τίτλοι που συνοδεύονται από κείμενα με πλήθος εικασιών πρωταγωνιστούν στα πρωτοσέλιδα εφημερίδων πιέζοντας τους εισαγγελικούς λειτουργούς σε βεβιασμένες αποφάσεις υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων έμμεσα ότι κάποιοι τους «κρατάνε» για να οδηγήσουν άλλες υποθέσεις σε παραγραφή.
Το τοξικό κλίμα που πνίγει μερίδα του τύπου φαίνεται να μην ακουμπά καν τις δημοσιογραφικές ενώσεις οι οποίες παραδόξως σιωπούν αφήνοντας το σύνολο της ενημέρωσης να στιγματίζεται.
Σε ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων γίνεται λόγος για «βάναυση προσβολή της προσωπικότητας και των δικαιωμάτων των θιγομένων προσώπων» και καταγγέλλεται πως «επιχειρείται προσπάθεια παραπλάνησης, αρνητικής επίδρασης και εξυπηρέτησης συγκεκριμένων σκοπιμοτήτων».
Ξεκαθαρίζεται δε πως «η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος διαβεβαιώνει, για πολλοστή φορά, ότι οι εισαγγελικοί λειτουργοί που χειρίζονται και υποθέσεις που απασχολούν τη δημοσιότητα, δεν χειραγωγούνται, ούτε επηρεάζονται από ευθείες ή έμμεσες απειλές και πιέσεις από οποιαδήποτε πηγή και αν προέρχονται, αλλά αντίθετα ασκούν τα καθήκοντά τους με απόλυτη ευσυνειδησία, όντες εφοδιασμένοι με όλες εκείνες τις αναγκαίες δυνάμεις αντίστασης απέναντι σε κάθε αναληθή διάσταση και διαστρεβλωμένη πραγματικότητα, που εμφανίζουν τέτοια δημοσιεύματα».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση «τις τελευταίες ημέρες με αφορμή την ερευνώμενη με την επιβαλλόμενη από το νόμο μυστικότητα και σε ανώτατο επίπεδο, εξαιρετικής φύσης και μείζονος σημασίας υπόθεση παραβίασης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας, με φερόμενους, μεταξύ άλλων, ως παθόντες και εισαγγελικούς λειτουργούς, υπόθεση με ιδιαίτερες αποδεικτικές δυσχέρειες, διάφορα δημοσιεύματα, τα οποία συνοδεύονται από εντυπωσιακούς τίτλους και αβάσιμες κρίσεις, που προδικάζουν την έκβαση της υπόθεσης, εξακολουθητικά και ανεπίτρεπτα αποδίδουν σε εισαγγελικούς λειτουργούς, ότι δήθεν δεν προέβησαν στις δέουσες ενέργειες και ότι δήθεν εσφαλμένα και χωρίς αιτιολογία αρχειοθέτησαν υποθέσεις, που χειρίστηκαν σε προγενέστερο χρόνο, εμφανίζουν αυτούς ως, κατ’ ουσίαν, «αντικείμενο» εξέτασης και υποδεικνύουν ενέργειες και τους, κατά την κρίση των συντακτών τους, ορθούς χειρισμούς επί της υπόθεσης.
Με τα δημοσιεύματα αυτά συντακτών, που γνωρίζουν ότι ο θεσμικός τους ρόλος δεν είναι αυτός και αδιαφορούν για τη βάναυση προσβολή της προσωπικότητας και των δικαιωμάτων των θιγομένων προσώπων, επιχειρείται προσπάθεια παραπλάνησης, αρνητικής επίδρασης και εξυπηρέτησης συγκεκριμένων σκοπιμοτήτων».