Η συνάντηση Μητσοτάκη–Ερντογάν στις ΗΠΑ δεν έγινε. Γιατί; Επειδή μπήκε σφήνα μια πολυμερής σύνοδος που κάλεσε ο Αμερικανός πρόεδρος και συμπίεσε το πρόγραμμα όλων. Μια απλή αναβολή, τίποτα περισσότερο. Κι όμως, στην Ελλάδα η αντιπολίτευση το γιόρτασε σαν να είχε σηκώσει κύπελλο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι γύρω του πανηγύριζαν λες και η ακύρωση αποτελεί εθνικό κατόρθωμα. Αντί να στηρίξουν τη σταθερή γραμμή της χώρας -διάλογος χωρίς εκπτώσεις- έσπευσαν να πουν ότι ο Ερντογάν «απαξίωσε» τον Έλληνα πρωθυπουργό. Με λίγα λόγια, έσπευσαν να δώσουν πόντους στον Τούρκο Πρόεδρο για να μειώσουν τον δικό τους.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης πήγε παραπέρα: μίλησε για «προχειρότητα». Το είπε ο ίδιος που σε συνέντευξη ξέχασε το ένα από τα τρία προϊόντα για τα οποία ήθελε μηδενισμό ΦΠΑ. Αν αυτό δεν είναι προχειρότητα, τότε τι είναι; Είναι αστείο να κουνάς το δάχτυλο στην κυβέρνηση για διεθνείς διαπραγματεύσεις όταν δεν μπορείς να θυμηθείς μέχρι το τρία.
Κι αν η εικόνα δεν ήταν ήδη αρκετά θλιβερή, ήρθε και η ακροδεξιά να βάλει το κερασάκι. Ο κ. Βελόπουλος πανηγύριζε για την ακύρωση, την ώρα που το δικό του αφήγημα είναι ότι «με τους Τούρκους δεν μιλάς» και ότι η Ελλάδα πρέπει να μπει στην Πόλη. Άρα τι ακριβώς ήθελε; Να μη γίνει η συνάντηση ή να γίνει για να τη σταματήσει στην πόρτα; Η υποκρισία σε όλο της το μεγαλείο.
Η κυβέρνηση έχει χαράξει καθαρή πορεία: η Ελλάδα διεκδικεί, δεν υποχωρεί, και κάθε συνάντηση γίνεται με γνώμονα το εθνικό συμφέρον. Αυτή είναι η ουσία. Και όσο η αντιπολίτευση πανηγυρίζει για αναβολές, τόσο αποκαλύπτει την ένδεια στρατηγικής της.
Γιατί η εξωτερική πολιτική δεν είναι πεδίο για εύκολες ατάκες και φτηνά χειροκροτήματα. Είναι υπόθεση σοβαρότητας. Και σε αυτό το τεστ, κάποιοι κόπηκαν πριν καν αρχίσει η εξέταση.